Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξαν σε εμπορική συμφωνία που προβλέπει την επιβολή δασμών 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα, με εξαίρεση τον χάλυβα και το αλουμίνιο. Η συμφωνία ανακοινώθηκε από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, οι οποίοι τη χαρακτήρισαν «τη μεγαλύτερη συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών».
Η φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για «μια εμπορική συμφωνία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου», προσθέτοντας ότι η ΕΕ θα προβεί σε επενδύσεις ύψους 600 δισ. δολαρίων και θα αγοράσει ενέργεια και στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας 750 δισ. δολαρίων από τις ΗΠΑ.
Οι νέοι δασμοί θα εφαρμοστούν σε αυτοκίνητα, ημιαγωγούς και φαρμακευτικά προϊόντα. Αντίθετα, μηδενικοί δασμοί θα ισχύσουν εκατέρωθεν για αεροσκάφη και εξαρτήματα, επιλεγμένα αγροτικά και χημικά προϊόντα. Η πρόεδρος της Επιτροπής τόνισε ότι η ΕΕ θα αυξήσει τις εισαγωγές LNG από τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Η συμφωνία δεν περιλαμβάνει ακόμη ρύθμιση για τα οινοπνευματώδη ποτά, ενώ αναμένεται να εξεταστούν οι λεπτομέρειες τις επόμενες εβδομάδες. Η επικύρωση από τα κράτη μέλη της ΕΕ εκκρεμεί, καθώς οι μόνιμοι αντιπρόσωποι ενημερώθηκαν από τη Γροιλανδία και θα συνεδριάσουν για να εγκρίνουν το πακέτο.
Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Χάουαρντ Λούτνικ ανακοίνωσε ότι οι τελικές αποφάσεις για τα φάρμακα και τους ημιαγωγούς θα ληφθούν εντός δύο εβδομάδων, στο πλαίσιο ανεξάρτητης έρευνας.
Η συμφωνία επιτεύχθηκε λίγες ημέρες πριν την 1η Αυγούστου, ημερομηνία-ορόσημο για ενδεχόμενη επιβολή υψηλότερων δασμών από τις ΗΠΑ. Ο Τραμπ είχε απειλήσει με δασμούς 50% στα ευρωπαϊκά αγαθά, προτού υποχωρήσει στο 30%.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μολονότι επιδίωκε μηδενικούς δασμούς, είχε ετοιμάσει πακέτο αντιποίνων ύψους 93 δισ. ευρώ.
Η Γαλλία υποδέχθηκε τη συμφωνία με επιφυλάξεις. Ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μπενζαμέν Αντάντ τη χαρακτήρισε «ανισοβαρή», παρά τις θετικές προβλέψεις για τον τομέα των αλκοολούχων ποτών.
Οι αγορές αντέδρασαν θετικά, με το ευρώ να ενισχύεται 0,27% έναντι του δολαρίου. Ορισμένοι αναλυτές τη συνέκριναν με τη συμφωνία ΗΠΑ-Ιαπωνίας, εκτιμώντας ότι ενδέχεται να περιορίσει τις αβεβαιότητες στις αγορές.
Ο Τραμπ απέρριψε αιχμές ότι η ανακοίνωση έγινε για να επισκιάσει την υπόθεση Έπστιν, κάνοντας λόγο για «μια καλή ημέρα για την ευρωπαϊκή και την αμερικανική οικονομία». Οι διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Κίνας αναμένεται να ακολουθήσουν, με συνάντηση στη Στοκχόλμη.