Προσέφυγε οκτώ φορές στη δικαιοσύνη για το ίδιο ζήτημα, πήρε και τις οκτώ φορές αρνητική απάντηση αλλά επέμενε. Μέχρι που το Εφετείο του εξέδωσε… απαγορευτικό και χωρίς άδεια να μην μπορεί να αποταθεί εκ νέου στο Δικαστήριο.
Πρόκειται για αιτητή που η υπόθεσή του αφορά περιουσιακές διαφορές με την πρώην σύζυγό του. Με νέα αίτηση στο Εφετείο, η όγδοη στη σειρά ζητούσε το επανάνοιγμα της έφεσης του, υποστηρίζοντας ότι το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Εφετείο στις 11.2.10, κατά την έκδοση της τελικής απόφασης του, παρέλειψε να εξετάσει μαρτυρίες, οι οποίες είχαν παρουσιαστεί. Αναφέρεται βασικά στην υπόθεση ΧΧΧΧ ν. ΧΧΧΧ (2010) με την οποία, τόσον η δική του έφεση όσον και η έφεση της πρώην συζύγου του, εν σχέσει με πρωτόδικη απόφαση επί των περιουσιακών τους διαφορών, είχαν απορριφθεί.
Όπως σημειώνει το Εφετείο, είναι η πολλοστή φορά που ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της πιο πάνω απόφασης με διαδικασίες που καταχωρίζει είτε ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου είτε ενώπιον του νεοσυσταθέντος Εφετείου ή και του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, με παρόμοιο ή παραπλήσιο αίτημα.
Αυτός ήταν ο λόγος, αναφέρεται σε απόφαση του Εφετείου, εξαιτίας του οποίου κρίναμε αναγκαίο όπως καλέσουμε τον Αιτητή και θέσουμε στον ίδιο αφενός το ζήτημα πιθανής κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας και αφετέρου το ζήτημα της πιθανής έκδοσης απαγορευτικού διατάγματος (Civil Restraint Order τύπου Grepe v. Loam) εν σχέσει με την περαιτέρω καταχώριση παρόμοιων αιτήσεων στην ως άνω έφεση. Παρεμβάλλουμε εδώ ότι, όπως και στην πρόσφατη αίτηση (ημερ. 19.3.25) που είχε καταχωρήσει ενώπιον του Εφετείου, έτσι και στην παρούσα, ο αιτητής παρέλειψε να εξασφαλίσει προηγουμένως την απαραίτητη άδεια του Εφετείου για τέτοια αίτηση.
Όπως σημειώνει το Δικαστήριο, δεν έχει διαφοροποιηθεί οτιδήποτε από την ως προηγούμενη απόφαση του. Ούτε ως προς το δικονομικό ούτε ως προς το ουσιαστικό ζήτημα. «Είναι εμφανές ότι ο αιτητής παραγνωρίζει πλήρως τη δικαστική κρίση και επανέρχεται προβάλλοντας επανειλημμένως τα ίδια ζητήματα. Έχουμε την άποψη πως μια τέτοια πορεία και χειρισμός αναμφίβολα συνιστούν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Όπως ήδη αναφέραμε, μας έχει εξαρχής προβληματίσει το κατά πόσον η παρούσα είναι κατάλληλη περίπτωση για την έκδοση διατάγματος περιορισμού έγερσης διαδικασιών σε σχέση με την υπόθεση του».
Περαιτέρω τονίζεται ότι έχοντας υπ’ όψιν το ιστορικό της παρούσας υπόθεσης και κυρίως την καταχώριση εκ μέρους του αιτητή κατ’ επανάληψη αλλεπάλληλων διαδικασιών, οι οποίες αποσκοπούν όλες στο επανάνοιγμα και στην επανεξέταση της έφεσης, κρίνουμε πως είναι αναγκαίο όπως το Εφετείο ασκήσει τη συμφυή εξουσία του, ούτως ώστε να βεβαιωθεί για τη μη επανάληψη του φαινομένου, τουλάχιστον στα πλαίσια της έφεσης. Η αναγκαιότητα για εξοικονόμηση χρόνου, εξόδων και δυνάμεων προς όφελος της πλειάδας των υποθέσεων οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του Εφετείου δεν αφήνει άλλη επιλογή, αναφέρται.
Εν τέλει το Εφετείο απέρριψε εν πρώτοις την αίτηση του ως καταχρηστική και εξέδωσε διάταγμα περιορισμού έγερσης διαδικασιών, δια του οποίου απαγορεύεται στον αιτητή – εφεσείοντα είτε προσωπικώς είτε μέσω άλλου, να καταχωρήσει οποιαδήποτε περαιτέρω αίτηση στο πλαίσιο της ως άνω έφεσης ή σε σχέση με αυτήν, εκτός εάν προηγουμένως έχει εξασφαλιστεί η άδεια του Εφετείου. Σε περίπτωση κατά την οποία καταχωριστεί τέτοια αίτηση χωρίς να έχει προηγουμένως δοθεί άδεια από το Εφετείο, τότε η αίτηση αυτή θα απορρίπτεται χωρίς να απαιτείται ακρόαση της, τονίζουν οι τρεις δικαστές.


