Με προσωπική διαμεσολάβηση του Προέδρου του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ αντιπροσωπείες από το Ισραήλ και την Τουρκία είχαν χθες βράδυ στο Μπακού μια πρώτη, κρίσιμη όπως χαρακτηρίστηκε, συνάντηση με θέμα την αποφυγή της σύγκρουσης ανάμεσά τους με αφορμή τις τουρκικές στρατιωτικές κινήσεις στη Συρία.
Η πραγματοποίηση της συνάντησης ανακοινώθηκε σήμερα. Χθες, ο Αζέρος Πρόεδρος είχε αποκαλέσει «πραγματική πηγή ανησυχίας» την αυξανόμενη ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες με τις οποίες, ας σημειωθεί, το Μπακού διατηρεί στενότατες και άριστες σχέσεις. Υπενθύμισε επίσης ότι το 2022 το Αζερμπαϊτζάν ήταν εκείνο που είχε μεσολαβήσει για μια πρώτη συμφιλίωση ανάμεσα στις δύο χώρες.
Και το είχε πετύχει. Όμως, ούτε τρία χρόνια μετά, τα πράγματα στις σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας είναι εντελώς διαφορετικά. Και η όποια σύγκριση μπορεί να προκύψει λόγω αυτής της δήλωσης του Αλίγιεφ η οποία έπρεπε να γίνει για λόγους ενίσχυσης και ενθάρρυνσης της προσπάθειας είναι, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, αβάσιμη.
Για άλλη μια φορά: το άκουσμα της λέξης «Τουρκία» προκαλεί στο Ισραήλ, σε επίπεδο λαού και ηγεσίας, την πιο αρνητική αντίδραση από την αναφορά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, συχνά ακόμα και από το ίδιο το Ιράν. Ο λόγος είναι απλός: το Ιράν ή καλύτερα το καθεστώς των μουλάδων, μια παρανοϊκή θεοκρατία, είναι αυτό που είναι. Δεν αναμένει κανείς κάτι άλλο. Ειδικά το Ισραήλ. Το Ιράν δεν παίζει παιγνίδια με το εβραϊκό κράτος. Θέλει «απλώς» να το καταστρέψει.
Κάτι που δεν ισχύει για την Τουρκία. Η Άγκυρα υπήρξε στενός σύμμαχος του Ισραήλ. Είναι μια χώρα όπου η ηγεσία εκλέγεται – πραγματικά – από τον κόσμο και η πολεμική κατά του Ισραήλ, η υιοθεσία όλων των τρομοκρατικών οργανώσεων που το απειλούν και η οργάνωση από πλευράς της ίδιας της χώρας επιθετικών ενεργειών, όπως π.χ. η ιστορία του Μαβί Μαρμαρά – το οποίο τάχα θα έσπαζε τον «αποκλεισμό της Γάζας» και αντί τρόφιμα και άλλα είδη μετέφερε λοστούς και τσεκούρια ώστε να προκαλέσει την αντίδραση των Ισραηλινών και να χρησιμοποιηθεί από την Τουρκία και τους αφελείς στη Δύση ως επιχείρημα – έχουν φέρει τις σχέσεις των δύο χωρών στα άκρα.
Η 7η Οκτωβρίου τις έβαλε και όσα ακολούθησαν από τουρκικής πλευράς, τις έβαλε στον αναπνευστήρα. Αυτό δε που επέφερε το τελειωτικό χτύπημα στην προσπάθεια (τρίτων) να αποκαταστήσουν τις σχέσεις των δύο ήταν, πέρα από τη δημόσια στήριξη της Άγκυρας στη Χαμάς και τη συστηματική καλλιέργεια μίσους ενάντια στο Ισραήλ, η εφαρμογή των τουρκικών σχεδίων για έλεγχο της Συρίας και της περιοχής μέσω της κρίσιμης στρατηγικά αεροπορικής βάσης Τ4 στο κέντρο της χώρας, ανάμεσα στην Παλμύρα και της Χομς.
Είναι φανερό ότι η Τουρκία μετά την ανατροπή του Άσαντ προσπαθεί να καταστεί το νέο Ιράν σε σχέση με το καθεστώς της Δαμασκού και αυτό είναι μια πολύ εγγύτερη αλλά και πολύ πιο σοβαρή απειλή για το Ισραήλ, καθώς η Δύση και ειδικά οι ΗΠΑ δεν έχουν την ίδια ευκολία κινήσεων έναντι της Άγκυρας. Έχουν ζωτικά συμφέροντα και μάλιστα τεράστια τα οποία καλούνται να διαφυλάξουν επίσης.
Σ’ αυτό λοιπόν το πολύ πιο συγκρατημένο παιγνίδι αποτροπής του τουρκικού επεκτατισμού μειώνονται ανάλογα και τα περιθώρια του Ισραήλ. Και αυτό από μόνο του αυξάνει τον κίνδυνο. Επίσης, αυτό που φοβούνται στην Ιερουσαλήμ, πέρα από το ότι η χώρα θα απωλέσει εκ των πραγμάτων τον έλεγχο της κατάστασης στη Συρία στο βαθμό που αφορά τη δική της ασφάλεια είναι πως η Άγκυρα θα μπορεί να ελέγχει το παιγνίδι στη Συρία και να επιλέγει σε μεγάλο βαθμό, πώς θα ξαναμοιράσει την τράπουλα.
Δεν είναι τυχαίο πως, μετά τη συνάντηση στο Μπακού, στην οποία συμφωνήθηκε η δημιουργία ενός μηχανισμού αποκλιμάκωσης για να διαχειριστεί μελλοντικές κρίσεις ή με την ελπίδα να το κάνει τουλάχιστον, η Ιερουσαλήμ έσπευσε να ξεκαθαρίσει μέσω στοχευμένης διαρροής ότι η όποια αναδιάταξη ξένων δυνάμεων στο συριακό έδαφος και ειδικά η μετακίνηση των Τούρκων προς την Παλμύρα συνιστά «κόκκινη γραμμή» και θα θεωρηθεί πλέον και παραβίαση της συμφωνίας για διάλογο.
Το Ισραήλ έστειλε ακόμα ένα μήνυμα, αυτή τη φορά προς τη Δαμασκό αλλά και τον έξω κόσμο, λέγοντας πως εάν η Τουρκία κάνει κάτι τέτοιο θα τεθεί σε κίνδυνο άμεσα και το νέο συριακό καθεστώς.
Παρά την ενθαρρυντική εξέλιξη στο Μπακού λοιπόν, μια εξέλιξη η οποία βασίζεται στην κοινή επιθυμία Ισραήλ και Τουρκίας να αποφύγουν την όποια στρατιωτική σύγκρουση έστω και ένα μόνο χτύπημα, τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα.
Το Ισραήλ θεωρεί πλέον την Τουρκία όχι ως εχθρικά διακείμενη χώρα όπως μέχρι το 2022 αλλά ως εχθρό του. Και αυτό είναι που ακούμε όλοι, ξεκάθαρα, στις επαφές με τον οποίο Ισραηλινό αξιωματούχο. Το Ισραήλ ξέρει τι επιδιώκει η Άγκυρα και δεν πρόκειται να το επιτρέψει.
Όσο για τις ΗΠΑ, οι πανηγυρισμοί του φιλοκυβερνητικού τουρκικού Τύπου για «κρύο ντους» στον Νετανιάχου στο Λευκό Οίκο με αφορμή τη δήλωση Τραμπ, τυγχάνουν αυτής της ερμηνείας την ώρα του ταβλιού στους καφενέδες των τουρκικών πόλεων και χωριών. Σε εκείνους άλλωστε απευθύνονταν. Εξού και τα σκωπτικά σχόλια της τουρκικής αντιπολίτευσης.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως όσο κι αν η Τουρκία θέλει να γίνει Ιράν εντός της Συρίας, θα γίνει Ιράν και στην αντίληψη των Αμερικανών εκτός αυτή. Το Ισραήλ έχει πλήρη επίγνωση πως παρότι η Ουάσινγκτον δεν θα το αφήσει εκτεθειμένο σε κίνδυνο, οι πιέσεις στο ίδιο θα είναι πολύ μεγάλες στην πορεία. Και αυτό σίγουρα το προσμετρά.