Την βιομηχανοποίηση από πλευράς Τουρκίας του σφετερισμού ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα καταγγέλλει η κυπριακή κυβέρνηση προς τον ΟΗΕ, υποδεικνύοντας παράλληλα πως η Άγκυρα σχεδίασε και εφαρμόζει πολιτική πώλησης και εκμετάλλευση των ακινήτων που ανήκουν σε Ελληνοκύπριους. Η τοποθέτηση της Λευκωσίας, με έντονο μάλιστα λεκτικό, αποτελεί απάντηση σε όσα προκλητικά απαίτησε ο Ερσίν Τατάρ με επιστολή του προς τον ΟΗΕ. Αυτό που ουσιαστικά απαίτησε ο κατοχικός ηγέτης ήταν την νομιμοποίηση του σφετερισμού.
Η απάντησης της Λευκωσίας στην επιστολή Τατάρ δόθηκε από τη μόνιμη αντιπρόσωπο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Μαρία Μιχαήλ, την περασμένη εβδομάδα. Στην επιστολή της (για το περιεχόμενο της οποίας έχουμε λάβει γνώση) η κ. Μιχαήλ επισημαίνει μεταξύ άλλων και τα πιο κάτω:
- Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει σχεδιάσει και εφαρμόζει μια ενεργή πολιτική για την πώληση και την εκμετάλλευση των ακινήτων [περιουσιών που ανήκουν σε Ελληνοκύπριους] σε βιομηχανική κλίμακα.
- Η πολιτική αυτή ακολουθείται μεθοδικά και επιθετικά όλα αυτά τα χρόνια, σε συνάρτηση με την προώθηση της αξίωσης της Τουρκίας για ύπαρξη ενός ξεχωριστού κράτους στην Κύπρο.
- Οι ενέργειες αυτές γίνονται και με στόχο να επηρεαστούν αρνητικά οι προσπέθεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την επανέναρξη μιας διαπραγματευτικής διαδικασίας σύμφωνα με το συμφωνημένο πλαίσιο που περιγράφεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ο δράστης που εμφανίζεται θύμα!
Σημαντικό σημείο αναφοράς στην επιστολή της κ. Μιχαήλ προς την Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας OHE, Κάρολιν Ροντρίκες-Μπίρκετ, ήταν η υπόδειξη ότι ο δράστης – δηλαδή η Τουρκία μέσα από τις παράνομες πράξεις της – εμφανίζεται ως θύμα:
«Είναι αδιανόητο ο δράστης των εγκληματικών πράξεων να επιχειρεί να προβάλλει τον εαυτό του ως θύμα των δικών του παράνομων πράξεων». Κι αυτό την ώρα «που ζητά την αδιάλειπτη συνέχιση της εν λόγω παρανομίας προκειμένου να μπορέσει να συνεχίσει να αποκομίζει απρόσκοπτα οφέλη».
Καταγγελίες και εφαρμογή των νόμων
Η Κυπριακή Δημοκρατία ενημερώνει το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ότι η παράνομη εκμετάλλευση περιουσίας αποτελεί ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τον κυπριακό ποινικό κώδικα. Αναφέρει επίσης ότι η κυπριακή αστυνομία μετά την παραλαβή επίσημης καταγγελίας μπορεί να προχωρήσει στη διεξαγωγή ποινικής έρευνας. Αυτές, υπογραμμίζεται στην επιστολή, είναι θεμελιώδεις αρχές για τις οποίες δεν μπορεί να γίνει καμιά παρέκκλιση ή να ζητηθεί.
Η επιστολή Ερσίν Τατάρ
Ο Ερσίν Τατάρ στις 10 Ιουνίου 2025 είχε αποστείλει προς τα Ηνωμένα Έθνη επιστολή μέσα από την οποία ουσιαστικά ζητά τη νομιμοποίηση του σφετερισμού των ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα. Στην επιστολή του ο Τατάρ – το περιεχόμενο της οποίας αποκάλυψε η ελλαδική ιστοσελίδα «Liberal» – ισχυρίζεται πως οι νόμιμες ενέργειες της ΚΔ, υπονομεύουν – κατά τον ισχυρισμό του – το κλίμα και δημιουργούν ψυχολογικά τραύματα στους Τουρκοκύπριους και στους σφετεριστές!
Συγκεκριμένα ο κατοχικός ηγέτης αναφέρει:
- «Η κατάσταση έχει κλιμακωθεί ανησυχητικά, καθώς η Ελληνοκυπριακή Διοίκηση ακολουθεί μια εκστρατεία εκφοβισμού, επαναφέροντας και εφαρμόζοντας έναν ανενεργό εσωτερικό νόμο που χρονολογείται από το 1959, τροποποιήθηκε το 2006 και επανατροποποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2025. Η πολιτική αυτή, η οποία επανενεργοποιήθηκε το 2024, έχει στόχο την ποινικοποίηση των προσώπων που εμπλέκονται σε νόμιμες συναλλαγές ακινήτων υπό τη δικαιοδοσία της ‘Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου’. Το αποτέλεσμα είναι να τρομοκρατούνται όχι μόνο οι Τουρκοκύπριοι αλλά και άλλοι ξένοι υπήκοοι».
- Στη συνέχεια αναφέρεται στις συλλήψεις που είχαν γίνει μεταξύ 2023 και 2025 και προσθέτει: «Αυτά τα άτομα περιλαμβάνουν όχι μόνο επενδυτές ακινήτων αλλά και μεσίτες, δικηγόρους και διαφημιστές. Το εύρος εφαρμογής του νόμου είναι τόσο ευρύ που σχεδόν οποιοσδήποτε σχετίζεται με τα ακίνητα αυτά μπορεί να αντιμετωπίσει δίωξη. Ανησυχητικά, πρόσφατα δημοσιεύματα στον Ελληνοκυπριακό Τύπο υποδηλώνουν ότι ακόμα και δικαστές και δημόσιοι υπάλληλοι που εμπλέκονται σε τέτοιες υποθέσεις μπορεί να στοχοποιηθούν. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω με την καταδίκη δύο από τους συλληφθέντες, και οι δύο Ούγγροι υπήκοοι, σε ποινές φυλάκισης έως δύο χρόνια και έξι μήνες, μετά από σχεδόν έναν χρόνο προφυλάκισης».
Στόχευσή του η εμπλοκή στο Κυπριακό
Στόχος του Ερσίν Τατάρ, μέσα από την επιστολή του επιχειρεί να διασυνδέσει την παράνομη δράση των σφετεριστών και την ταυτόχρονη εφαρμογή της νομοθεσίας από τις κυπριακές αρχές, με τις εξελίξεις στο Κυπριακό: «Όπως θα θυμάστε, εξέφρασα αυτές τις σοβαρές ανησυχίες κατά τη διμερή μας συνάντηση στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 2024 και ξανά στη Γενεύη τον Μάρτιο του 2025. Επίσης, έθεσα το ζήτημα αυτό κατά τις συναντήσεις μας με τον Ελληνοκύπριο ηγέτη, τόσο στο άτυπο δείπνο που διοργανώσατε τον Οκτώβριο του 2024 στη Νέα Υόρκη όσο και κατά τις διαδοχικές συναντήσεις των ηγετών στο νησί. Παρ’ όλα αυτά, ο Ελληνοκύπριος ηγέτης επιμένει ότι πρόκειται για “δικαστική διαδικασία” πέραν του ελέγχου του».
Κινδυνολογία από το καθεστώς
Ο Τατάρ κινδυνολογεί και μιλά για πιέσεις που δέχεται για αντίποινα και ότι ο ίδιος αντιστέκεται σ’ αυτές τις πιέσεις: «Πολλοί ζητούν αντίποινα, επιλογή την οποία μέχρι τώρα έχω αποφύγει». Ζητά από τον ΓΓ ΟΗΕ να παρέμβει για να σταματήσουν οι «συνεχιζόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων», όπως ο ίδιος θεωρεί τις ενέργειες των κυπριακών αρχών, γιατί όπως προειδοποιεί η κατάσταση μπορεί να «επιδεινωθεί περαιτέρω και [να] φτάσει σε σημείο μη επιστροφής».