24 Δεκεμβρίου, 2025
11:38 μμ

Τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες διένυσαν μια αξιόλογη διαδρομή και σήμερα βρίσκονται σε μία ισχυρότερη θέση, με εύρωστους ισολογισμούς, βελτιωμένη ποιότητα ενεργητικού, κερδοφορία και ρευστότητα, απολαμβάνοντας αυξημένη εμπιστοσύνη από τους επενδυτές. Τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Κεντρική Τράπεζα συνηγορούν ότι μετά από μία δεκαετία που χαρακτηρίστηκε από αναδιαρθρώσεις δανείων, απομόχλευση και κανονιστικές προσαρμογές, ο τραπεζικός κλάδος έχει πλέον εισέλθει σε μια περίοδο βιώσιμης ανάκαμψης.

Τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα συνέχισαν να διατηρούν ισχυρή κεφαλαιακή βάση κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2024, με τον δείκτη Common Equity Tier 1 να βρίσκεται στο 26,1%, από 17,11% τέλος Σεπτεμβρίου 2021 με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία που δίνει η Κεντρική Τράπεζα.

Η βελτίωση αυτή, όπως σημειώνει η Κεντρική, αντανακλά τη συνεχιζόμενη θετική κερδοφορία στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα, η οποία έχει ενισχύσει σημαντικά την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, ο δείκτης μόχλευσης παραμένει σε σταθερά επίπεδα, αντικατοπτρίζοντας τη σταθερότητα και την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα.

Η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού τομέα σημείωσε σημαντική βελτίωση εντός του τρίτου τριμήνου του 2025, με τον δείκτη μη-εξυπηρετούμενων χορηγήσεων να φθάνει για πρώτη φορά σε επίπεδα χαμηλότερα του 5% – και συγκεκριμένα στο 4,5% – το χαμηλότερο επίπεδο που καταγράφηκε από το 2014.

Ταυτόχρονα, η έκθεση σε δάνεια σταδίου 2 (είναι αυτά που παρουσιάζουν ενδείξεις μετάπτωσης στo τρίτο στάδιο,  δηλαδή στην κατηγορία των κόκκινων δανείων) σημείωσε, επίσης, βελτίωση, υποχωρώντας στο 5,8% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου και συγκρίνεται θετικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 9,4% (Ιούνιος 2025). Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία που δίνει η Κεντρική είναι το εξάμηνο του 2022 και ο δείκτης δανείων στο στάδιο 2 ήταν στο 14,67%.

Τέλος, η αυξητική τάση στον δείκτη κάλυψης προβλέψεων έναντι των ΜΕΧ του εγχώριου τραπεζικού τομέα, καταδεικνύει την ικανότητα του τομέα να απορροφήσει ενδεχόμενες μελλοντικές πιστωτικές ζημιές. Ο δείκτης είναι στο 68,54% σε σχέση με 46,23% τέλος Σεπτεμβρίου 2022.

Ο τραπεζικός τομέας συνέχισε να καταγράφει κερδοφορία κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025, κυρίως λόγω των καθαρών εσόδων από τόκους. Τα έσοδα αυτά προήλθαν από διάφορες πηγές τόκων, όπως δάνεια και χορηγήσεις, επενδύσεις σε χρεωστικούς τίτλους και καταθέσεις με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, τα συνολικά έσοδα από τόκους εμφανίζονται μειωμένα,  γεγονός που αντανακλά τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ. Ο δείκτης ROE στο τραπεζικό σύστημα είναι 11,62% από 0,34% το 2021 και ουσιαστικά, δείχνει πόσο αποτελεσματικά η εταιρεία χρησιμοποιεί τα κεφάλαια των μετόχων της για να δημιουργήσει κέρδη.

Η παραγωγή εισοδήματος

Ο δείκτης καθαρού επιτοκίου (Net Interest Margin – NIM) μετρά την κερδοφορία μιας τράπεζας ή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, δείχνοντας πόσο αποτελεσματικά παράγει εισόδημα από τα περιουσιακά στοιχεία που αποφέρουν τόκους (π.χ. δάνεια), αφαιρώντας τα έξοδα τόκων (π.χ. καταθέσεις). Το εννιάμηνο του 2025 ήταν 2,40% από 1,49% το 2021. Ο δείκτης καθαρά έσοδα τόκων (Net Interest Income ) ως ποσοστό των συνολικών λειτουργικών εσόδων δείχνει πόσο μεγάλο μέρος των συνολικών εσόδων μιας τράπεζας προέρχεται από την κύρια δραστηριότητα της, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ των τόκων που κερδίζει (από δάνεια/επενδύσεις) και των τόκων που πληρώνει (σε καταθέσεις). Το εννιάμηνο ήταν 74,21% και το 2021 στο 73,15% και έχει φθάσει μέχρι 84,61% το πρώτο εξάμηνο του 2024 λόγω της αύξησης των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Ο τραπεζικός τομέας συνεχίζει να παρουσιάζει πλεονάζουσα ρευστότητα, με τους σχετικούς δείκτες να υπερβαίνουν κατά πολύ τόσο τα ελάχιστα εποπτικά όρια (100%), όσο και τον μέσο όρο της ΕΕ, παρά την αυξημένη δανειοδοτική δραστηριότητα των εγχώριων τραπεζών τα τελευταία χρόνια. Ο δείκτης είναι στο 326,45% από 3029,70% τέλος του 2022.

Exit mobile version