Μια πρωτοφανής για τα νομικά δεδομένα της Κύπρου υπόθεση, η οποία αφορά τη δολοφονία δύο αγωνιστών της ΕΟΚΑ ένα χρόνο μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, πήρε χθες την οδό της δικαιοσύνης. Οι οικογένειες των αγωνιστών Νεοκλή Παναγιώτου και Ευριπίδη Νούρου κατέθεσαν αγωγή κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, ζητώντας ηθική δικαίωση των θυμάτων, αποκατάσταση της μνήμης τους και αποζημιώσεις για ηθική βλάβη, πόνο και ταλαιπωρία. Η αγωγή κατατέθηκε από το δικηγορικό γραφείο Α & Α. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες, με εναγόμενο τον Γενικό Εισαγγελέα ως αντιπρόσωπο της Δημοκρατίας. Στην αγωγή διευκρινίζεται ότι το τμήμα της Δημοκρατίας το οποίο σχετίζεται με τα επίδικα γεγονότα είναι η Αστυνομία Κύπρου.
Την υπόθεση είχε φέρει στο φως ο «Φ» στις 29 Οκτωβρίου 2022, όταν αποκάλυψε σχετική επιστολή την οποία είχαν αποστείλει οι οικογένειες των δύο οικογενειών στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη. Στη συνέχεια, αφού δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση εκ μέρους της Πολιτείας προς το αίτημα των οικογενειών, προχώρησαν την 1ηΙουνίου 2023 σε αποστολή νέας επιστολής με πανομοιότυπο περιεχόμενο και προς τον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη. Δύο χρόνια και τρεις μήνες μετά, αφού και πάλι δεν υπήρξε η παραμικρή αντίδραση εκ μέρους της Πολιτείας, οι οικογένειες των δύο αγωνιστών της ΕΟΚΑ πέρασαν την πύλη του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.
Πλέον, το λόγο έχει η δικαιοσύνη. Και η υπόθεση, 64 χρόνια μετά τη δολοφονία των Νούρου και Παναγιώτου, προσλαμβάνει μεγάλο ενδιαφέρον. Καθώς είναι βέβαιο πως σε μια τέτοια δίκη θα κατατεθούν στοιχεία και μαρτυρίες για εκείνη την γκρίζα εποχή, που θα προκαλέσουν θόρυβο. Δεδομένου ότι στην υπόθεση δολοφονίας των δύο αγωνιστών εμπλέκονται διάφορα ονόματα, μεταξύ των οποίων και πρωτοκλασάτων στελεχών της πολιτικής ζωής του τόπου εκείνη την εποχή.
Το ιστορικό της δολοφονίας μέσα από την αγωγή
Στη χθεσινή αγωγή, που κατατέθηκε στο δικαστήριο από το δικηγορικό γραφείο Α & Α. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες, καταγράφονται λεπτομέρειες της δολοφονίας ως εξής:
«Κατά ή περί τις 16/8/1961 και ενώ οι Νεοκλής Παναγιώτου και Ευριπίδης Νούρου κινούνταν εντός του αυτοκινητοδρόμου Λευκωσίας – Λεμεσού με κατεύθυνση προς τη Λεμεσό, οι ίδιοι έγιναν δέκτες δολοφονικής επίθεσης. Η επίθεση έλαβε χώρα σε απόσταση περί των 400 μέτρων από τον Αστυνομικό Σταθμό Μονής, σημείο στο οποίο ανεβρέθηκαν τα πτώματά τους εντός του οχήματός τους, το οποίο ήταν διάτρητο από σφαίρες.
H δολοφονία των Παναγιώτου και Νούρου έγινε σε μια περίοδο αυξημένης πολιτικής βίας η οποία περιλάμβανε επιθέσεις εναντίον άλλων πολιτικών προσώπων της εποχής. Η εν λόγω δολοφονία καταδικάσθηκε από σειρά κομμάτων και οργανώσεων, οδηγώντας και σε καταγγελίες της Κυπριακής Δημοκρατίας ενώπιον της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Κατά ή περί την 21/8/1961, ο ανώτερος Αξιωματικός της Αστυνομίας και στέλεχος της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Γεώργιος Λαγοδόντης, απέστειλε επιστολή προς τον αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α., Γεώργιο Γρίβα, εξηγώντας του την προσωπική του γνώση γύρω από τα γεγονότα της δολοφονίας των Παναγιώτου και Νούρου. Εξηγούσε μέσω της επιστολής του, ότι η δολοφονία έγινε από στελέχη της Υπηρεσίας Πληροφοριών με υπηρεσιακά όπλα της Αστυνομίας τα οποία δόθηκαν στους φυσικούς αυτουργούς από μέλη της προσωπικής φρουράς… (σ.σ. κατονομάζεται υπουργός της κυβέρνησης Μακαρίου).
Καταγγέλλει επίσης ότι η δολοφονία έγινε κατόπιν εντολής του ιδίου του ……… (υπουργού) ως αποτέλεσμα ψευδών πληροφοριών που είχε λάβει ο ίδιος ότι οι Παναγιώτου και Νούρου σκόπευαν να τον δολοφονήσουν. Ο Λαγοδόντης αποδίδει αυτές τις ψευδείς πληροφορίες σε προσπάθειες δημιουργίας διχόνοιας ανάμεσα σε αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. που ήταν υποστηρικτές του Προέδρου Μακαρίου και εκείνων που υποστήριζαν τον Γεώργιο Γρίβα.
Μέσω της επιστολής του, ο Λαγοδόντης εξηγεί πως οι δύο δολοφονηθέντες αγωνιστές κλήθηκαν στη Λευκωσία δήθεν για να προσληφθούν στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου οπόταν διαπιστώθηκε ότι η πρόσκληση δεν ίσχυε. Κατόπιν επίσκεψής τους σε διάφορά μέρη της Λευκωσίας, οι Νούρου και Παναγιώτου επισκέφθηκαν το γραφείο του αστυνόμου Γεωργιάδη στο Αρχηγείο της Αστυνομίας όπου βρισκόταν και ο Λαγοδόντης και όπου ανέφεραν ότι παρακολουθούνταν από τέσσερα άτομα εντός οχήματος εκείνη την ημέρα.

Ο Λαγοδόντης αναφέρει στην επιστολή του ότι το απόγευμα της ίδιας ημέρας πληροφορήθηκε από τον υπαστυνόμο Νίκο Ιωάννου ότι οι Παναγιώτου και Νούρου δολοφονήθηκαν από τους αστυνομικούς που τους παρακολουθούσαν λίγο έξω από τη Μονή Λεμεσού κατόπιν άρνησής τους να υποβληθούν σε σωματική έρευνα. Ο Λαγοδόντης ανέφερε ότι τους δύο αγωνιστές πυροβόλησαν οι ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ, αμφότεροι λοχίες της Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Ο Λαγοδόντης αναφέρει ότι επισκέφθηκε τον…………. (υπουργό) την ίδια ημέρα, ο οποίος φάνηκε να γνωρίζει για τη δολοφονία, και τον κάλεσε να διατάξει τη σύλληψη των δολοφόνων και να καλέσει τον Αρχηγό της Αστυνομίας για να αναθέσει την διερεύνηση της υπόθεσης. Αν και ο Λαγοδόντης εξήγησε στον Υπουργό ότι μόνο τότε ο ίδιος θα απαλλαγόταν από την ευθύνη για τη δολοφονία, ο …………… (υπουργός) απάντησε αρνητικά στις εισηγήσεις του».
Ο Λαγοδόντης της ΚΥΠ κατονομάζει στον Μακάριο συγκεκριμένο υπουργό
Στην αγωγή που κατατέθηκε χθες, κεντρικό σημείο αναφοράς είναι η επιστολή Λαγοδόντη προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Αναφέρονται τα εξής:
«Κατά ή περί τις 2/9/1961 κατ’ εντολή και/ή κατόπιν αιτήματος του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ προς τον ανώτερο Αξιωματικό της Αστυνομίας και στέλεχος της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Γεώργιο Λαγοδόντη, ετοιμάστηκε και αποστάλθηκε επιστολή/ πόρισμα από τον δεύτερο προς τον πρώτο μέσω του οποίου δίνονταν εξηγήσεις πίσω από τα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στην δολοφονία των Παναγιώτου και Νούρου.
Μεταξύ άλλων, η επιστολή ανέφερε ότι η δολοφονία διεξήχθη από άτομα τα οποία κατονομάζονταν και τα οποία ήταν μέλη της Αστυνομίας και/ή κάνοντας χρήση οπλισμού της Αστυνομίας και/ή κατόπιν εντολής και/ή κατεύθυνσης του τότε Υπουργού……………. Συγκεκριμένα, η επιστολή αναφέρει μεταξύ άλλων πως οι Παναγιώτου και Νούρου παρακολουθούνταν στενά την ημέρα της δολοφονίας τους και πως η ίδια η δολοφονία είχε προταθεί λίγες μέρες προηγουμένως από τον τότε Υπουργό …………….. Αναφέρει επίσης πως η δολοφονία διεξήχθη με υπηρεσιακό όπλο της Αστυνομίας, το οποίο είχε δοθεί ολίγες μέρες προηγουμένως στους άνδρες της φρουράς του ………….. (υπουργού). Στην εν λόγω επιστολή κατονομάζονται επίσης τα άτομα τα οποία ο Λαγοδόντης είχε πληροφορηθεί ότι ήταν οι δολοφόνοι των Παναγιώτου και Νούρου και συγκεκριμένα τους ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ, λοχίες της Υπηρεσίας Πληροφοριών της Δημοκρατίας ως επίσης και κάποιον αστυνομικό που υπηρετούσε στην Αστυνομική Σχολή, τον οποίο κατονομάζει απλά ως Α………….
Κατά ή περί τις 21/5/1963, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Μάχη», ο Νίκος Σαμψών χαρακτήρισε τη δολοφονία των Παναγιώτου και Νούρου ως πολιτική δολοφονία με σκοπό να σιγάσουν τα εν λόγω πρόσωπα και η οποία είχε ως ελατήριο τις ιδέες τους. Ακολούθως, κατά ή περί τις 27/5/1963, η εφημερίδα «Συναγερμός» κάλεσε τον Νίκο Σαμψών να καταθέσει τα στοιχεία που είχε αναφορικά με τον ισχυρισμό του. Συγχρόνως, αναφέρθηκε ότι αν και άλλες αναφορές του Σαμψών αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμόν πολιτικές δολοφονίες άλλων προσώπων διαψεύστηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών, αντίστοιχη διάψευση δεν υπήρξε σχετικά με τη δολοφονία των Παναγιώτου και Νούρου.
Κατά ή περί τις 26/8/1963, ο Νίκος Σαμψών παρέδωσε ιδιόχειρη επιστολή στους Ενάγοντες στην οποία κατονόμαζε ως δολοφόνους των Παναγιώτου και Νούρου τους ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ, ως επίσης και τους ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ και ένα ανθυπαστυνόμο με το όνομα ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ. Στην εν λόγω επιστολή αναφέρεται επίσης ότι πηγή της γνώσης του Σαμψών υπήρξε ο ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ, τον οποίο χαρακτηρίζει ως φίλο των ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ. Πάλι, ο Εναγόμενος και/ή η Αστυνομία αμέλησε και/ή δεν έλαβε σχετικές καταθέσεις και/ή δεν φρόντισε να εξακριβώσει την ταυτότητα και/ή τα κίνητρα των δολοφόνων».
Παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων
Στην αγωγή η οποία κατατέθηκε χθες, καταγράφεται μια σειρά από θεμελιώδη δικαιώματα των δύο οικογενειών τα οποία παραβιάστηκαν.
Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι η εναγόμενη Δημοκρατία δεν διερεύνησε τις συνθήκες υπό τις οποίες δολοφονήθηκαν οι Παναγιώτου και Νούρου. Παρά το ότι είχε την δυνατότητα, αφού τέθηκαν υπόψη τους οι πληροφορίες του αστυνομικού Λαγοδόντη, δεν συνέλαβαν τους ύποπτους για τη δολοφονία. Παρέλειψε να διερευνήσει το σχετικό μαρτυρικό υλικό. Απώλεσε τους φακέλους της υπόθεσης όταν αυτό του ζητήθηκε. Παρέλειψε να εξετάσει τους ισχυρισμούς αναφορικά με τα πολιτικά κίνητρα πίσω από τη δολοφονία των Παναγιώτου και Νούρου,
Όργανα και/ή πρόσωπα κατ’ εντολήν της Δημοκρατίας εσκεμμένως και ηθελημένως επιχείρησαν να χρηματίσουν τις οικογένειές τους των Παναγιώτου και Νούρου.