19 Σεπτεμβρίου, 2025
1:15 πμ

Αν υπάρχει κάτι που χαρακτηρίζει αυτή τη στιγμή το πολιτικό σκηνικό στην Κύπρο, είναι η απόλυτη ρευστότητα. Μια ρευστότητα που δεν πηγάζει από την έλλειψη πολιτικών προτάσεων ή από το τυπικό προεκλογικό παιχνίδι εντυπώσεων, αλλά από κάτι βαθύτερο και αφορά την κρίση εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα. Αυτό αποτελεί και την ουσία του ζητήματος.

Το εκλογικό σώμα μοιάζει σήμερα λιγότερο προβλέψιμο από ποτέ. Η παραδοσιακή ταξινόμηση σε ιδεολογικούς χώρους της «δεξιάς», «αριστεράς» και  του «κέντρου» δεν είναι πλέον επαρκής για να ερμηνεύσει τις προθέσεις του κάθε πολίτη ή να καλύψει την πολιτική του έκφραση. Η ψήφος δεν εκφράζει πια απαραίτητα ιδεολογική τοποθέτηση, αλλά συχνά αποτελεί πράξη αντίδρασης, τιμωρίας ή και εκδίκησης προς το πολιτικό κατεστημένο. Τα κριτήρια με τα οποία ένα μεγάλος μέρος της κοινωνίας, κάνει την επιλογή του δεν περιορίζονται μόνο στο εύρος του φάσματος της πολιτικής και των κλασσικού τρόπου με τον οποίο ο κόσμος ψήφιζε.  Το ζήσαμε στις ευρωεκλογές με την περίπτωση του Φειδία Παναγιώτου. Τα δεδομένα στις βουλευτικές εκλογές είναι διαφορετικά, αλλά τα χαρακτηριστικά με τα οποία ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας σκέφτεται και λειτουργεί, παραμένουν τα ίδια.

Αυτό το σκηνικό δημιουργεί ένα πολιτικά απορρυθμισμένο τοπίο στο οποίο τα κόμματα αναγκάζονται να κινούνται σε μεγάλο βαθμό στα τυφλά, χωρίς σαφή δεδομένα. Κινούνται έξω από τα νερά τους. Τα πρότυπα ψήφου έχουν μεταβληθεί, ενώ ο ρόλος των προσώπων στα ψηφοδέλτια έχει αποκτήσει βαρύτητα που υπερβαίνει τα όρια της κομματικής ταυτότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα κόμματα επενδύουν σε «ονόματα», σε πρόσωπα με απήχηση, ως έσχατη προσπάθεια να συγκρατήσουν ή να επαναφέρουν απογοητευμένους ψηφοφόρους.

Σε αυτό το σκηνικό, η πολιτική ζωή μετατρέπεται σε ένα συνεχές παζλ μετακινήσεων, συνεργασιών και εσωκομματικών αναταράξεων. Από τη μία, παρακολουθούμε επιστροφές προσώπων με στόχο την επανασύνδεση με κοινωνικά στρώματα που είχαν απομακρυνθεί. Από την άλλη, βλέπουμε κινήσεις αποχωρήσεων, αποστασιοποιήσεων ή μεταπηδήσεων προς νέα πολιτικά σχήματα – φαινόμενα που ενισχύουν την αίσθηση αποσύνθεσης του παραδοσιακού πολιτικού ιστού.

Νέες πολιτικές κινήσεις,  ανεξαρτήτως τελικής επιρροής, αναζητούν και διεκδικούν χώρο στον κομματικό χάρη. Η περίπτωση του Κινήματος ΑΛΜΑ είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό για την δυναμική που μπορεί να αναπτύξει σε αυτό το σκηνικό.

Αντίστοιχα, συνέπεια αυτής της πολιτικής αποσύνθεσης είναι και η δυναμική που φαίνεται να αναπτύσσει το ΕΛΑΜ, ως εκφραστής μιας πιο ακροδεξίας ιδεολογίας, το οποίο καταφέρνει, παρά το γεγονός ότι είναι πλέον συστημικό κόμμα, να διατηρεί σε μια μερίδα της κοινωνίας, τον μανδία του αντισυστημικού,

Η ρευστότητα δεν είναι, ωστόσο, μόνο πρόβλημα. Είναι και ευκαιρία. Είναι μία συμπεριφορά κατά την οποία η κοινωνία θεωρεί ότι σπάει τα δεσμά της συνήθειας και αναζητά κάτι διαφορετικό. Είναι μια μορφή «λαϊκής εγρήγορσης», που έστω και μέσα από θυμό ή απαξίωση, στέλνει ένα σαφές μήνυμα ότι το πολιτικό σύστημα πρέπει να αλλάξει. Να γίνει πιο έντιμο, πιο διαφανές, πιο προσιτό και πιο ικανό να απαντά στις ανάγκες της εποχής.

Η ευθύνη, φυσικά, επιστρέφει στους ίδιους τους πολίτες. Η οργή, όσο δικαιολογημένη κι αν είναι, δεν είναι από μόνη της πολιτική πράξη. Η αποδοκιμασία χωρίς πρόταση οδηγεί στην απαξίωση που ανοίγει το δρόμο στον λαϊκισμό, την ακρότητα και την πολιτική αστάθεια. Αντίθετα, η συνειδητή, τεκμηριωμένη και συμμετοχική επιλογή – είτε αυτή μεταφράζεται σε ψήφο είτε σε ενεργή πολιτική δράση – είναι ο μόνος τρόπος για να μετατραπεί η ρευστότητα σε δημιουργική αλλαγή και όχι σε χάος.

Οι επερχόμενες εκλογές θα είναι κρίσιμες. Όχι μόνο για το ποιος θα κερδίσει, αλλά κυρίως για το πώς θα αντιδράσει το πολιτικό σύστημα στις ανατροπές που ενδέχεται να προκύψουν. Αν οι πολιτικές ηγεσίες συνεχίσουν να λειτουργούν με εργαλεία του παρελθόντος, αγνοώντας τα σημάδια των καιρών, τότε η ρευστότητα θα συνεχίσει να φθείρει. Αν, όμως, διαβαστεί σωστά, τότε μπορεί να αποτελέσει το πρώτο βήμα για την απαραίτητη επανεκκίνηση της πολιτικής ζωής στην Κύπρο.

Exit mobile version