Εξελίξεις στο παρασκήνιο διαδραματίζονται σε σχέση με την υπόθεση της Ν.Τ. και την καταγγελία της για βιασμό και τη μετέπειτα καταδίκη της Κύπρου από το ΕΔΑΔ για παραβίαση των δικαιωμάτων της με την αναστολή της ποινικής δίωξης κατά ενός πολιτικού προσώπου.
Η Νομική Υπηρεσία μετά από αίτημα της δικηγόρου της Ν.Τ., Λητώς Καριόλου, της παρέδωσε όλο το μαρτυρικό υλικό για την υπόθεση της καταγγελίας για βιασμό, ώστε να το μελετήσει και ν’ αποφασίσει τι θα συμβουλεύσει τελικά την πελάτισσα της. Υπενθυμίζεται ότι μετά την καταδίκη της Κύπρου από το ΕΔΔΑ για την παρούσα υπόθεση, εξετάστηκε το ενδεχόμενο να ξανανοίξει η υπόθεση, ωστόσο, χρειάζεται η συγκατάθεση της Ν.Τ., ώστε σε πιθανή μελλοντική δίκη να προσέλθει στο Δικαστήριο και να καταθέσει. Η δικηγόρος της ζήτησε να μελετήσει όλες τις λεπτομέρειες της υπόθεσης και τώρα αναμένεται, αφού εξετάσει όλα τα στοιχεία, να ενημερώσει την εντολέα της και να της δώσει οδηγίες για τα επόμενα βήματα.
Παράλληλα, σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», η Νομική Υπηρεσία που μελέτησε την απόφαση του ΕΔΑΔ και τον φάκελο της υπόθεσης, έδωσε οδηγίες στην Αστυνομία για περαιτέρω ενέργειες σε σχέση με την υπόθεση. Οι ενέργειες θα αφορούν ορισμένα ζητήματα και πτυχές της υπόθεσης που κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν, ώστε σε περίπτωση που η επηρεαζόμενη γυναίκα αποφασίσει να προχωρήσει νέα ποινική δίωξη, οι εισαγγελικές Αρχές να είναι έτοιμες να το πράξουν. Αναμένεται ότι τώρα θα γίνουν ενέργειες για τη συλλογή πρόσθετης μαρτυρίας ώστε η Νομική Υπηρεσία να είναι έτοιμη σε περίπτωση νέας δίωξης.
Εξελίξεις για την υπόθεση αναμένονται στις αρχές του 2026, αφού ακόμη εκκρεμούν διάφορες διεργασίες και φυσικά όλα εξαρτώνται από την απόφαση της επηρεαζόμενης γυναίκας.
Υπενθυμίζεται ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με απόφαση στις 3 Ιουλίου 2025, καταδίκασε την Κύπρο για την υπόθεση καταγγελίας βιασμού μετά από προσφυγή της N.T. v. Cyprus αρ. 28150/22. Η προσφεύγουσα, Ν.Τ., Κύπρια υπήκοος γεννηθείσα το 1992 και κάτοικος Λάρνακας, προσέφυγε στη Δικαιοσύνη αναφορικά με τη διερεύνηση των καταγγελιών της περί βιασμού. Το 2021, η ίδια κατήγγειλε στην Αστυνομία ότι είχε βιαστεί δέκα χρόνια νωρίτερα, στην ηλικία των 18 ετών, από έναν συμμαθητή της. Η Αστυνομία κίνησε άμεσα έρευνα και απήγγειλε κατηγορίες στον φερόμενο ως δράστη. Ωστόσο, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, Σάββας Αγγελίδης, αποφάσισε τελικά να διακόψει τις ποινικές διαδικασίες τον Δεκέμβριου του 2021. Η απόφαση αυτή βασίστηκε, κυρίως, σε υποτιθέμενες αντιφάσεις στις καταθέσεις της καταγγέλλουσας, καθώς και στην παραδοχή της ότι της άρεσε ο φερόμενος ως δράστης με τον οποίον προηγουμένως διατηρούσε σχέση και ότι ίσως του είχε στείλει «λανθασμένα μηνύματα».
Η προσφεύγουσα, επικαλούμενη τα Άρθρα 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) και 14 (απαγόρευση διακρίσεων) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, διαμαρτυρήθηκε ότι οι κυπριακές Αρχές δεν διερεύνησαν και δεν εδίωξαν αποτελεσματικά ως προς τις καταγγελίες της για βιασμό. Επιπλέον, υποστήριξε ότι οι Αρχές δεν υιοθέτησαν μια προσέγγιση ευαίσθητη στα θύματα, καθώς την εξέθεσαν σε δευτερογενή θυματοποίηση και διακρίσεις.
Το ΕΔΑΔ διαπίστωσε παραβίαση του Άρθρου 3 (αναφορικά με τη διερεύνηση), του Άρθρου 8 και του Άρθρου 14 σε συνδυασμό με τα Άρθρα 3 και 8 και επιδίκασε στην προσφεύγουσα για μη περιουσιακή ζημία 20.000 ευρώ και για έξοδα 15.470 ευρώ.
Μετά την καταδίκη και τη θύελλα αντιδράσεων που ξέσπασε κατά του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, αυτός σε δηλώσεις του ανέφερε ότι η απόφασή του για αναστολή δίωξης λήφθηκε στη βάση νέας μαρτυρίας και με σκεπτικό ότι αν αποτύγχανε η υπόθεση στο Δικαστήριο, θα στέλλονταν λανθασμένα μηνύματα για άλλα θύματα να μην καταγγέλλουν τέτοιους είδους υποθέσεις. Απέρριψε δε τα περί παραίτησής του.









