Ο διάλογος εξαντλήθηκε, η νενομισμένη διαδικασία στην επιτροπή Παιδείας της Βουλής ολοκληρώθηκε και τώρα αναλαμβάνει η ολομέλεια του Σώματος, η οποία στις 22 Δεκεμβρίου θα αποφανθεί τελικά επί του νομοσχεδίου που επιχειρεί τη μεταρρύθμιση του συστήματος αξιολόγησης εκπαιδευτικών.
Χθες, η Επιτροπή ολοκλήρωσε τη διαδικασία της κατ’ άρθρο συζήτησης του επίμαχου νομοσχεδίου, στην παρουσία της αρμόδιας Υπουργού, Αθηνάς Μιχαηλίδου, με τα σημεία που απασχόλησαν να ήταν κυρίως, ο ρόλος του Επιθεωρητή – Σύμβουλου και βασικές αρμοδιότητες της Επιτροπής Παρακολούθησης.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο των συζητήσεων σε επίπεδο Επιτροπής φαίνεται πως επικράτησε η άποψη πως ο Επιθεωρητής – Σύμβουλος δεν θα πρέπει να μπαίνει στην τάξη βλέποντας τον εκπαιδευτικό, κατά τη διαδικασία της αξιολόγησής του καθώς αυτός δεν θα βάζει βαθμολογία. Η θέση αυτή δεν βρίσκει σύμφωνο το υπουργείο Παιδείας, με την κ. Μιχαηλίδου να επισημαίνει πως είναι υγιές ο Επιθεωρητής – Σύμβουλος να μπαίνει στην τάξη καθώς ο ρόλος του θα είναι συμβουλευτικός και υποστηρικτικός προς τον εκπαιδευτικό, οπότε θα πρέπει να έχει εικόνα.
Αναφορικά με την Επιτροπή Παρακολούθησης του σχεδίου αξιολόγησης εκπαιδευτικών και τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται, τόσο από βουλευτές όσο και από εκπαιδευτικές οργανώσεις, περί κάλυψης και αποδυνάμωσης θεσμοθετημένων οργάνων, όπως η ΜΕΠΕΥ και η ΜΙΤΕΠΕΥ, η Υπουργός απέρριψε ξεκαθαρίζοντας πως η εν λόγω Επιτροπή δεν θα υποκαταστήσει σε καμία περίπτωση τα πιο πάνω θεσμοθετημένα σώματα, στα οποία θα παραπέμπονται κανονικά εργασιακά ζητήματα. Τόνισε πως ο ρόλος της Επιτροπής Παρακολούθησης θα είναι συμβουλευτικός και σε αυτήν θα μετέχουν και οι εκπαιδευτικές οργανώσεις.
Όσον αφορά στην κλίμακα της αριθμητικής αξιολόγησης, το Υπουργείο εμμένει στη θέση πως πρέπει να είναι από τα 100 και όχι από το 40 που ισχύει σήμερα. Θεωρεί πως εάν μείνει η κλίμακα στο 40, θα συνεχίσουν να διαιωνίζονται οι στρεβλώσεις και να μην υπάρχει ορθή διάκριση.
Σε δηλώσεις της, μετά το πέρας της συνεδρίας της επιτροπής Παιδείας, η κ. Μιχαηλίδου, ανέφερε μεταξύ άλλων, πως οι τροπολογίες που έχουν γίνει από βουλευτές δεν αλλάζουν τη φιλοσοφία του σχεδίου που έχει καταθέσει το Υπουργείο αλλά ούτε επηρεάζουν την επιστημονικότητά του, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Η Υπουργός τόνισε ότι ο εκσυγχρονισμός είναι αναγκαίος. Οι διαφωνίες θεμιτές αλλά η δημοκρατική διαδικασία επιβάλλει τη συζήτηση στην Ολομέλεια. Προχωρούμε και είμαστε πάντα δίπλα στους εκπαιδευτικούς. «Το να υπάρχουν διαφωνίες είναι θεμιτό, ειδικά σε τέτοια θέματα. Θα πρέπει όμως να τις προσπερνούμε, να τις ξεπερνούμε για το καλό των παιδιών και των εκπαιδευτικών μας. Δεν μπορούμε να δουλεύουμε, να δημιουργούμε στα σχολεία μας, να επιδιώκουμε καλά αποτελέσματα, εργαζόμενοι με ρυθμίσεις του 1970», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Προσπάθεια παρεμπόδισης της δημοκρατικής διαδικασίας»
Η υπουργός Παιδείας ρωτήθηκε και για τη στάση των εκπαιδευτικών οργανώσεων (ΠΟΕΔ και ΟΕΛΜΕΚ), οι οποίες προειδοποιούν με τη λήψη μέτρων σε περίπτωση που δεν ρυθμιστούν σημεία, με τα οποία διαφωνούν. Όπως ανέφερε η κ. Μιχαηλίδου, οι αντιδράσεις τους ήταν δεδομένες από την αρχή. «Εκείνο που με ανησυχεί είναι η προσπάθεια να παρεμποδιστεί η δημοκρατική διαδικασία, που αντιλήφθηκαν και οι βουλευτές μας. Είναι θεμιτό να υπάρχουν διαφωνίες, που έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο. Εκτός από το Διευθυντή και άλλα ένα-δύο ζητήματα δεν υπάρχει άλλο. Διερωτώμαι που μπορούν να στηριχθούν οι διαφωνίες και η δημιουργία κλίματος έντασης στην εκπαίδευση. Προχωρούμε μαζί, η έκκληση που κάνω στις εκπαιδευτικές οργανώσεις είναι να είναι κοντά μας στην τελική ψήφιση και κυρίως στην εφαρμογή του», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τα σημεία διαφωνίας των οργανώσεων
Πάντως, οι εκπαιδευτικές οργανώσεις ΠΟΕΔ και ΟΕΛΜΕΚ έχουν γνωστοποιήσει ήδη την πρόθεση τους όπως προχωρήσουν σε δυναμικά μέτρα, σε περίπτωση που δεν τροποποιηθούν συγκεκριμένα σημεία του νομοσχεδίου. Το κυριότερο σημείο, το οποίο θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει και ως «κόκκινη γραμμή» για τις οργανώσεις είναι η συμμετοχή του διευθυντή του σχολείου στην αριθμητική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών του. Η ΠΟΕΔ ανέφερε ότι συνεχίζει να την προβληματίζει έντονα το θέμα αυτό, μιας και η αντίστοιχη αναφορά στην προτεινόμενη νομοθεσία δεν είναι ξεκάθαρη. Ταυτόχρονα, συνεχίζει να προβληματίζει το γεγονός ότι πολλά και σοβαρά θέματα δεν έχουν συζητηθεί ούτε συμφωνηθεί. Ενδεικτικά αναφέρει σχέδια υπηρεσίας για Ανώτερο Εκπαιδευτικό, κριτήρια αξιολόγησης, τρόπος στήριξης του όλου εγχειρήματος σε επίπεδο σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών και τα οποία παραπέμπονται στην Επιτροπή Παρακολούθησης.
Η ΟΕΛΜΕΚ, μεταξύ άλλων, κάνει λόγο για κενά και ασάφειες που δεν θα καλυφθούν και δεν θα διευκρινιστούν πριν από την σχεδιαζόμενη προώθηση στην Ολομέλεια. Επιπρόσθετα, θέτει θέμα για τις οικονομικές ρυθμίσεις της πρότασης, σημειώνοντας πως συνεχίζουν να είναι ετεροβαρείς εις βάρος εκπαιδευτικών και διευθυντικών στελεχών σχολείων.









