6 Σεπτεμβρίου, 2025
5:13 μμ

Νομοθετική και εκτελεστική εξουσία έδωσαν τις ευλογίες τους για να εφαρμόζεται ένας αντισυνταγματικός νόμος. Η μεν Βουλή ετοίμασε και ενέκρινε τους νόμους, η δε Κυβέρνηση συναίνεσε να εφαρμοστούν μέσω της υπογραφής τους από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Και όλα αυτά, παρά τις υποδείξεις και τις συστάσεις της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία υποστήριξε πολλές φορές στη Βουλή πως κάποιες πρόνοιες του νόμου συγκρούονται με το Σύνταγμα.

Πρόκειται για το νέο νομικό πλαίσιο για τις πολλαπλές συντάξεις για τους κρατικούς αξιωματούχους, για τους οποίους η Βουλή επιδίωκε να σταματήσουν. Εν μέρει μπορεί να το πέτυχε, καθώς πλέον όσοι εκλεγούν ή διοριστούν ως κρατικοί αξιωματούχοι δεν θα λαμβάνουν παράλληλα σύνταξη και μισθό.

Ωστόσο, Βουλή και Κυβέρνηση έχουν λογαριάσει χωρίς να λάβουν υπόψη τους όλα τα δεδομένα. Και αυτό, γιατί μπορεί να «έκοψαν» τις συντάξεις σε μελλοντικούς αξιωματούχους, αφήνοντάς τους ένα ποσό €500 το μήνα, ωστόσο αυτό είναι αντίθετο με την απόφαση του Δικαστήριου 2013 στην υπόθεση Κουτσελίνη, σε ό,τι αφορά τους σημερινούς αξιωματούχους.

Τότε, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε θεωρήσει τη σύνταξη ως περιουσιακό στοιχείο και θεώρησε ως αντισυνταγματική την αποκοπή του νόμου. Από τις 21 Αυγούστου, με βάση το νέο νομικό πλαίσιο, στην ουσία οι μελλοντικοί αξιωματούχοι δεν λαμβάνουν σύνταξη και μισθό ταυτόχρονα, ούτε και πολλαπλές συντάξεις.

Όμως κατά τους ελέγχους που έκαναν τεχνοκράτες, έχουν διαπιστώσει πως, όπως είναι διατυπωμένη η νομοθεσία, πιθανό να αγγίζει και κάποιους εν ενεργεία αξιωματούχους, δηλαδή, θα αναστέλλεται και γι’ αυτούς η καταβολή της σύνταξης και θα λαμβάνουν ένα μηναίο ποσό €500.

Τον γρίφο καλείται να λύσει το Γενικό Λογιστήριο, το οποίο έχει ζητήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για το τι θα ισχύει τελικά και τι θα εφαρμόζεται.Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, όλοι οι μελλοντικοί κρατικοί αξιωματούχοι (εκτός από τις εξαιρέσεις που αποφάσισε η Βουλή) θα λαμβάνουν σύνταξη στο 65ο έτος της ηλικίας τους, αντί από το 60ό έτος που ισχύει τώρα για τους υφιστάμενους αξιωματούχους.

Παράλληλα, αναστέλλεται η καταβολή σύνταξης σε περίπτωση που κάποιος αξιωματούχος αναλάβει νέο αξίωμα. Θα λαμβάνει ένα ποσό €500 από τη σύνταξη, ενώ το υπόλοιπο θα αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα βρίσκεται στην κρατική θέση.

Επιπρόσθετα, προβλέπει την οικειοθελή αποποίηση των συντάξεων που λαμβάνουν από το κράτος για όσο διάστημα κατέχουν δημόσια αξιώματα. Ουσιαστικά, ο Γενικός Εισαγγελέας, μέσα από τη γνωμάτευση του θα ξεκαθαρίσει ποιους αφορά η αναστολή της σύνταξης και εάν αγγίζει τους εν ενεργεία αξιωματούχους, καθώς με βάσει την προηγούμενη γνωμάτευση του λόγω της δικαστικής απόφασης είχε αποφασίσει την συνέχιση της καταβολής της σύνταξης, παρόλο που ο βασικός νόμος του 1980 τις ανέστελλε.

Ουσιαστικά, η δικαστική απόφαση ανάτρεπε ο βασικό νόμο του 1980 και συνεχιζόταν η καταβολή των συντάξεων. Στην περίπτωση που η γνωμάτευση καταλήξει πως το μέτρο πρέπει να αγγίζει και τους εν ενέργεια αξιωματούχους θεωρείται δεδομένο πως κάποιοι επηρεαζόμενοι θα προσφύγουν στην δικαιοσύνη και ο νόμος θα «πέσει» για άλλη μια φορά.

Δεν μηδενίζουμε τις προσπάθειες που κατέβαλε για ενάμιση χρόνο η Βουλή, η οποία ωστόσο έβαλε πολύ ψηλά τον πήχη, με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί ο συνολικός στόχος που επιδίωκε.

Από την άλλη, η εκτελεστική εξουσία συναίνεσε με τη νέα νομοθεσία, για να μην προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προχωρούσε σε αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο θα δεχόταν πολλά πυρά. Πολλές φορές εκπρόσωποι της Νομικής Υπηρεσίας είχαν ενημερώσει τη Βουλή πως κάποιες από τις πρόνοιες ήταν αντισυνταγματικές. Μάλιστα, στην αναπομπή για το συγκεκριμένο ζήτημα είχε κάνει κάποιες υποδείξεις, χωρίς ωστόσο να ληφθούν υπόψη. Αφού η Νομική Υπηρεσία λύσει το γρίφο της νέας νομοθεσίας, θα ήταν καλό στην πορεία η Κυβέρνηση να τη θωρακίσει, καθώς όπως είναι τώρα τα πράγματα είναι δεδομένο δύσκολα ο νόμος θα σταθεί στο δικαστήριο. Κάποιες φορές θα ήταν καλό να λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις των ειδικών, οι οποίοι ξέρουν κάτι περισσότερο.

Exit mobile version