28 Νοεμβρίου, 2025
7:03 πμ

Ανδρέας Μαλόρης Σχεδόν τα πάντα – διηγήματα, Εκδόσεις Το Ροδακιό, 2024

Με τα επιγραμματικώς συντετμημένα και τα εκτενέστερα αφηγηματικά κείμενα της τέταρτης κατά σειράν νέας συγγραφικής του συγκομιδής ο Ανδρέας Μαλόρης επανέρχεται δριμύτερος, εδραιώνοντας τη δημιουργική έμπνευση της ποιητικής του διηγηματογραφίας. Επισφραγίζοντας συγχρόνως την ευπαίδευτη σκευή της εκφραστικής δεινότητας, της θελκτικής αισθητικής και της πηγαίας αριστοτεχνικής του γραφίδας.

Δεν αναπλάθει απλώς νοσταλγικά βιώματα και έντονες παραστάσεις των νεανικών του χρόνων, ζωντανεύοντας οικογενειακές σκηνές στη γενέτειρά του, όπως και περιστασιακά αλλαχού αξιοσημείωτα στιγμιότυπα. Ούτε και εικονογραφεί μόνο τη γηγενή φυσιογνωμία της Κυπριακής εντοπιότητας, μνημονεύοντας ξεχασμένα τοπωνύμια, αυθεντικούς ανθρώπους και γραφικούς τύπους, οικόσιτα ζώα, υπαίθρια υποστατικά, πατροπαράδοτα γεωργικά ή ξυλουργικά σύνεργα και παραδοσιακές συνήθειες, συζυγικές σχέσεις και συγγενικές συναντήσεις, φυσικές καταστροφές και ανθρώπινες ολέθριες ενέργειες.

Προβάλλει, κατ’ εξοχήν, σε διαλεκτική μέθεξη των αφηγηματικών συγκείμενων και των νοηματικών τους προεκτάσεων τη μεταβατική περίοδο των πολιτικοκοινωνικών αναταράξεων μαζί με τις πρωτόγνωρες τεχνολογικές εφευρέσεις στον τόπο μας έως και τις ξενικές μουσικές επιδράσεις των καιρών κατά το δεύτερο ήμισυ του περασμένου αιώνα.

Συγκεκριμένα, ο ιστός της συγκροτημένης δομής και της ευρηματικής πλοκής των εικοσιτριών διηγημάτων στις αιφνιδιαστικές συνυφάνσεις της δράσης, της επινοητικής γλωσσικής εκφοράς στην ανέλιξή της και της ανατρεπτικής της κορύφωσης συναρθρώνεται με την ανιστόρηση κομβικών γεγονότων, που εκτείνονται σε τρεις συγκλονιστικές δεκαετίες της Νεώτερης Ιστορίας της Κύπρου: από τον Απελευθερωτικό Αγώνα του 1955-1959 και την Τουρκανταρσία του 1963-1964 μέχρι την τραγωδία του Πραξικοπήματος και της Τουρκικής Εισβολής του 1974 με τις καταλυτικές τους συνέπειες.

«Σχεδόν τα πάντα», για να παραπέμψουμε στην πολυσημία του τίτλου της διηγηματικής συλλογής και τη φερώνυμη περιεκτική αφήγηση, εκτυλίσσονται αρχικώς με αργές κινήσεις στην αλλοτινή κλειστή κοινωνία του Παφιακού χωριού της Αχέλειας, της ένδειας και του νυκτοήμερου μόχθου στον Μωρόκαμπο της αγροτικής βιοπάλης, ενώ συνωθούνται εν συνεχεία με τους ασθματικούς ρυθμούς άλλων χωροχρόνων σε αλλεπάλληλα κινηματογραφικά οιονεί επεισόδια.

Από το φωτεινό ορόσημο του έπους της ΕΟΚΑ στο υποχθόνιο έρεβος της ΕΟΚΑ Β΄. Από την τέφρα των βομβαρδισμένων τοπίων και τη σποδό των απανθρακωμένων νεκρών της Τηλλυρίας έως τα ματωμένα χώματα της ημικατεχόμενης προδομένης μας γης των ηρωικώς πεσόντων και των αδικοσκοτωμένων εξ αιτίας της βαρβαρικής θηριωδίας. Συμφραζόμενα με εναλλαγές έκθαμβων φωτοσκιάσεων, οπισθοχωρητικών εκλάμψεων, αλλά και σκοτεινών επικρεμάμενων σκιών, που αισθητοποιούν διεισδυτικές περιγραφές και ψυχογραφικές παρατηρήσεις καθημερινών είτε αναπάντεχων δρώμενων.

Εξόχως ενδιαφέρουσες μαρτυρίες από το αρχείο των προσωπικών αναμνήσεων, που δεν στερούνται πνευματώδους χιούμορ, αλλά και εμφαίνουν αιχμηρές αποτιμήσεις των τότε δραματικών συμβάντων με φραστικά μεταφορικά σχήματα υποβλητικής εικονοπλασίας και εύληπτους αλληγορικούς συμβολισμούς.

Εμβληματική η φιλοτέχνηση του εξωφύλλου με το πατρικό σπίτι τών κατά συνεκδοχήν πατρογονικών εστιών, καθώς και οι σημάνσεις των ασπρόμαυρων φωτογραφιών εποχής, που διανθίζουν τις 137 σελίδες του βιβλίου, Γλωσσαρίου και Σημειώσεων συμπεριαμβανομένων. Ενδεικτική επίσης η εύγλωττη προμετωπίδα της «συνταγής» περί όφεων και έχιδνας από το μνημειώδες «Ιατροσοφικόν» ως προϊδεαστικός υπαινιγμός για τους όσους εχθρούς, υπονομευτές και ολετήρες της πατρίδας ανακαλούν οι υπόρρητοι παρεκβατικοί αφορισμοί και οι ρητές εδώ καταγγελτικές αναφορές των αναδιηγήσεων.

Πολλαπλές οι μνήμες του αυτοβιογραφικού οδοιπορικού, ταυτοχρόνως δε του συλλογικού ενσυνείδητου βίου από τις γενέθλιες καταβολές και τις υπαρξιακές αναζητήσεις έως τις νομοτελειακές μεταβολές της ζωής στο «μοιρόγραφτο κέντρο», κατά τον Καζαντζάκη, της γλυκείας-πικρίας χώρας Κύπρου κατά παράφραση του εθνικού μας Χρονικογράφου.

Προανάκρουσμα η «Επιστολή» του πρώτου διηγήματος με αποστολέα τον πατέρα του συγγραφέως, που η ανορθογραφία της ερωτικής του εξομολόγησης προς τη μητέρα του προοιωνίζεται τη σύλληψη του γιου τους, απηχώντας τη διαλεκτική φωνή των ποιητάρηδών μας. Από τους ημιορεινούς Ορείτες επί Αγγλοκρατίας, όπου και τα συνεργεία επισκευής των γκρεμισμένων σπιτιών στον σεισμό του 1953, μεταφερόμαστε ένα χρόνο μετά την έκρηξη του Αγώνα στο Ανατολικό, μια άλλη περιοχή της Πάφου απέναντι από την Αχέλεια και πλησίον του ποταμού της Έζουσας. Τότε που οι τυραγνισμένοι γεωργοκτηνοτρόφοι ήταν αναγκασμένοι να καταβάλλουν αντί ενοικίου τα δύο δέκατα της σοδειάς τους στη Μονή του Αγίου Νεοφύτου, καθώς η τοποθεσία εκείνη ήταν μετόχι της. Πρωταγωνίστρια της κωμικής σκηνής η γιαγιά Καλοδότη, που αποδείχθηκε όμως «Κακοδότη» απέναντι στον απεσταλμένο μοναχό και μετέπειτα μακαριστό Αρχιεπίσκοπο.

Σε ευθύγραμμη χρονολογική τροχιά παρακολουθούμε τα όσα αξιοθαύμαστα θεάματα καταγράφει ο διηγηματογράφος με τα μάτια του μικρόκοσμου περίγυρού του και όσα σε συνειρμική αντιπαράθεση μελλοντικά επώδυνα θα τεθούν στο μικροσκόπιο της ενηλικίωσής του. Η ανώμαλη προσγείωση το 1962 στον παραθαλάσσιο κάμπο της Αχέλειας του τετρακινητήριου Ρωσικού αεροπλάνου «Ιλιούσιν» του ομώνυμου διηγήματος δεν είναι τα Τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη με τις φονικές βόμβες. Από τα αιματηρά Χριστούγεννα του 1963 και την κατακαμένη Τηλλυριά τον Αύγουστο του 1964, τις υπόγειες δολοφονικές μεθοδεύσεις των παρακρατικών του Εθνικού Μετώπου και την εισβολή του Αττίλα είναι εμπνευσμένα τα επόμενα διηγήματα.

Στην «Παράγκα» μεταφέρουν τον Νέαρχο με την αιτία θανάτου του να αιωρείται ανάμεσα στις μάχες της Ομορφίτας και την Τουρκάλα της δούλεψής του. Τα «Προχώματα» ή αντιαεροπορικά χαρακώματα διανοίγουν χωρίς κενά μνήμης «έναν ακόμη μεγαλύτερο τάφο, ίσαμε τη μισή Κύπρο» σε μιαν προσφυή αλληγορία. Ο παππούς, που του κέντησαν την πλάτη αδελφοκτόνα «Σκάγια» το Φθινόπωρο του 1969, θα νικήσει την επόμενη χρονιά τον καμηλάρη Κοκκινοχωρίτη, αντιτάσσοντας στην Καρπασίτικη την Παφίτικη «Ίσια» της αξεπέραστης φωνής του.

Ο εναγώνιος εκ των πραγμάτων φόβος της Τουρκικής Εισβολής με συνακόλουθο αποκορύφωμα το Πραξικόπημα τις παραμονές της αποτυπώνεται ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία σε άλλα διηγήματα, που με τα προηγούμενα συνιστούν τα θεματικά κεφάλαια μιας ενιαίας μυθιστορηματικής συνοχής. Μάς σταματά «Το τελευταίον της ζωής του ταξείδιον» με τον ελαφρώς παραλλαγμένο τίτλο του διηγήματος του Βιζυηνού, καθώς αναζωπυρώνει τη μνήμη του τραύματος, διατρανώνοντας το μήνυμα της κατοχής των τουρκοσκλαβωμένων εδαφών μας.  

Εύγε στον πολυβραβευμένο γιατρό-λογοτέχνη Ανδρέα Μαλόρη για την επάξια βράβευση και αυτού του αξιόλογου έργου του με το φετινό κρατικό βραβείο διηγήματος.           

Exit mobile version