Η Κύπρος θα υποστεί τις σοβαρότερες οικονομικές επιπτώσεις στην Ευρώπη από τη θέρμανση του πλανήτη, με τις ετήσιες απώλειες να φτάνουν το 3% του ΑΕΠ έως το 2060 εάν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.
Η μελέτη εξέτασε τις τρέχουσες και μελλοντικές οικονομικές επιπτώσεις των καυσώνων σε όλη την Ευρώπη, αναλύοντας πώς η ακραία ζέστη μειώνει την παραγωγικότητα.
Ήδη πρώτη στην ΕΕ σε απώλειες
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η Κύπρος ήδη υφίσταται τις υψηλότερες οικονομικές ζημιές στην Ευρώπη από την ακραία ζέστη και θα συνεχίσει να είναι η πιο ευάλωτη χώρα τις επόμενες δεκαετίες.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι καύσωνες έχουν ήδη προκαλέσει σημαντικές οικονομικές ζημιές. Σε τέσσερα ιδιαίτερα ζεστά χρόνια -2003, 2010, 2015 και 2018- οι απώλειες στο ΑΕΠ έφτασαν από 0,3% έως 0,5%, πολύ πάνω από τον μέσο όρο 0,2% που καταγραφόταν ετησίως μεταξύ 1981-2010.
Η ακραία ζέστη πλήττει κυρίως την υπαίθρια εργασία, αλλά οι απώλειες παραγωγικότητας επεκτείνονται σε ολόκληρη την οικονομία.
Οι προβλέψεις για το μέλλον είναι ανησυχητικές. Οι μέσες ετήσιες απώλειες ΑΕΠ στην Ευρώπη από καύσωνες θα φτάσουν το 1,14% έως τη δεκαετία του 2060, πέντε φορές περισσότερο από τα ιστορικά επίπεδα.
Η νότια και κεντρική Ευρώπη θα δεχτούν το μεγαλύτερο πλήγμα, αν και οι βόρειες χώρες επίσης θα επηρεαστούν. Η Γερμανία αναμένεται να χάσει 0,5% του ΑΕΠ της έως το 2050, ενώ οι σκανδιναβικές χώρες θα δουν απώλειες έως 0,2%.
Ο νότος πληρώνει το τίμημα
Οι χώρες της νότιας Ευρώπης θα πληγούν περισσότερο λόγω της μεγαλύτερης έκθεσής τους στη ζέστη και της εξάρτησής τους από υπαίθριες εργασίες στη γεωργία, τις κατασκευές και τον τουρισμό. Η μελέτη δεν δίνει λεπτομέρειες για συγκεκριμένους τομείς στην Κύπρο, αλλά την περιγράφει ως «ξεκάθαρη εξαίρεση» όσον αφορά την οικονομική ευπάθεια.
Οι οικονομικές ζημιές δεν περιορίζονται στους τομείς που εκτίθενται απευθείας στη ζέστη, εξηγούν οι ερευνητές. Όταν η παραγωγικότητα πέφτει σε δραστηριότητες όπως η γεωργία και οι μεταφορές, αυτό επηρεάζει έμμεσα και άλλους τομείς όπως τις υπηρεσίες και τη βιομηχανία.
«Οι έμμεσες επιπτώσεις διαδίδονται σημαντικά στον τομέα των υπηρεσιών», τονίζουν οι συγγραφείς της έρευνας. Το εμπόριο μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών μπορεί να μετριάσει κάπως αυτές τις επιπτώσεις, αντικαθιστώντας προϊόντα από λιγότερο επηρεαζόμενες περιοχές.
Σύμφωνα με την έρευνα, σήμερα, όσοι εργάζονται σε κλειστούς χώρους είναι σχετικά προστατευμένοι, αλλά οι προβλέψεις δείχνουν ότι στο μέλλον θα επηρεαστούν και αυτοί, καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν, ειδικά στη νότια και την κεντρική Ευρώπη.
Το πραγματικό κόστος μπορεί να είναι μεγαλύτερο
Οι ερευνητές τονίζουν ότι οι εκτιμήσεις τους αποτελούν την αισιόδοξη μέτρηση των πραγματικών απωλειών, καθώς δεν υπολογίζουν το κόστος από εργατικά ατυχήματα, τα αποτελέσματα των αστικών θερμικών νησίδων ή τις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία.
Η έρευνα επισημαίνει ότι υπάρχουν κενά στην κλιματική πολιτική των χωρών της Ευρώπης και προτείνει εμπλουτισμό και καλύτερη ανάλυση των δεδομένων για τους κινδύνους που συνδέονται με τη ζέστη, τονίζοντας την ανάγκη για στρατηγικές προσαρμογής που θα περιλαμβάνουν μέτρα επαγγελματικής υγείας και οικονομικό σχεδιασμό ανθεκτικό στην κλιματική αλλαγή.