Στη Νομική Υπηρεσία για νομοτεχνικό έλεγχο βρίσκεται το νομοσχέδιο που επιτρέπει την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων για σκοπούς πάταξης του οργανωμένου εγκλήματος και τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης.
Το «όπλο» της παρακολούθησης τηλεφώνων εκτιμάται ότι θα συμβάλει στην πρόληψη εγκλημάτων, αλλά κυρίως στην εξιχνίαση, όπως τώρα με τη δολοφονία του Σταύρου Δημοσθένους. Το υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως ολοκλήρωσε τις αλλαγές στον νόμο που ψηφίστηκε το 2020, αλλά δεν εφαρμόστηκε ποτέ και έχει αποστείλει το τελικό νομοσχέδιο στη Νομική Υπηρεσία. Αναμένεται ότι μόλις αυτές εξεταστούν νομικά, αυτό θα προωθηθεί στη Βουλή για ψήφιση, ώστε να τεθεί σε εφαρμογή η νομοθεσία που καταργεί πλέον το απόρρητο της ιδιωτικής επικοινωνίας, πάντα υπό όρους και προϋποθέσεις.
Ως γνωστόν, η νομοθεσία που επιτρέπει για πρώτη φορά στην Κύπρο την παρακολούθηση τηλεφωνικών συνδιαλέξεων με την καταγραφή τους ύστερα από αίτημα της Αστυνομίας ή της ΚΥΠ, παρόλο ότι ψηφίστηκε πριν πέντε χρόνια μετά από πολλές συζητήσεις και προβληματισμούς, εντούτοις δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Τεχνικά και άλλα προβλήματα, αλλά και νομικά κενά που εντοπίστηκαν πριν την εφαρμογή της, που ενδεχομένως να χάνονταν ποινικές υποθέσεις, ανέστειλαν την εφαρμογή του νόμου. Η μεγάλη καθυστέρηση στην εφαρμογή της νομοθεσίας, οφείλεται στο γεγονός ότι οι πάροχοι κινητής και σταθερής τηλεφωνίας (Cyta, Cablenet, Epic και Primetel) δεν είχαν τον απαραίτητο τεχνικό εξοπλισμό για να επιλύσουν τα τεχνικά προβλήματα που προέκυπταν, ώστε να μπορούν Αστυνομία και ΚΥΠ να έχουν πρόσβαση στα συστήματά τους και να στήνουν αυτί για παρακολούθηση τηλεφωνικών συνδιαλέξεων. Όταν τελικά τα προβλήματα αυτά επιλύθηκαν, τον περασμένο Νοέμβριο, εκφράστηκαν επιφυλάξεις ως προς τη διαδικασία έκδοσης των σχετικών διαταγμάτων παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων. Και για να αποκλειστεί εντελώς το όποιο ενδεχόμενο να ακυρωθούν εκ των υστέρων αυτά τα διατάγματα ενώπιον της Δικαιοσύνης, εξέλιξη που θα οδηγούσε στην κατάρρευση των ποινικών υποθέσεων που θα εξιχνιάζονταν λόγω της παρακολούθησης τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, κρίθηκε σκόπιμο να θωρακιστεί ακόμη περισσότερο η νομοθεσία πριν την εφαρμογή της. Έτσι, αποφασίστηκε η ετοιμασία τροποποιητικού νομοσχεδίου στο οποίο να ενσωματωθούν αλλαγές που δεν θα επιδέχονται αμφιβολιών ενώπιον δικαστηρίων και να προωθηθούν στη Βουλή.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία που ψήφισε η Βουλή το 2020, κάθε παροχέας διατηρεί κατάλληλη υποδομή και/ή λογισμικό για επισύνδεση και παρέχει άμεσα τις απαραίτητες διευκολύνσεις προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας και/ή τον Διοικητή της ΚΥΠ στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων και των εξουσιών τους που απορρέουν από την έκδοση δικαστικού εντάλματος σύμφωνα με το άρθρο 8. Επίσης, κάθε παροχέας και οι εργαζόμενοι σε αυτόν, λαμβάνουν όλα τα δέοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, για να διασφαλίσουν την τήρηση του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας, στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων τους που απορρέουν από τις διατάξεις του εδαφίου (1) και την εμπιστευτικότητα οποιασδήποτε πληροφορίας περιέρχεται εις γνώση τους συνεπεία της άσκησης των καθηκόντων τους. Υπήρξαν συζητήσεις με τους παρόχους κινητής τηλεφωνίας για διάφορα καίρια ζητήματα, όπως τους χώρους αποθήκευσης των δεδομένων που θα προέκυπταν από τις καταγραφές τηλεφωνικών κλήσεων, τον χρόνο αποθήκευσης και άλλα τεχνικής φύσεως θέματα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εφαρμοστεί η νομοθεσία.
Τώρα, έχει βρεθεί η λύση και αναμένεται ο έλεγχος του νομοσχεδίου ώστε αυτό να σταλεί στη Βουλή και ν’ ανοίξει ο δρόμος των παρακολουθήσεων. Οι παρακολουθήσεις των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων θα γίνονται εφόσον εκδοθεί δικαστικό ένταλμα σε βάρος προσώπου που θεωρείται ύποπτο για τη διερεύνηση των ακόλουθων ποινικών αδικημάτων: Φόνος εκ προμελέτης, ανθρωποκτονία, διαφθορά, τρομοκρατία, κατασκοπία, εμπορία προσώπων και ναρκωτικών, παιδική πορνογραφία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.