Η παγκόσμια “περιοδεία εργασίας” του Ντόναλντ Τραμπ για διπλωματικό εκφοβισμό μέσω της εμπορικής πολιτικής απέφερε τη νεότερη συμφωνία του: μια βασική δασμολογική επιβολή 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, μειωμένη από την πρόσφατη απειλή του για ποσοστό 30%, σε αντάλλαγμα μιας φαινομενικά εκτενούς σειράς ευρωπαϊκών επενδύσεων στις ΗΠΑ, καθώς και μεγάλων αγορών ενεργειακών πόρων και στρατιωτικού εξοπλισμού των ΗΠΑ από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ιαπωνία έκλεισε ανάλογη συμφωνία με τις ΗΠΑ την προηγούμενη εβδομάδα, απορρίπτοντας όμως ορισμένες υπερβολικές αξιώσεις του Τραμπ. “Ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε”, δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Πολλοί θα συμφωνήσουν. Οι ΗΠΑ αποτελούν τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της ΕΕ και έναν κυρίαρχο πάροχο στα πεδία της άμυνας και της τεχνολογίας — μια σπειροειδής επιβολή δασμών σε αντεκδίκηση είναι κάτι που οι Ευρωπαίοι απλώς δεν μπορούν να αντέξουν, όπως τόνισε την περασμένη εβδομάδα ο επικεφαλής της LVMH, Μπερνάρ Αρνό. Η συμφωνία πριν από την προθεσμία της 1ης Αυγούστου, σε επίπεδα που οι μεγάλες εταιρείες χαρακτηρίζουν “διαχειρίσιμα”, είναι θετική για τις αγορές, καθώς απομακρύνει την “ομίχλη δασμών” και αποτρέπει σενάρια σοβαρής πτώσης του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1,2%, σύμφωνα με την Barclays. Από τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία έως τη γαλλική αεροδιαστημική βιομηχανία, το διατλαντικό εμπόριο φαίνεται πια ότι θα συναντά χαμηλότερα εμπόδια σε σχέση με τα αναμενόμενα.
Ωστόσο, είναι δύσκολο να συμφιλιωθεί ο τόνος “αποφύγαμε μια σφαίρα” με την πραγματικότητα: η ενιαία αγορά των 27 χωρών της Ευρώπης αντιμετωπίζει μια άμεση οικονομική επίπτωση. Ο συνδυασμός δασμού 15% και της ανόδου του ευρώ κατά 13% έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους δημιουργεί διπλό πλήγμα ανταγωνιστικότητας, με ελάχιστα ανταλλάγματα. Οι λεπτομέρειες δεν έχουν γίνει γνωστές και δεν είναι σαφές αν αυτό όντως σηματοδοτεί το τέλος των εμπορικών “εχθροπραξιών”. Ενώ οι αμερικανικοί δασμοί αναμένεται να μειώσουν το ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά περίπου 0,4%, αυτό το ποσοστό μπορεί να αυξηθεί σε 0,7% αν υπάρξουν νέες εκπλήξεις, προειδοποιεί το Bloomberg Economics.
Έχοντας υπόψη ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι ήταν έτοιμοι για το χειρότερο σενάριο – όπως πιθανά αντίποινα κατά αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών όπως η Amazon.com ή συνεργασία με άλλες ευάλωτες χώρες όπως ο Καναδάς – είναι περίεργο πόσα παραχωρήθηκαν για τόσο λίγα ανταλλάγματα.
Ο Τραμπ επίσης ισχυρίστηκε ότι η ΕΕ υποσχέθηκε να αγοράσει $750 δισ. σε αμερικανική ενέργεια, να επενδύσει $600 δισ. στις ΗΠΑ και να προμηθευτεί “τεράστιες” ποσότητες αμερικανικών όπλων — υπενθύμιση της ευρωπαϊκής εξάρτησης από την αμερικανική παροχή ασφάλειας, η οποία βοήθησε την αμερικανική διοίκηση να αποσπάσει παραχωρήσεις στο εμπόριο και τη φορολογία. Μόλις πριν από λίγους μήνες, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς ζητούσε μια πιο “ανεξάρτητη” Ευρώπη· σήμερα, η ιταλική Αριστερά χαρακτηρίζει αυτή τη συμφωνία ως “απερίφραστη συνθηκολόγηση”.
Ίσως η Ευρωπαϊκή Ένωση να χρειάζεται ευέλικτες και πιο “πολιτικές” λύσεις. Από την άλλη, ενδέχεται να παίζουν ρόλο ευρύτερα δομικά ζητήματα — από την αμερικανική αξιοποίηση υπαρχουσών εξαρτήσεων, όπως η άμυνα, έως τη διαφοροποίηση συμφερόντων μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ. Ο Εμανουέλ Μακρόν πίεζε πιο δυναμικά για σθεναρή απάντηση, αλλά ο Μερτς δεν είναι καθόλου διατεθειμένος για εμπορικό πόλεμο — με μια κατεστραμμένη αυτοκινητοβιομηχανία προς υπεράσπιση. Είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς γιατί οι Βρυξέλλες υποχώρησαν από τις αρχικές επιδιώξεις τους — από μηδενικούς δασμούς σε μια “ασύμμετρη” αμερικανική τιμωρία χωρίς ευρωπαϊκή απάντηση.
Φυσικά, οι δασμοί είναι δίκοπο μαχαίρι. Ο Αμερικανός καταναλωτής θα υποφέρει, εάν ισχύσει η μετακύλιση του κόστους στους λιανεμπόρους, ενώ η παγκόσμια οικονομία θα βιώσει ένα πλήγμα έως $2 τρισ., περιορίζοντας τις επενδύσεις. Πολλά πλέον εξαρτώνται από τις στρατηγικές των πολυεθνικών και των επί μέρους κλάδων: ορισμένες θα επιλέξουν να απορροφήσουν οι ίδιες το πλήγμα των δασμών, άλλες θα συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις με υπόσχεση νέων εργοστασίων στο μέλλον.
Μια από τις στρατηγικές μετριασμού των δασμών από πλευράς της LVMH είναι ένα νέο εργοστάσιο στο Τέξας — μετά από εκείνο που άνοιξε το 2019. Πολλά επίσης εξαρτώνται από το πόσο ευρεία είναι η συμφωνία που υπόσχεται ορισμένα αγαθά χωρίς δασμούς.
Παρότι οι αγορές πανηγυρίζουν την προσωρινή ευφορία ενός Τραμπ που είναι διατεθειμένος να κλείνει συμφωνίες — και όχι μόνο να εκφοβίζει — αυτή η στιγμή μοιάζει επικίνδυνη για την ΕΕ.
Η ήδη αδύναμη ανάπτυξή της πρόκειται να γίνει πιο αδύναμη, ενώ ταυτόχρονα διστάζει να προχωρήσει σε στενότερη ολοκλήρωση που θα την έκανε λιγότερο εξαρτώμενη από τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Ίσως τελικά να μην είναι ο Τραμπ εκείνος που “κιοτεύει” πάντα.
BloombergOpinion