Ο βηματοδότης είναι μία ιατρική συσκευή που έχει πλέον εισέλθει στη συλλογική συνείδηση των ασθενών. Εκτιμάται ότι περίπου 3 εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως ζουν με βηματοδότη ενώ πραγματοποιούνται περίπου 600 000 επεμβάσεις εμφύτευσης βηματοδοτών κάθε χρόνο. Ταυτόχρονα η τεχνολογία των συσκευών και η τεχνογνωσία των ιατρών που ασχολούνται με βηματοδότες έχει εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία 60 χρόνια όπου και πραγματοποιούνται εμφυτεύσεις σε μεγάλους αριθμούς. Οι σύγχρονες συσκευές επιτρέπουν στους ασθενείς να ζουν μία ζωή με ελάχιστους περιορισμούς και υπάρχουν ορισμένοι που ολοκληρώνουν ακόμη και μαραθωνίους ή άλλες ακραίες δραστηριότητες παρά την παρουσία βηματοδότη.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣ ;
Η βασική λειτουργία του βηματοδότη είναι να αισθάνεται την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς και να παρέχει ηλεκτρική διέγερση όταν χρειάζεται. Ο βηματοδότης δουλεύει συνεχώς και παρέχει την δυνατότητα διαχείρισης του καρδιακού ρυθμού για αποφυγή βραδυκαρδίας ανά πάσα στιγμή. Η συσκευή αποτελείται από το ‘κουτί’ το οποίο τοποθετείται συνήθως υποδόρια στο αριστερό στήθος κάτω από την κλείδα. Μέσα στο κουτί υπάρχει ένα μικρό κομπιούτερ που αναλύει την καρδιακή δραστηριότητα (1), η μπαταρία, η οποία διαρκεί κατά μέσο όρο 8-10 χρόνια (2) και υποδοχές για τα καλώδια (3). Τα καλώδια (4, 5) εισάγονται στον κόλπο και την κοιλία της καρδιάς μέσω των κεντρικών φλεβών και με ακτινογραφική καθοδήγηση.
Υπάρχουν διαφορετικά είδη βηματοδοτών και ο συγκεκριμένος τύπος που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται από την κλινική αξιολόγηση και καρδιακή λειτουργία του κάθε ασθενούς (π.χ. απινιδωτής, αμφικοιλιακός βηματοδότης).

Εικόνα 1: αποδομημένος βηματοδότης που δείχνει τα συνιστώντα κομμάτια συμπεριλαμβανομένου των κυκλωμάτων και της μπαταρίας.
Εικόνα 2: τα καλώδια βηματοδότη και πως συνδέονται με το κουτί.
ΠΟΤΕ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Ο ΒΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣ ;
Η κύρια χρήση του βηματοδότη είναι για την θεραπεία παθολογικών βραδυκαρδιών. Η διάγνωση αυτών γίνεται μετά από επίσκεψη σε καρδιολόγο και με τη χρήση Ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ) και κλινικής εξετάσεως. Συνήθως υπάρχουν και συμπτώματα βραδυκαρδίας όπως λιποθυμία, εύκολη κόπωση και δύσπνοια. Ασθενείς οι οποίοι έχουν άλλα καρδιολογικά προβλήματα είναι σε αυξημένο ρίσκο να παρουσιάσουν προβλήματα ρυθμού και να χρειαστούν βηματοδότηση. Κάποτε χρειάζεται να πραγματοποιηθούν και άλλες διαγνωστικές εξετάσεις όπως Holter ρυθμού (24/48/72 ώρες) ή και πιο μακροχρόνια καταγραφή ρυθμού για να αποφασιστεί εάν χρειάζεται βηματοδότηση.
Οι πιο συχνές διαγνώσεις είναι:
Κολποκοιλικακός αποκλεισμός – πρόβλημα με την ηλεκτρική επικοινωνία των κόλπων και των κοιλίων της καρδιάς και διαχωρίζονται σε πρώτου, δεύτερου και τρίτου βαθμού, με αύξουσα σοβαρότητα ανά βαθμό. Παρουσιάζεται συνήθως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Σε σοβαρές περιπτώσεις (2ου ή 3ου βαθμού) χρήζει επείγουσας θεραπείας.

Εικόνα 3: καρδιογράφημα που δείχνει βραδυκαρδία και κολποκοιλιακό αποκλεισμό.
Νόσος φλεβόκομβου – πάθηση του φυσιολογικού βηματοδότη της καρδιάς, του φλεβόκομβου, που αδυνατεί να ανταποκριθεί με την πρέπουσα συχνότητα στις απαιτήσεις της καρδιάς, προκαλώντας συμπτώματα.
Οι ενδείξεις τοποθετήσεως απινιδωτή ή αμφικοιλιακού βηματοδότη είναι διαφορετικές και σχετίζονται συνήθως με την παρουσία σημαντικής καρδιακής ανεπάρκειας ή σοβαρών αρρυθμιών που μπορεί να προκαλέσουν θάνατο. Αυτά αξιολογούνται πάντοτε από τους θεράποντες καρδιολόγους πριν την διεξαγωγή οποιασδήποτε επεμβάσεως.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ
Οι επεμβάσεις τοποθέτησης βηματοδότη πραγματοποιούνται πάντοτε στο καρδιολογικό αιμοδυναμικό εργαστήριο υπό αυστηρώς στείρες συνθήκες και με τη χρήση ακτινολογικής καθοδήγησης. Χρησιμοποιούνται τοπική αναισθησία και ελαφρά ηρεμιστικά, όχι γενική αναισθησία, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις υψηλής πολυπλοκότητας. Τα καλώδια τοποθετούνται στην κατάλληλη θέση (συνήθως δεξιά κοιλία και δεξιό κόλπο) και γίνονται οι κατάλληλοι έλεγχοι όσον αφορά τις ηλεκτρικές παραμέτρους. Όταν ο γιατρός είναι ευχαριστημένος με τις παραμέτρους τότε συνδέονται με την συσκευή και αυτή τοποθετείται κάτω από την αριστερή κλείδα. Η τομή μετά κλείνεται με ραφές. Μετά την επέμβαση ο ασθενής μένει στο νοσοκομείο για ένα βράδυ, γίνονται περαιτέρω έλεγχοι το πρωί και μετά δίνεται εξιτήριο.
Μετεγχειρητικά υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί για 4 εβδομάδες μετά την επέμβαση, ειδικά όσον αφορά την χρήση του αριστερού χεριού: δεν επιτρέπεται να ανεβαίνει ψηλά ο αριστερός ώμος ούτε και να σηκώνεται βάρη με το αριστερό χέρι. Για προληπτικούς λόγους δεν επιτρέπεται ούτε το οδήγημα για 4 εβδομάδες. Μετά το πέρας αυτού του χρόνου ο ασθενής μπορεί ουσιαστικά να συνεχίσει την ζωή του κανονικά και υπάρχουν ελάχιστες προφυλάξεις που πρέπει να τηρούνται.
ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΜΕ ΒΗΜΑΤΟΔΟΤΗ
Με τη σημαντική τεχνολογική πρόοδο των βηματοδοτών τα τελευταία χρόνια η ποιότητα ζωής των ασθενών έχει βελτιωθεί σημαντικά. Πέρα από κάποιες προφυλάξεις που αναφέρονται πιο πάνω δεν υπάρχουν σημαντικοί καθημερινοί περιορισμοί. Επιτρέπεται η χρήση όλων των ηλεκτρονικών συσκευών καθημερινής χρήσης (π.χ. κινητό τηλέφωνο, τηλεκοντρόλ, φούρνος μικροκυμάτων κτλ) και γυμναστική όπως ποδηλασία ή τρέξιμο (ακόμη και προπόνηση με βάρη σε λογικά πλαίσια). Η μπαταρία μιας συσκευής συνήθως διαρκεί τουλάχιστον 8 χρόνια οπόταν δεν χρειάζεται επέμβαση πριν από τότε και οι σύγχρονες συσκευές είναι μικρές σε μέγεθος χωρίς να προκαλούν ιδιαίτερα αισθητικά προβλήματα.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία εντυπωσιακή ανάπτυξη των τεχνολογιών βηματοδότησης που υπόσχονται να βελτιώσουν περαιτέρω την φροντίδα και την ποιότητα ζωής των ασθενών με καρδιακές συσκευές. Οι βηματοδότες χωρίς καλώδια (ασύρματοι βηματοδότες/leadless pacemakers) εισήχθησαν στην αγορά το 2016 με το Medtronic Micra. Αντί καλωδίων και ‘κουτιού΄ο βηματοδότης είναι μία κάψουλα με όγκο λιγότερο από 1 cm3 και εμφυτεύεται κατευθείαν μέσα στη δεξιά κοιλία της καρδιάς. Το κρίσιμο πλεονέκτημα τους είναι το πολύ μικρότερο ρίσκο μολύνσεως της συσκευής και έτσι χρησιμοποιούνται συχνά σε ασθενείς με ψηλό ρίσκο επιμολύνσεως. Ταυτόχρονα δεν απαιτείται μακροπρόθεσμη πρόσβαση στα μεγάλα αγγεία του θώρακα (η εμφύτευση γίνεται από την μηριαία αρτηρία), έτσι αποφεύγονται μακροπρόσθεσμα προβλήματα με αγγειακή πρόσβαση. Υπάρχουν και σημαντικά μειονεκτήματα στην λειτουργία των ασύρματων συσκευών και δεν ενδείκνυνται για
όλους τους ασθενείς.

Εικόνα 4: ασύρματος βηματοδότης και σύγκριση μεγέθους με νόμισμα.
Μία άλλη σημαντική εξέλιξη είναι η χρήση υποδόριων απινιδωτών αντί των συμβατικών διαφλέβιων συσκευών. Ο υποδόριος απινιδωτής δεν χρησιμοποιεί αγγειακή πρόσβαση, αντ’αυτού το ηλεκτρόδιο εμφυτεύεται υποδόρια πάνω από το στέρνο και η συσκευή στην αριστερή υπομασχάλια περιοχή. Είναι εξίσου αποτελεσματικός όσον αφορά την απινίδωση της καρδιάς όταν ανιχνευθεί επικίνδυνη αρρυθμία αλλά δεν προσφέρει δυνατότητα βηματοδοτήσεως. Είναι μία εξαιρετική λύση για συγκεκριμένους ασθενείς και επίσης προσφέρει μικρότερο ποσοστό μολύνσεως και αποφυγή προβλημάτων αγγειακής πρόσβασης στο μέλλον.

Εικόνα 5: αναπαράσταση της τοποθέτησης υποδόριου απινιδωτή στο σώμα.
Στο Απολλώνειο Ιδιωτικό Νοσοκομείο διενεργούνται επεμβάσεις εμφυτεύσεως όλων των τύπων βηματοδοτών και απινιδωτών συμπεριλαμβανομένου και των νεότερων συσκευών όπως ασύρματοι βηματοδότες και υποδόριοι απινιδωτές, τεχνικές στις οποίες το κέντρο πρωτοπορεί. Το κέντρο μας επίσης περιθάλπει τόσο προγραμματισμένα περιστατικά όσο και επείγοντα περιστατικά που παρουσιάζονται στο τμήμα πρώτων βοηθειών επί 24ώρου βάσεως. Την εξειδικευμένη ομάδα που ασχολείται με τις καρδιακές συσκευές αποτελούν ο Δρ Ηλίας Παπασάββας και ο Δρ Κυριάκος Μούγης, ενώ διευθυντής του καρδιολογικού τμήματος είναι ο Δρ Γεώργιος Γεωργίου.
*BM BCh (Οξφόρδη), MA (Κέιμπριτζ), MRCP (Λονδίνο), CCDS / Καρδιολόγος – Ηλεκτροφυσιολόγος
Ειδικός στα Εμφυτεύσιμα Καρδιολογικά Συστήματα και την Καρδιακή Ανεπάρκεια
