Ανέκαθεν για τον πυλώνα της Δικαιοσύνης, αρκετοί στην Κύπρο έλεγαν ότι αυτός παρέμενε αλώβητος και επιδείκνυαν στους λειτουργούς της, εμπιστοσύνη και πίστευαν ότι εάν προσέτρεχαν σ’ αυτήν, θα δικαιώνονταν.
Τα τελευταία χρόνια, δυστυχώς, αυτή η πίστη κλονίστηκε σοβαρά και οι φορείς της Δικαιοσύνης δεν παραμένουν πια στο απυρόβλητο, αντιθέτως δέχονται σφοδρή κριτική. Περιστατικά και συγκεκριμένες υποθέσεις, προς επιβεβαίωση της κλονισμένης αυτής εμπιστοσύνης, υπάρχουν αρκετά.
Την περασμένη εβδομάδα τρία συμβάντα, επέτειναν και ανησύχησαν, τόσο τον νομικό κόσμο, όσο και την κοινωνία, η οποία φαίνεται να αντιδρά κατά τρόπο που πλέον αμφισβητεί τα πάντα.
Είναι η ώρα, πραγματικά, να τεθούν όλα τα υφιστάμενα ζητήματα σε μια σειρά, να εξεταστούν και να επιλυθούν, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, το κράτος δικαίου τίθεται πραγματικά σε πολύ μεγάλο κίνδυνο.
Έχω αρθρογραφήσει αρκετά και από παλιά, τόσο για τα σοβαρά ζητήματα δυσλειτουργίας που αντιμετωπίζει, επί σειρά ετών, ο τομέας της δικαιοσύνης, όσο και για την πρόσφατη μεταρρύθμιση, η οποία, αντικειμενικά ομιλούντες, δεν φαίνεται να έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα, πέραν μιας μικρής βελτίωσης στον χρόνο ολοκλήρωσης των διαδικασιών, που αφορά σε αστικές υποθέσεις, που όμως παραμένει και πάλι αρκετά υψηλός σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Από την άλλη και επί τη ευκαιρία των συμβάντων της περασμένης εβδομάδας, θα πρέπει να επισημάνουμε και κάποια αισιόδοξα μηνύματα μέσα στην ανησυχία και την κακή τροπή που πήραν τα πράγματα και αυτός είναι ο στόχος του παρόντος άρθρου.
Το πρώτο συμβάν, έχει να κάνει με την καταδίκη της ΚΔ, αναφορικά με την καταγγελία μιάς κοπέλας, εναντίον ενός πολιτικού προσώπου, για ισχυριζόμενο βιασμό της. Η Γενική Εισαγγελία, με βάση τις εξουσίες που της παρέχει το Σύνταγμα, καταχώρησε μεν κατηγορητήριο αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο προχώρησε σε αναστολή της ποινικής δίωξης (nolle prosequi) του κατηγορούμενου, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, ενός όρου, γενικού και αόριστου, που χρησιμοποιείται αδιακρίτως για την καταχώρηση αναστολής ποινικών διώξεων. Αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, από την ίδρυση της ΚΔ και ο ΓΕ δεν ελεγχόταν ποσώς για αυτή του την εξουσία. Το ΕΔΑΔ κατέκρινε έντονα την Γενική Εισαγγελία για δευτερογενή θυματοποίηση του θύματος του βιασμού, επισημαίνοντας ότι ‘γλώσσα και επιχειρήματα που χρησιμοποίησαν οι Εισαγγελείς, κατά την αξιολόγηση της υπόθεσης, μεταφέρουν προκαταλήψεις και σεξιστικά στερεότυπα που είναι πιθανό να αποθαρρύνουν την εμπιστοσύνη των γυναικών, ως θυμάτων βίας λόγω φύλου, στο δικαστικό σύστημα’. Σοβαρές παρατηρήσεις από το ΕΔΑΔ, που επιβάλλουν δράσεις και όχι απλή ανάληψη ευθύνης, οι οποίες δεσμεύουν, χωρίς άλλο την Γενική Εισαγγελία. Μέσω του ραπίσματος του ΕΔΑΔ, διότι περί αυτού πρόκειται, δεν μπορεί να μην επισημανθεί το αυτονόητο ή αυτό που θα έπρεπε να ισχύει, ότι δηλαδή η Γενική Εισαγγελία πλέον ελέγχεται και δεν εξουσιοδοτείται να καταχωρεί αναστολές ποινικών διώξεων κατά το δοκούν και εκεί που το πράττει θα πρέπει να το δικαιολογεί αυστηρώς, πραγματικά και νομικά. Ευελπιστούμε ότι το μήνυμα έχει ληφθεί από την Γενική Εισαγγελία και πέραν της λεκτικής ανάληψης ευθύνης, θα πείσει τον κόσμο ότι η διαφθορά δεν έχει χώρο στους κόλπους της και εργάζεται με σοβαρότητα και ισονομία.
Στην άλλη απόφαση εναντίον της Κύπρου, η οποία αφορούσε την δημοσιογραφική ελευθερία και την ελευθερία της έκφρασης άποψης σε θέματα δημοσίου συμφέροντος, το ΕΔΑΔ ανέτρεψε απόφαση του ΑΔ, επισημαίνοντας ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια παραβίασαν το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης. Δεν είναι, βεβαίως, η πρώτη φορά που ανατρέπονται αποφάσεις του ΑΔ από το ΕΔΑΔ, αλλά και στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να επισημανθεί, ότι τα Δικαστήρια μας, συμπεριλαμβανομένου και του ΑΔ, ουσιαστικά πλέον ελέγχονται και θα πρέπει οι αποφάσεις τους να είναι απόλυτα εμπεριστατωμένες και δικαιολογημένες και να συμβαδίζουν με το πνεύμα και την τάση που δημιουργούν το ΕΔΑΔ και τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια.
Ως τελευταίο περιστατικό, αναφέρω την μη μονιμοποίηση επαρχιακής (προσωρινής) Δικαστού στην θέση Δικαστού από το ΑΔΣ. Σπάνιο φαινόμενο στα δικαστικά χρονικά (ίσως το μοναδικό) και δεν θα υπεισέλθω στην ουσία του ζητήματος. Η συγκεκριμένη, όμως, δικαστής έχει το δικαίωμα πλέον να καταχωρήσει ένσταση για να διεκδικήσει το δίκαιο και να υπερασπιστεί τα δικαιώματα της. Το δικαίωμα αυτό προκύπτει μέσα από την πρόσφατη δικαστική μεταρρύθμιση και θα πρέπει να ειπωθεί και να τονιστεί ότι παλαιότερα, τέτοιου είδους αποφάσεις λαμβάνονταν πίσω από εντελώς κλειστές πόρτες ή εν πάση περιπτώσει με διαδικασίες αδιαφανείς έως ανύπαρκτες. Συνεπώς, το δικαίωμα αυτό της Δικαστού, η οποία χειρίστηκε και εξέδωσε μια απόφαση σε μια υπόθεση που ταλανίζει την Κυπριακή Δικαιοσύνη τα τελευταία 20 χρόνια και που, κατ’ ισχυρισμό, φαίνεται να συσχετίζεται με ανεπάρκεια της ή νομικά σφάλματα, θα ρίξει φως στα πραγματικά γεγονότα και θα καθορίσει την ορθότητα ή μη της απόφασης.
Δεν είναι, συνεπώς, βέβαιο ότι θα εξακολουθήσουν να είναι όλα εντελώς μαύρα. Η Κυπριακή Δικαιοσύνη βάλλεται και πιθανόν δικαίως, περνά μια άνευ προηγουμένου κρίση αλλά το τοπίο εξελίσσεται. Παλαιότερα, επαναλαμβάνω, τα πιο πάνω φαινόμενα ήταν ανύπαρκτά έως σπάνια, ίσως γιατί δεν εντοπίζονταν και δεν προβάλλονταν. Επιβάλλεται, ακόμη και τώρα, να δώσουμε πίστη στους φορείς της απονομής της δικαιοσύνης. Είναι η μόνη οδός. Επιφανείς νομομαθείς, συνάδελφοι, δικαστές, δημοσιογράφοι, πνευματικοί άνθρωποι, θα πρέπει να βγουν μπροστά και να καθοδηγήσουν τα πράγματα σε μια επανεκκίνηση του θεσμού της δικαιοσύνης. Μόνο με τον τρόπο αυτό, η κρίση θα μετατραπεί σε ευκαιρία και η Δικαιοσύνη θα ανακτήσει ξανά την αξιοπιστία της αλλά και την αναγκαία αποδοχή της από την κοινωνία.
*Δικηγόρος / Συνεταίρος, Δικαστηριακό Τμήμα, Γραφείο Λεμεσού