29 Ιουνίου, 2025
11:15 μμ

Όταν η Κυπριακή Δημοκρατία εισερχόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η μεγάλη πλειοψηφία των κυπρίων πολιτών αισθανόταν ανακούφιση και ικανοποίηση.  Για διάφορους και διαφορετικούς λόγους.  Άλλοι για λόγους ιδεολογικούς και πολιτικούς, άλλοι οικονομικούς και άλλοι για λόγους ασφάλειας.  Σοβαρότατο κομμάτι στην κρίση των κυπρίων έπαιξε τότε η προσδοκία πως η Ε.Ε. θα καταστεί καταλύτης για την λύση του κυπριακού.  Φυσικά, αυτό που διέλαθε της προσοχής ήταν το τι λύση θα μπορούσε να προκρίνει η Ε.Ε.  Γιατί λύση προκρίνει και η μεγάλη πλειοψηφία των ε/κ αλλά στο μυαλό του καθενός μας δεν υπάρχει η ίδια λύση.  Δεν θα σταθώ άλλο όμως στο κυπριακό, γιατί δεν είναι το θέμα μου.  Τότε λοιπόν, το 2004, υπήρξε μια ευφορία εφ’ όλης της ύλης.

 Βέβαια για να είμαι ορθός, υπήρξαν και φωνές που προειδοποιούσαν ότι θα υπήρχαν και δυσκολίες και προβλήματα.  Ιδιαίτερα στο οικονομικό τομέα.  Υπήρξαν και έντονες προειδοποιήσεις ότι εντός Ε.Ε. δεν υπάρχει και τόση ίση μεταχείριση κρατών ούτε και ισότιμη συμπεριφορά, όπως πολλοί πίστευαν.  Αυτήν την άνιση συμπεριφορά και στάση τη βιώσαμε το 2013, όταν επιβλήθηκε το κούρεμα στην μικρή Κύπρο, της οποίας τα οικονομικά δεδομένα ήταν πολύ καλύτερα από χώρες όπως οι Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, στις οποίες όχι  μόνο δεν επιβλήθηκε κούρεμα, αλλά κυρίως οι πρώτες δύο διασώθηκαν κυριολεκτικά, από τα ταμεία της Ε.Ε.  Όμως θα σταματήσω ως εδώ και για το οικονομικό σκέλος της παρουσίας μας στην Ε.Ε. γιατί ούτε η οικονομία είναι το θέμα μου. Έστω και αν η απόφαση του ΝΑΤΟ κατά απαίτηση Τραμπ να ανεβάσει το ποσοστό αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ θα επηρεάσει αφάνταστα αρνητικά την οικονομία όλων σχεδόν των χωρών μελών της Ε.Ε.

Εισερχόμενοι στην Ε.Ε. έχουμε αναλάβει υποχρεώσεις και δεσμεύσεις. Έχουμε παράλληλα αποκτήσει δικαιώματα και ευκαιρίες. Με την πάροδο του χρόνου όμως, κατά τη γνώμη μου, περιορίζονται τα δικαιώματα και οι ευκαιρίες και αυξάνονται οι υποχρεώσεις και οι δεσμεύσεις σε όλους τους τομείς.  Και αυτό θα καταστεί ανυπόφορο αν και εφόσον καταργηθεί το δικαίωμα του βέτο.  Σε αυτόν τον οργανισμό λοιπόν, την Ε.Ε., ως αποτέλεσμα των διεθνών εξελίξεων, στενεύουν ακόμα περισσότερο τα περιθώρια άσκησης εθνικής πολιτικής, ιδιαίτερα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ειδικά και ευρύτερα οι διεθνείς εξελίξεις γενικά, οδηγούν και την Ε.Ε. σε μια στρατικοποίηση της πολιτικής και οικονομικής συμπεριφοράς της και κατ’ επέκταση και αυτής των κρατών μελών.  Το αυστηρότατο πλαίσιο άσκησης εξωτερικής πολιτικής οδηγεί σε φαινόμενα που δεν ξέρεις αν θα γελάς ή αν θα κλαις.  Όπως για παράδειγμα η στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των ηγετικών χωρών της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία.  Η στάση θωπείας προς ένα δικτατορικό καθεστώς, το οποίο είναι ταυτόχρονα αναξιόπιστο εφ’ όλης της ύλης και ειδικά αναξιόπιστο έναντι αυτών που το θωπεύουν. Αυτή η στάση της Ε.Ε. αλλά και άλλων οδήγησε τελικά και σε μια παράξενη τουλάχιστον σχέση μεταξύ των εταίρων στο ΝΑΤΟ και γειτόνων γεωγραφικά. Της Ελλάδας και της Τουρκίας. Παράξενη σχέση εννοώ το γεγονός ότι η μεν Ελλάδα τείνει συνεχώς χέρι φιλίας και ειρήνης που της δημιουργούν διάφορα προβλήματα, αλλά και μια εικόνα διαρκούς τουλάχιστον αυτοσυγκράτησης, η δε Τουρκία, επιτίθενται διαρκώς, διεκδικώντας προκλητικά όλο και περισσότερα .  Να προσθέσω βέβαια στην αρπακτική συμπεριφορά της Τουρκίας την στάση της στο κυπριακό.  Μια στάση που αποτελεί κυριολεκτικά φτύσιμο των θέσεων του ΟΗΕ αλλά και της Ε.Ε. στο θέμα.

Το θέμα μου είναι ακριβώς αυτό. Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής όντας κράτος μέλος της Ε.Ε. όπου οι συνθήκες σήμερα καθορίζονται, κατά την κρίση μου, από τα ακόλουθα δεδομένα:

  1. Ο ολοένα αυξανόμενος και ολοένα συνειδητά καλλιεργούμενος ρωσικός φόβος.  Το «έρχονται οι Ρώσοι»  καθορίζει τις πολιτικές σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική.  Πράγμα που οδηγεί σε παραδοξότητες, όπως αυτή του νέου καθεστώτος στη Συρία.  Οπου στηρίχθηκε και στηρίζεται ένας επικηρυγμένος από τη Δύση αρχιτρομοκράτης, του οποίου το καθεστώς συνεχίζει να συμπεριφέρεται ως τέτοιο και το οποίο όμως την ίδια ώρα δεν ενοχλεί τις δύο Ρωσικές βάσεις στη Συρία.
  2. Η τεράστια αγωνία των ηγετικών κρατών της Ένωσης, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, κυρίως των δύο πρώτων, αν θα τα καταφέρουν, να κρατήσουν την Ε.Ε. όχι ισότιμο αλλά τουλάχιστον σεβαστό εταίρο των μεγάλων δυνάμεων του πλανήτη.  Δηλαδή των ΗΠΑ, Κίνας και Ρωσίας.
  3. Η ανησυχία Γαλλίας και Γερμανίας, αν θα μπορέσουν να συνεχίσουν να ελέγχουν την Ε.Ε. με κύριο γνώμονα τη δική τους ηγεμονία και εξυπηρέτηση των δικών τους ευρύτερων συμφερόντων.
  4. Η ανάγκη να κρατηθεί η Ε.Ε. ενωμένη, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, λόγω ισχυρών διαφωνιών σε αρκετά κορυφαία ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι Βρυξέλλες.
  5. Η αυξανόμενη δυσαρέσκεια στο εσωτερικό πολλών χωρών της Ένωσης, προς το καθεστώς πραγμάτων και της τάξης που επικρατεί στην Ένωση.  Λάβαρο αυτής της δυσαρέσκειας η απόρριψη του ρόλου των Βρυξελλών.  Ήδη από Γαλλία έως Πολωνία οι δυνάμεις που απορρίπτουν τον ηγεμονικό ρόλο των Βρυξελλών και τις πολιτικές τους πληθαίνουν.
  6. Η απόφαση για τη δυσθεώρητη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των χωρών μελών της Ένωσης, συν η αύξηση των ιδίων δαπανών στα πλαίσια του ΝΑΤΟ δυσχεραίνουν αφάνταστα,  την ήδη δύσκολη οικονομική κατάσταση εντός των κοινωνιών των χωρών μελών.  Αυτό φυσικά αποτελεί βούτυρο στο ψωμί των δυνάμεων εντός Ε.Ε. που επιθυμούν ριζικές και ανατρεπτικές αλλαγές.
  7. Η περίεργη σχέση όπως έχει εξελιχθεί επί Τραμπ, μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.   Η Ένωση δεν μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία.  Με κάποιον πρέπει να συνεργαστεί.  Η αλλοπρόσαλλη στάση Τραμπ δεν της επιτρέπει να λάβει οριστικές και καθαρές αποφάσεις.
  8. Το γεγονός ότι τα ηγετικά κράτη της Ένωσης έχουν ακόμα δικά τους διαφορετικά και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα σε διάφορες περιοχές της Γης.  Εξ ού και οι διαφορές στις τοποθετήσεις αυτών των χωρών σε ειδικές περιοχές του πλανήτη.  Για παράδειγμα δεν έχουν την ίδια προσέγγιση για τα θέματα της Μέσης Ανατολής, Γαλλία και Γερμανία.  Από το Παλαιστινιακό ως την Τουρκία π.χ. και άλλα, έχουν ουσιαστικές αποκλίσεις.  Με άλλο φακό αντικρίζουν διάφορες χώρες τη Ένωσης π.χ. το καθεστώς της Λιβύης και άλλο η Ελλάδα της οποίας κινδυνεύουν τα εθνικά συμφέροντα, από τη σχέση Λιβύης – Τουρκίας.
  9. Το γεγονός ότι η Ε.Ε. έχει μείνει κατά παρασάγγας πίσω σε ότι αφορά το επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης συγκριτικά με αρκετές άλλες χώρες και ειδικά του κολοσσούς σε αυτό τον τομέα όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ.
  10. Το αβάστακτο πρόβλημα της ενεργειακής έλλειψης και ενεργειακής ανασφάλειας σε συνδυασμό με την ουσιαστική αποτυχία της αναπλήρωσης παραγωγής ενέργειας μέσον των ΑΠΕ.  Ένα πρόγραμμα το οποίο έχει αποτύχει και ως προς το κεφάλαιο, προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και ως προς το κεφάλαιο προστασίας της γεωργικής γης και του αγροτικού τομέα παραγωγής ευρύτερα.
  11. Το απίστευτο μέγεθος του μεταναστευτικού προβλήματος που έχει ήδη φτάσει σε ανατρεπτικά  για ορισμένες χώρες κράτη μέλη επίπεδα.

Μέσα σε αυτό λοιπόν το απίστευτο πλέγμα αντιφατικών συμφερόντων, πολιτικών και αποτελεσμάτων, τα μικρά  κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα, καλούνται να καθορίζουν εξωτερική πολιτική.  Εξαιρετικά δύσκολο μεν, αλλά αναγκαίο δε.  Πολύ περισσότερο φανταστείτε τη δυσκολία καθορισμού εξωτερικής πολιτικής από τα ακόμα μικρότερα κράτη όπως η Κύπρος.  Η οποία έχει να αντιμετωπίσει επιπλέον και πρόβλημα εισβολής και κατοχής.  Άρα πρόβλημα επιβίωσης.  Ακόμα πιο δύσκολο και ακόμα πιο αναγκαίο.  Πυξίδα φυσικά για τον καθορισμό της εξωτερικής πολιτικής είναι από τη μια η προσήλωση σε αρχές και από την άλλη η εξυπηρέτηση του βασικού εθνικού στόχου.  Πράγμα καθόλου εύκολο μέσα στον ωκεανό των πολλαπλών και αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων διεθνώς, περιφερειακώς αλλά και εντός της  Ένωσης.  Για την εξωτερική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας εντός Ε.Ε. θα επανέλθω.

Exit mobile version