Το κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό και η έντονη ρευστότητα που το χαρακτηρίζουν αποτελούν αστάθμητους παράγοντες για τη νέα Βουλή. Αν και μέχρι τις βουλευτικές εκλογές απομένει ακόμη αρκετός χρόνος, διαπιστώνεται μια τάση πολυκερματισμού του εκλογικού σώματος. Αυτό εξηγεί, εν μέρει, και την αυξημένη κινητικότητα για τη δημιουργία νέων κομματικών σχηματισμών.
Ένας κρίσιμος παράγοντας που μπαίνει πλέον στην εξίσωση είναι το ενδεχόμενο συμμετοχής στην τρίτη κατανομή των εδρών – ή, πιο τεχνικά, στη δεύτερη φάση της δεύτερης κατανομής – όπου συμμετέχουν τα κόμματα που συγκεντρώνουν ποσοστό 7,2% και άνω.
Στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, στη φάση αυτή μετείχαν μόνο τα τρία μεγάλα κόμματα που έπιασαν το όριο συμμετοχής: ο ΔΗΣΥ, το ΑΚΕΛ και το ΔΗΚΟ. Αυτά μοιράστηκαν τις μέχρι τότε αδιάθετες έδρες, οι οποίες και το 2016 και το 2021 ήταν τέσσερις. Συγκεκριμένα, το 2016 το ΑΚΕΛ έλαβε δύο έδρες, ενώ από μία έλαβαν ο ΔΗΣΥ και το ΔΗΚΟ. Το 2021, αντίστοιχα, το ΔΗΚΟ πήρε δύο έδρες και από μία ο ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ.
Στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, διαφαίνεται σοβαρό ενδεχόμενο να διεκδικήσουν έδρες στην τρίτη κατανομή περισσότερα κόμματα. Με βάση τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, το ΕΛΑΜ συγκεντρώνει ποσοστό που του επιτρέπει να συμμετάσχει στην τρίτη κατανομή. Στην εξίσωση μπαίνει και ο σχηματισμός «Άλμα» του Οδυσσέα Μιχαηλίδη που δεν ξέρουμε βέβαια τι ποσοστό θα λάβει, αλλά ως σενάριο μπορεί να παίξει η συμμετοχή σε αυτή την φάση της κατανομής εδρών, καθώς και άλλοι πιθανοί σχηματισμοί.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις ευρωεκλογές περίπου το 20% του εκλογικού σώματος ψήφισε τον Φειδία Παναγιώτου. Το πώς θα διοχετευθούν αυτοί οι ψήφοι στις βουλευτικές εκλογές παραμένει άγνωστο και ενδέχεται να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την είσοδο και άλλων κομμάτων στην τρίτη κατανομή.
Με αυτά τα δεδομένα και δεδομένου ότι ο αριθμός των αδιάθετων εδρών – αν και μεταβλητός – δύσκολα θα υπερβεί τον αριθμό των προηγούμενων εκλογών, είναι πιθανό κάποια κόμματα να φτάσουν στην τρίτη κατανομή χωρίς, τελικά, να κερδίσουν έδρα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η διάθεση των εδρών στην γ’ κατανομή γίνεται στη βάση του υπολοίπου ψήφων των κομμάτων που συμμετέχουν σε αυτή.
>> Η διαδικασία των κατανομών
Η πρώτη κατανομή των εδρών ξεκινά μετά τη συγκέντρωση και κατάταξη των αποτελεσμάτων ανά εκλογική περιφέρεια, από τον Έφορο Εκλογής. Για τον υπολογισμό του εκλογικού μέτρου κάθε περιφέρειας, αθροίζονται οι έγκυρες ψήφοι και διαιρούνται με τον αριθμό των εδρών της περιφέρειας. Το πηλίκο (παραλείποντας το δεκαδικό μέρος) αποτελεί το εκλογικό μέτρο.
Η εκλογική δύναμη κάθε κόμματος σε κάθε περιφέρεια διαιρείται με το εκλογικό μέτρο και αποδίδονται τόσες έδρες όσες φορές αυτό περιέχεται πλήρως στις ψήφους του κόμματος.
Στη δεύτερη κατανομή συμμετέχουν κόμματα που συγκεντρώνουν:
3,6% για την Α’ φάση της δεύτερης κατανομής,
7,2% για τη Β’ φάση (ή τρίτη κατανομή),
10% για συνασπισμούς δύο κομμάτων,
20% για συνασπισμούς άνω των δύο κομμάτων.
Σημειώνεται ότι μεμονωμένοι υποψήφιοι ή συνδυασμοί ανεξάρτητων δεν συμμετέχουν στη δεύτερη κατανομή. Ολόκληρη η Δημοκρατία θεωρείται ως ενιαία εκλογική περιφέρεια.
Τα αχρησιμοποίητα υπόλοιπα από τις έξι εκλογικές περιφέρειες συγκεντρώνονται και αθροίζονται. Παράλληλα, συγκεντρώνονται και οι αδιάθετες έδρες από την πρώτη κατανομή.
Το νέο εκλογικό μέτρο της δεύτερης κατανομής προκύπτει από τη διαίρεση του συνόλου των αχρησιμοποίητων ψήφων με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών.
Αν μετά τη δεύτερη κατανομή παραμένουν αδιάθετες έδρες, αυτές αποδίδονται με βάση τη διαδικασία της Β’ φάσης της δεύτερης κατανομής (γνωστής και ως τρίτη κατανομή), μία προς μία, στα κόμματα με τα υψηλότερα αχρησιμοποίητα υπόλοιπα.
Οι έδρες κατανέμονται στις εκλογικές περιφέρειες όπου τα κόμματα συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο υπόλοιπο, και καταλαμβάνονται από υποψηφίους με τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης. Σε περίπτωση ισοψηφίας, γίνεται κλήρωση από τον Γενικό Έφορο Εκλογών παρουσία των ισοψηφισάντων.