24 Νοεμβρίου, 2025
12:18 μμ

Δυο πόλεις, ένας τίτλος: Λάρνακα και Λεμεσός στην τελευταία στροφή, με ανοιχτά χαρτιά.

Λίγες μέρες πριν από την τελική κρίση για το χρίσμα της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2030 εκ μέρους της Κύπρου, οι ομάδες της Λάρνακας και της Λεμεσού ζουν μια περίοδο δημιουργικής αγωνίας. Μετά από σχεδόν τρία χρόνια προετοιμασίας και σκληρής δουλειάς, η διαδικασία ολοκληρώνεται στις 11 Δεκεμβρίου με την ανακοίνωση της απόφασης από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων. Με τους τελικούς φακέλους υποψηφιότητας να έχουν ήδη κατατεθεί, οι καλλιτεχνικές διευθύντριες Ελεάνα Αλεξάνδρου (Λεμεσός 2030) και Κέλλυ Διαπούλη (Λάρνακα 2030) μοιράζονται μαζί μας τις εμπειρίες, τις προκλήσεις, τις προσδοκίες και τις προβλέψεις τους για τις πόλεις που εκπροσωπούν. Παράλληλα, τονίζουν την ανάγκη να στηριχτεί και η πόλη που θα μείνει εκτός, ώστε όλη αυτή η δουλειά να μην πάει χαμένη. Οι δύο συνεντεύξεις δημοσιεύονται παράλληλα, σαν να συνομιλούν μεταξύ τους, αποτυπώνοντας την ενέργεια, τη δυναμική και την αφοσίωση που συνοδεύει τη διεκδίκηση αυτού του καθοριστικού τίτλου. Δίνουμε το βήμα στην Ελεάνα Αλεξάνδρου:

Ποια είναι η πιο ουσιαστική αλλαγή που μπορεί ν’ αφήσει πίσω του το 2030; Με δύο λόγια, ένα πιο ενδυναμωμένο οικοσύστημα πολιτισμού. Κι ο αντίκτυπος που θα έχει αυτό το οικοσύστημα μέσα στην πόλη και την καθημερινότητά της.

Σε επηρεάζει η αίσθηση ότι πρόκειται για «κούρσα»; Μπορεί ένας τέτοιος θεσμός να λειτουργήσει χωρίς ανταγωνισμό; Αρχικά το ανέθεταν με τη σειρά σε κάποια πόλη, την Αθήνα, τη Φλωρεντία, το Παρίσι. Ο διαγωνιστικός χαρακτήρας πρόσθεσε μια επιτακτικότητα, ένα επιπλέον κίνητρο κι ένα πείσμα να αναζητήσουμε δράσεις που δεν είναι μόνο καλλιτεχνικές αλλά αναπτύσσουν δεξιότητες και αφήνουν ουσιαστικό αποτύπωμα. Η ισχύουσα διαδικασία δίνει περισσότερα κίνητρα και διαφορετικό βάρος και ενέργεια στον θεσμό, όμως δημιουργεί και ένα κενό: τι γίνεται με όλη τη δουλειά των πόλεων που φτάνουν στο τελικό στάδιο αλλά δεν παίρνουν τον τίτλο; Δεν είναι κρίμα να πάει στράφι; Αν ο στόχος είναι να ενδυναμωθεί πολιτιστικά η Ευρώπη, πρέπει να υπάρχει μέριμνα και για αυτές τις προσπάθειες.

Ποια θεωρείς τη βαθύτερη «πληγή» της Λεμεσού που το χρίσμα μπορεί να επουλώσει; Μάλλον οι έντονες ταξικές ανισότητες, το χάσμα ανάμεσα στους πολύ προνομιούχους και σε όσους παλεύουν καθημερινά για τα βασικά. Οι άνθρωποι του πολιτισμού, κυρίως, ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία και το αισθάνονται έντονα. Το χρίσμα μπορεί να λειτουργήσει ως ευκαιρία να στηριχτούν κοινότητες και πολιτιστικά οικοσυστήματα που σήμερα πιέζονται· να εξισορροπηθούν, όσο γίνεται, αυτές οι ανισότητες. Εκεί ποντάρει και η δική μας πρόταση: στη δημιουργία ενός πιο δίκαιου αστικού πολιτιστικού τοπίου.

© Παύλος Βρυωνίδης

Λίγο πριν την τελική κρίση, τι είναι πιο δύσκολο να διαχειριστείς: την εσωτερική πίστη ή την εξωτερική πειθώ; Υπάρχει θετικότητα και αυτοπεποίθηση: ταλαντούχοι άνθρωποι εργάστηκαν σοβαρά και προέκυψε ένα πλούσιο πρόγραμμα, που μας δείχνει ότι έχουμε πιθανότητες. Βέβαια, υπάρχει και η αντίπαλη ομάδα και τελικά αποφασίζουν 12 άνθρωποι. Σημασία έχει ότι κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε. Είμαστε προσγειωμένοι και συνεχίζουμε τη δουλειά μέχρι την τελευταία μέρα, δείχνοντας γιατί η Λεμεσός έχει ανάγκη αυτόν τον τίτλο.

Αν έπρεπε να περιγράψεις την πόλη με μία λέξη ή εικόνα που συνοψίζει το πνεύμα της υποψηφιότητας, ποια θα ήταν; Θα χρησιμοποιούσα τον τίτλο της πρότασής μας, «Understory». Αντιπροσωπεύει κάτι που δεν είναι πάντα ορατό, αλλά ενεργοποιεί κόσμο από την ευρύτερη κοινωνία και κάτι ξεκίνησε να «βράζει» από κάτω. Δεν είναι θορυβώδες, αλλά έχει αντίκτυπο. Έχει αρχίσει να ενδυναμώνεται, να εκφράζεται και να εκδηλώνεται, ακριβώς αυτό που χρειάζεται να συνεχιστεί για να υπάρξει ουσιαστικό αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια. Όταν ακούς τη λέξη «understory» το μυαλό πηγαίνει σε κάτι υπόγειο, που δεν φαίνεται. Στη δασοκομία, όμως, σημαίνει τον υπόροφο του δάσους, δηλαδή τη ζωή που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δέντρα, τη βιοποικιλότητα και την πολυφωνία του. Μεταφέροντάς το στην πόλη, εννοούμε τη ζωή ανάμεσα στα κτήρια και τους ουρανοξύστες: την πολυφωνία, τη διαφορετικότητα και τη ζωντάνια που συγκρατεί την πόλη. Αυτό θέλουμε να ενδυναμώσουμε, ώστε η ενέργεια της Λεμεσού να διατηρηθεί πέρα από την ανάπτυξη.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση; Στην αρχή, ειδικά τον πρώτο χρόνο, υπήρχε μια αμφιβολία για το εγχείρημα, για το αν όντως μπορεί η πόλη να στηρίξει τη διαδικασία. Επικρατούσε μια ματαιότητα. Ακόμη κι εκείνο το πρώτο κάλεσμα, με τίτλο «Φαντάσου μια πόλη», προκαλούσε αντιφατικές αντιδράσεις. Από τη μια είχαμε έναν ενθουσιασμό κι από την άλλη όσους έλεγαν «δεν προλαβαίνω να φανταστώ». Υπήρχε μια δυσπιστία για τη σημασία και τη δύναμη που έχει αυτός ο θεσμός. Αυτό πήρε χρόνο να μαλακώσει. Υπήρχε και εσωτερικά στην ομάδα η αίσθηση ότι αυτή είναι η τελευταία μας ευκαιρία, ότι έχουμε ποντάρει τα πάντα πάνω σ’ αυτό. Στην καλλιτεχνική κοινότητα, ειδικά, υπάρχει απόγνωση. Κουράστηκε ο κόσμος να μετακομίζει, να μην τα βγάζει πέρα, να κάνει πέντε διαφορετικές δουλειές. Όταν ακόμη κι ένας ισχυρός θεσμός όπως το Θέατρο Ριάλτο περνά φάση αβεβαιότητας, τι να πουν οι άλλοι;

Η ομάδα της Λεμεσού εν δράσει.

Η Λεμεσός είναι μια πόλη με έντονη αυτοπεποίθηση και ταυτότητα. Πώς αποτυπώνεται αυτό στον φάκελο υποψηφιότητας; Ο φάκελος προτείνει πρακτικές λύσεις. Αποτυπώνεται στο πρόγραμμα κυρίως, στις προτάσεις, στις δράσεις που προτείνει. Συζητήσαμε πολύ τη «λεμεσιανίτικη ταυτότητα». Κουβαλά αυτόν τον ενθουσιασμό και το κέφι, αλλά ταυτόχρονα και μια κριτική ματιά. Πηγαίνουν παράλληλα η επιχειρηματικότητα και η διάθεση για ανοιχτές σχέσεις. Αυτό το κλίμα το εντάξαμε στο πρόγραμμα.

Η Λεμεσός θεωρείται η πιο «κοσμοπολίτικη» κυπριακή πόλη. Ισορροπεί αυτή η ταυτότητα με τη βαθιά της τοπικότητα; Ακούω συχνά ότι ο βέρος Λεμεσιανός και η Λεμεσιανή ήταν έξω καρδιά, είχαν μια κοσμοπολιτική διάθεση ή επιθυμία για συνεύρεση και διασκέδαση. Ωστόσο, η ραγδαία ανάπτυξη και οι συζητήσεις γύρω από τον εξευγενισμό κάνουν αυτή τη διάθεση πιο εύθραυστη. Πολλοί νιώθουν πλέον την ανάγκη να προστατεύσουν τον προσωπικό τους χώρο. Αυτό το ζήτημα το λαμβάνουμε υπόψη στις θεματικές μας και στον τρόπο που σχεδιάζουμε τις δράσεις, ώστε η τοπικότητα και η κοσμοπολίτικη ταυτότητα της πόλης να ισορροπούν.

-Πώς είναι η συνεργασία με τον μέχρι πέρσι υποψήφιο για το χρίσμα Δήμο Κουρίου; Έχει διαφοροποιηθεί κάτι στην κατεύθυνση του προγράμματος; Δεν εντάχθηκε μόνο το Κούριο, αλλά κι η Αμαθούντα. Μόλις περάσαμε στην τελική φάση έγινε πρόσκληση. Έγιναν συναντήσεις, προέκυψε μια συζήτηση, ανοίξαμε λίγο το πρόγραμμα. Το σημαντικό είναι να έχει νόημα μια τέτοια συνεργασία σε σχέση με το σκεπτικό και τις προτεραιότητες της πρότασης, ώστε να βρεθούν γέφυρες. Λόγω της δουλειάς που είχε κάνει στην πρώτη φάση το Κούριο ήταν πιο εύκολο να εντοπίσουμε κοινά στοιχεία. Με την Αμαθούντα έπρεπε να αναλύσουμε τις προτεραιότητες και τις στρατηγικές σκέψεις του Δήμου. Έγινε προεργασία και βρήκαμε τη φόρμουλα για ωραίες συνεργασίες.

Προηγουμένως δεν υπήρχε καθόλου στο κάδρο η υπόλοιπη Λεμεσός; Τώρα υπάρχει σαφώς περισσότερο και ανοίγει και στην επαρχία. Δεν είναι κακό που δεν συνέβη από την αρχή. Αν προσπαθούσαμε να διαχειριστούμε όλα τα σημεία επαφής από την αρχή, ίσως να χάναμε πολύτιμο χρόνο και να μην πετυχαίναμε την ίδια ποιότητα δουλειάς. Είχαμε εμπιστοσύνη στη διαδικασία μας και, περνώντας στη φάση που βρισκόμαστε τώρα, δημιουργήσαμε μια καλή βάση. Αν κερδίσουμε τον τίτλο, η συνεργασία με τους υπόλοιπους δήμους και κοινότητες θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο.

-Τι έχεις μάθει προσωπικά από τη διαδικασία; Πόσο σ’ έχει αλλάξει; Η διαδικασία μού έδειξε ένα μεγαλύτερο «παζλ» και με βγάζει έξω από τον μικρόκοσμό μου. Η οπτική μου για τη Λεμεσό, τους ανθρώπους της και τις σχέσεις με διαφορετικούς τομείς έχει διευρυνθεί σημαντικά. Έμαθα να αποδέχομαι ότι ο καθένας έχει τη δική του πραγματικότητα κι ότι αυτές μπορούν να συνυπάρχουν χωρίς να επικρατεί το δίκιο του ενός έναντι του άλλου. Έκανα μια παύση από τη σκηνική δραστηριότητα, αλλά συνέχισα να εξασκώ το δημιουργικό μου πνεύμα μέσα από αυτήν τη διαδικασία.

Τι εκτιμάς ιδιαίτερα στην πρόταση ή στο πνεύμα της υποψηφιότητας της Λάρνακας; Δεν κατέχω την ουσία της πρότασης της Λάρνακας, αλλά αυτό που διακρίνω είναι ότι εκεί υπάρχει από την πρώτη στιγμή μια ενεργοποίηση κι ένας συντονισμός ανθρώπων. Ο τρόπος που ο Δήμος Λάρνακας έβαλε μπροστά αμέσως μπροστά και δυναμικά τη μηχανή για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα, «παρέσυρε» και τους Λαρνακείς σε μια επίγνωση της προσπάθειας, ώστε να απλώσει μέσα στον κόσμο. Υπάρχει πιο πολλή ορατότητα εκεί νομίζω κι είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει μια κοινή διαδικασία, κάτι που διεκδικούν όλοι μαζί. Σε σχέση με εμάς, νιώθω ότι εκεί συνέβη με πιο ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό τρόπο. 

Ελεύθερα, 23.11.2025

Exit mobile version