«Παλιά Λευκωσία» την γνωρίζουν πολλοί, «εντός των τειχών πόλη» αρέσκονται να την λένε άλλοι, «ιστορικό κέντρο» όσοι θέλουν να της προσδώσουν άλλη χάρη.
Όποιο όρο και αν χρησιμοποιεί ο καθένας, η περιοχή των πεζόδρομων δεν παύει να είναι, ίσως, η πιο όμορφη περιοχή της πρωτεύουσας. Όσοι την επισκέπτονται, όσοι την ζουν, όσοι πάνε για την βόλτα τους, για έναν καφέ, για φαγητό, για να ξεσκάσουν ή και για να ψωνίσουν δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις.
Όσοι ανήκουν σε μια από τις πιο πάνω κατηγορίες επισκεπτών, περιηγητών, πελατών γνωρίζουν επίσης, πως πολλοί επιχειρηματίες ειδικά όσοι νοικιάζουν μικρά καταστήματα επιδίδονται σε αγώνα επιβίωσης.
Η τουρκική εισβολή ακρωτηρίασε την πόλη, η ανασφάλεια οδήγησε σε τάσεις φυγής και η εγκατάλειψη έκανε την πόλη να μοιάζει έρημη. Τα εγκαταλελειμμένα, και κάποιες φορές ακατάλληλα σπίτια ή και καταστήματα, γέμισαν σταδιακά με αλλοδαπούς εργαζόμενους κυρίως λόγω των χαμηλών ενοικίων. Ύστερα προέκυψε και το προσφυγικό με τους Σύρους.

Και εκτός από αυτούς έφτασαν και αλλοδαποί οι οποίοι είτε απλώς ήρθαν για ένα καλύτερο αύριο είτε για να χρησιμοποιήσουν την Κύπρο ως διαμετακομιστικό σταθμό για άλλες πολιτείες. Κακά τα ψέματα: Μαζί με αυτούς αφίχθησαν και κάποια εγκληματικά στοιχεία προκαλώντας αντίδραση των ντόπιων και δημιουργώντας αρνητική εικόνα σχεδόν για όλους τους αλλοδαπούς. Και βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, άλλο είναι ο αλλοδαπός ο οποίος ξυπνά στις 5 το πρωί και περιμένει τον εργοδότη του μέσα στο κρύο ή στη ζέστη για ένα μεροκάματο και άλλο αυτός που σκέφτεται να πάει να κλέψει ή να διακινήσει ναρκωτικά κοκ και σίγουρα οι τελευταίοι αποτελούν την μειοψηφία.
Τέλος, να μην ξεχνάμε, πως η παλιά πόλη και οι πεζόδρομοι δέχτηκαν μεγάλο κτύπημα από την λειτουργία πολυκαταστημάτων τα οποία δημιουργήθηκαν εκτός της πόλης.
Αυτή ήταν (και είναι) η εικόνα όταν συμφωνήσαμε με τον Δήμαρχο Λευκωσίας Χαράλαμπο Προύντζο να περπατήσουμε μαζί στην πόλη και να καταγράψω ό,τι δω με τα μάτια μου. Να δω, πως είναι η πόλη τη νύχτα.
Συναντηθήκαμε το περασμένο Σάββατο στο νέο Δημαρχείο στις 7 μμ. Στο δρόμο της Παλιάς Ηλεκτρικής, σχεδόν έξω από το Δημαρχείο σε μία καφετερία, και παρά το κρύο, κάθονται 20-30 άτομα κυρίως νεαρής ηλικίας και απολαμβάνουν το ποτό τους. Προχωράμε και φτάνουμε σε ένα κατάστημα μεταξύ καφενείου και μικρού μπαρ. Ο Σταύρος, ο υπεύθυνος του καταστήματος, γνωρίζει τον Δήμαρχο και μιλάνε λίγο για τη δουλειά. Τον ρωτώ αν επιβιώνει και λέει πως είναι ολιγαρκής και εφόσον εξακολουθεί να είναι εκεί, επιβιώνει. Ήταν και ο μοναδικός που συναντήσαμε με τέτοια φιλοσοφία για τη ζωή.
Μπαίνουμε σε ένα αδιέξοδο, όπου λειτουργεί ένα μπαράκι του οποίου η ανακαίνιση κόστισε περίπου €200.000 και δεν ήταν η μοναδική επιχείρηση που είδαμε από πλευράς επενδύσεων. Από πλευράς προσέλευσης πελατών ο ιδιοκτήτης δηλώνει ικανοποιημένος.
Φτάνουμε σε μια γειτονιά στην οποίαν άλλοτε υπήρχαν σπίτια στα οποία οι άνδρες έβρισκαν γυναίκες οι οποίες, κυρίως από ανάγκη, επιδίδονταν σε αυτό που λέμε «αγοραίος έρωτας». Σήμερα είναι μια πανέμορφη γειτονιά κυρίως επειδή δεν πέρασε από εκεί η «ανάπτυξη» και έτσι σώθηκαν τα κτήρια όπως ήταν. Μια παρέα γυναίκες αναγνωρίζουν τον Δήμαρχο και του λένε τι σκέφτονται για την πόλη και τι βλέπουν σε αυτήν. «Τα παράπονα σας στον Δήμαρχο» λέει ο κ. Προύντζος προκαλώντας τα χαμόγελα των ακροατριών. Τις ρωτά αν είναι όμορφη η περιοχή και απαντούν, ότι καλό θα ήταν να υπήρχαν και άλλες τέτοιες.
Θα φτιάξουμε και άλλες, λέει και αναχωρούμε.
Λίγο πιο κάτω, περπατά ένα ζευγάρι και όταν αναγνωρίζουν τον Δήμαρχο αρχίζουν την κουβέντα, λένε από που κρατάει η σκούφια τους, ότι κατεβαίνουν συχνά στη Λευκωσία στην οποία χαίρονται να περπατούν κοκ. Επειδή ένα από τα θέματα που ήθελα να δούμε ήταν το κατά πόσον οι πολίτες αισθάνονται ανασφάλεια, ο Δήμαρχος ρωτά κατά πόσον φοβούνται να κυκλοφορούν τα βράδια στην πόλη και απαντούν αρνητικά. Για να είμαι δίκαιος, πρέπει να πω ότι δεν κυκλοφορήσαμε πολύ αργά αλλά επειδή κατεβαίνω χρόνια στην πόλη, ακόμη και κάπως βάρβαρες ώρες, οφείλω να πω, πως ουδεμία σύγκριση υπάρχει σε σχέση με παλαιότερες εποχές, αν και αυτό έχει να κάνει και με την περιοχή στην οποίαν κυκλοφορεί κάποιος αλλά και με την ώρα. Το σίγουρο είναι, πως όσο περισσότερος είναι ο φωτισμός, τόσο λιγότερο ανασφαλής αισθάνεται κανείς.
Μπαίνουμε στην Ερμού όπου λειτουργούν κάποια μπαράκια, εστιατόρια κοκ. Ο κόσμος κάθεται, κυκλοφορεί, ζει. Μπαίνουμε σε μερικά άλλα στέκια και οι ιδιοκτήτες είτε δηλώνουν ικανοποιημένοι είτε ότι το «παλεύουν».
Κάποια στιγμή μπαίνουμε και στην Τρικούπη, της οποίας ο εξωραϊσμός ολοκληρώνεται. Η ώρα είναι 8μμ αλλά κουρεία, φρουταρίες και μπακάλικα είναι ανοικτά. Ο Δήμαρχος τηλεφωνεί σε υπάλληλο του Δήμου και του δίνει οδηγίες να μεριμνήσει να καταγγελθούν όσοι παραβαίνουν τη νομοθεσία. Η αλήθεια είναι πως όλοι είναι αλλοδαποί.
Μπαίνουμε στην υπό ανάπλαση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και σε ένα σημείο βλέπουμε 20-30 χάρτινα κιβώτια πεταγμένα άλλα μέσα σε έναν κάλαθο και άλλα έξω. Ο Δήμαρχος σπεύδει να μου πει, πως είναι η τρίτη φορά την ίδια μέρα που θα περάσει όχημα του Δήμου να τα καθαρίσει.
Εισερχόμαστε στην άλλοτε κακόφημη Ρηγαίνης στην οποία άλλαξε προς το καλύτερο. Περισσότερος φωτισμός, ανθώνες για να μην σταθμεύει ο καθένας όπου του κατέβει κοκ. Προς το τέρμα, έξω από μια φρουταρία, δεκάδες χάρτινα κιβώτια αραδιασμένα. Ο Δήμαρχος απευθύνεται στον υπεύθυνο και του υποδεικνύει ακαταστασία.
Παρόλον που είναι αλλοδαπός, απαντά σαν Κύπριος. «Πετάνε και άλλοι κιβώτια». Του κάνει παρατήρηση και μου δείχνει τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην οδό Κωστάκη Παντελίδη. Λέει πως άλλοτε εδώ δεν μπορούσες να περάσεις. Ποτά, ναρκωτικά κοκ. Ο τόπος καθάρισε προς το παρόν. Σημειώνεται, πως οργανωμένοι καταστηματάρχες παρατηρούν, πως όταν πέσει για καλά η νύχτα, στη Ρηγαίνης συμβαίνουν διάφορα και ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο ρόδινα.
Κινούμαστε τέρμα Ρηγαίνης. Εδώ υπάρχει μία κάβα στην οποία δεν εκδόθηκε άδεια και, θεωρητικά, θα αναστείλει τη λειτουργία της. Ο Δήμαρχος εξηγεί ότι έξω από την κάβα συγκεντρώνονταν διάφοροι, έπιναν τα ποτά τους και η εικόνα που υπήρχε θύμιζε άλλους χώρους, άλλες εποχές.
Προχωράμε προς το τέρμα του δρόμου. Περνάμε από δρομάκια και μέσω Λήδρας καταλήγουμε στη Φανερωμένη.
Ο Δήμαρχος δέχεται επικρίσεις από καταστηματάρχες ή και άλλους των οποίων η ζωή επηρεάζεται από διάφορα περιστατικά κοκ. Πολλοί έχουν δίκιο σε κάποια ζητήματα. Του αναφέρω κάποιες από τις κριτικές ακούγονται και αναγνωρίζει πως δεν είναι όλες ανεδαφικές. Όμως, λέει, εγώ είμαι Δήμαρχος όλης της πόλης, όλων των δημοτών, ενώ οφείλω να λαμβάνω υπόψιν ακόμη και τους επισκέπτες.
Παρατηρεί πως η Λευκωσία δεν είναι η πιο εύκολη πόλη και σε αυτό έχει δίκιο. Μιλά με πάθος για την Λευκωσία και θεωρώ πως δεν το κάνει για το θεαθήναι.
Υπάρχει ανασφάλεια; Προσωπικά απαντώ πως με βάση όσα είδα, δεν υπάρχει. Όμως περπάτησα δύο ώρες αλλά συνήθως κάποια γεγονότα συμβαίνουν πιο αργά. Και αυτοί που τα ζουν μέρα νύχτα, γνωρίζουν καλύτερα.
Όμως, υπάρχει προοπτική με το νέο αίμα που θα μπει στην πόλη. Εκατοντάδες φοιτητές, καθηγητές, ερευνητές κοκ θα δημιουργήσουν διαφορετικό κλίμα.