Η δυσλεξία, μία από τις συχνότερες μαθησιακές δυσκολίες που εντοπίζονται στην παιδική ηλικία, αποτελεί πηγή προβληματισμού για πολλούς γονείς με την έναρξη του σχολείου. Την ίδια ώρα, ο όρος εμφανίζεται ολοένα και συχνότερα και στην ενήλικη ζωή, με αρκετούς ενήλικες να αναγνωρίζουν στον εαυτό τους σχετικές δυσκολίες, ζητώντας αξιολόγηση.
Όπως εξηγεί η λογοθεραπεύτρια – ειδική παιδαγωγός Ερμιόνη – Ελένη Οικονόμου, η δυσλεξία δεν είναι μια «τάση της εποχής», αλλά ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο φαινόμενο με ιστορία άνω των 100 ετών. Από την πρώτη αναφορά στο British Medical Journal το 1898 για την περίπτωση του μικρού Percy με «συγγενή τύφλωση λέξεων» (congenital word blindness), μέχρι σήμερα, έχουν προταθεί δεκάδες ορισμοί και ερμηνευτικά μοντέλα.
Σήμερα, η δυσλεξία εντάσσεται στο ευρύτερο φάσμα των Εξελικτικών ή Ειδικών Μαθησιακών Δυσκολιών και ορίζεται ως διαταραχή στην απόκτηση της ανάγνωσης, παρά την κανονική νοημοσύνη, την επαρκή όραση και ακοή, και την παρουσία εκπαιδευτικών και κοινωνικών ερεθισμάτων. Η δυσκολία στην ανάγνωση είναι ενδεικτική, καθώς η δυσλεξία σχετίζεται με δυσλειτουργία στην κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση της γλώσσας – μια λειτουργία που αντανακλάται στην αναγνωστική διαδικασία.
Δυσλεξία και δυσορθογραφία: Μια σύνθετη εικόνα
Πολλοί γονείς αντιλαμβάνονται τις πρώτες ενδείξεις μέσα από έντονες ορθογραφικές δυσκολίες. Η δυσορθογραφία, ωστόσο, σπανίως αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο και στις περισσότερες περιπτώσεις συνυπάρχει με τη δυσλεξία ή άλλες μαθησιακές διαταραχές. Τα παιδιά με δυσλεξία ενδέχεται να έχουν φυσιολογικό λόγο, αλλά φτωχό λεξιλόγιο, μειωμένη σύνταξη και συνολικά περιορισμένη λεκτική έκφραση. Συχνά παρατηρούνται και άλλες διαταραχές, όπως δυσαριθμησία.
Η κα Οικονόμου τονίζει ότι για να διαγνωστεί ένα παιδί με δυσλεξία, το επίπεδο νοημοσύνης του (IQ) θα πρέπει να είναι άνω του 90. Διαφορετικά, οι δυσκολίες ενδέχεται να αποδίδονται σε άλλες αναπτυξιακές ή νοητικές δυσλειτουργίες.
Ο ρόλος των γονέων και η σημασία της υποστήριξης
Οι ορισμοί της δυσλεξίας περιλαμβάνουν ψυχολογικές και κοινωνικές παραμέτρους, γεγονός που αναδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο των γονέων. Οι γονείς καλούνται να ενημερώνονται από εξειδικευμένους επαγγελματίες, να στηρίζουν τα παιδιά με κατανόηση, να ενισχύουν τη συνεργασία με το σχολείο και να συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία παρέμβασης.
Η δυσλεξία, όπως σημειώνει η ειδικός, δεν ανήκει στις ειδικές ανάγκες με την έννοια της σοβαρής αναπηρίας, αλλά δημιουργεί σημαντικές προκλήσεις στον σχολικό βίο. Με την κατάλληλη υποστήριξη, οι μαθητές μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τις δυσκολίες τους.
«Η δυσλεξία δεν είναι ταμπού», υπογραμμίζει η κα Οικονόμου. «Οι γονείς χρειάζεται να την αποδεχθούν και να μιλήσουν ανοιχτά, χωρίς φόβο ή ενοχές. Η κοινή πορεία με τους ειδικούς, η υπομονή και η συνεχής ενθάρρυνση είναι το πιο σημαντικό όπλο απέναντι σε μια μαθησιακή δυσκολία που αφορά ολόκληρη τη ζωή του παιδιού, όχι μόνο τα σχολικά χρόνια».
ygeiamou.gr