Κλείσιμο των δύο κλινικών που σήμερα λειτουργούν με ακαδημαϊκό γιατρό ως διευθυντή στα κρατικά νοσοκομεία, εδώ και τώρα, απαιτούν οι γιατροί του δημοσίου. Καταγγέλλουν υπουργείο Υγείας και ΟΚΥπΥ για παρανομία και προειδοποιούν με λήψη «συνδικαλιστικών», αλλά και δικαστικών μέτρων κατά του κράτους και του Οργανισμού. Από την πλευρά τους, ΟΚΥπΥ και Πανεπιστήμιο Κύπρου υποστηρίζουν ότι οι κλινικές λειτουργούν στη βάση συμφωνίας που υπογράφηκε πριν από χρόνια και δεν υπάρχει καμία απολύτως παρανομία.
Οι διαφωνίες να καταγράφονται μερικά μόνο εικοσιτετράωρα μετά την έναρξη της συζήτησης του νομοσχεδίου που προβλέπει για την ίδρυση πανεπιστημιακών κλινικών από τη Βουλή.
Η επίθεση των γιατρών κατά του υπουργείου Υγείας και του ΟΚΥπΥ, ήταν μάλλον αναμενόμενη και πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα υπάρξει και συνέχεια, χωρίς να αποκλείεται και η λήψη μέτρων που θα επηρεάσει τη λειτουργία των νοσοκομείων, καθώς και οι δύο συντεχνίες, Παγκύπρια Συντεχνία Κυβερνητικών Ιατρών και Κλάδος γιατρών της ΠΑΣΥΔΥ, έχουν ήδη δηλώσει την έντονη διαφωνία τους με το περιεχόμενο του νομοσχεδίου που συζητείται στην κοινοβουλευτική επιτροπή Υγείας.
Σύμφωνα με τις δύο συντεχνίες, «στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής Υγείας (την περασμένη Πέμπτη) καταγράφηκε ένα πρωτοφανές γεγονός: Ο ίδιος ο υπουργός Υγείας και ο γενικός εκτελεστικός διευθυντής του ΟΚΥπΥ προέβησαν σε δημόσια παραδοχή εφαρμογής «νομοθεσίας» η οποία δεν υφίσταται».
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, υποστηρίζουν οι γιατροί, «δηλώθηκε ευθέως ότι ήδη στη παρούσα, δύο κλινικές των δημοσίων νοσηλευτηρίων έχουν διευθυντή ακαδημαϊκό, δηλαδή άτομο που δεν μπορεί να κατέχει τέτοια θέση στη βάση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Το ελάχιστο που αναμένουμε είναι η άμεση ακύρωση όλων των πράξεων που έγιναν καθ’ υπέρβαση και καθ’ αντίθεση του ισχύοντος νομικού πλαισίου», αναφέρουν οι γιατροί και προειδοποιούν ότι θα ασκήσουν «κάθε δικαίωμα που τους παρέχει το Σύνταγμα και η έννομη τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων όλων των συνδικαλιστικών αλλά και θεσμικών, διοικητικών και ενδίκων μέτρων που διασφαλίζουν, την εφαρμογή του νόμου, την προστασία των δημοσίων νοσηλευτηρίων, την ασφάλεια των ασθενών και τη θεσμική υπόσταση των γιατρών δημοσίων υπαλλήλων».
«Στα νοσηλευτήρια λειτουργούν κλινικές με διευθυντή ακαδημαϊκό και όχι πανεπιστημιακές κλινικές με την έννοια που προβλέπεται από το νομοσχέδιο», η απάντηση του ΟΚΥπΥ, με τον εκπρόσωπο Τύπου του Οργανισμού, Χαράλαμπο Χαριλάου, να αναφέρει στον «Φ» ότι «κανένας και σε καμία περίπτωση δεν έχει αναφερθεί σε πανεπιστημιακές κλινικές». Υπάρχουν, εξήγησε ο κ. Χαριλάου, «γιατροί οι οποίο είναι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου οι οποίοι ασκούν κλινικό έργο στο πλαίσιο συμφωνίας που υπάρχει μεταξύ ΟΚΥπΥ και Πανεπιστημίου» και τόνισε ότι «προσπάθεια όλων πρέπει να είναι η θεσμοθέτηση πανεπιστημιακών κλινικών. Καμία παρανομία δεν υπάρχει, όλες οι πράξεις γίνονται από γιατρούς οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο και είναι ενταγμένοι στο ΓεΣΥ. Τα πάντα είναι νόμιμα και δεν χωρεί καμία αμφισβήτηση», κατέληξε.
Στο ίδιο πνεύμα και τα όσα αναφέρθηκαν στον «Φ» από πηγή του Πανεπιστημίου Κύπρου. «Λειτουργεί μια κλινική με διευθυντή και κάποιους από τους γιατρούς της ακαδημαϊκούς αλλά και γιατρούς του δημοσίου στο πλαίσιο συμφωνίας που υπάρχει», ενώ «όλα τα έσοδα από το έργο των ακαδημαϊκών γιατρών καταλήγουν στον ΟΚΥπΥ και όχι στους γιατρούς ή το Πανεπιστήμιο». Λειτουργεί, επίσης, ακόμα μια κλινική με διευθυντή ο οποίος είναι και ακαδημαϊκός.
Πάντως, οι προθέσεις των γιατρών του δημοσίου έναντι του νομοσχεδίου φαίνονται ξεκάθαρα και από το υπόμνημα που κατέθεσαν στη Βουλή. Το νομοσχέδιο, σύμφωνα με τους γιατρούς, «εισάγει παράλληλες και αλληλοεπικαλυπτόμενες δομές διοίκησης, διαφορετικά καθεστώτα απασχόλησης, ασάφεια ιεραρχικής υπαγωγής και ασαφή όρια νομικής και επαγγελματικής ευθύνης. Τα ανωτέρω οδηγούν στη διατάραξη της ενιαίας κλινικής διοίκησης, στην αποδυνάμωση της λογοδοσίας, στη διάβρωση της συνοχής των ομάδων φροντίδας, στη μετακύλιση κόστους λειτουργίας στον δημόσιο τομέα και, κυρίως, στον κίνδυνο υποβάθμισης της ασφάλειας των ασθενών. Η ψήφιση του νομοσχεδίου, χωρίς εκ βάθρων και ουσιαστική αναθεώρηση, θα οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας, σε διαρροή έμπειρου ιατρικού προσωπικού, σε ενίσχυση λειτουργικών κινδύνων εντός των κλινικών και σε περαιτέρω επιβάρυνση των ασθενών».
Όπως εξήγησε στον «Φ» ο πρόεδρος της ΠΑΣΥΚΙ, Σωτήρης Κούμας, «εκείνο που δεν αποδεχόμαστε είναι το μοντέλο που προβλέπει το νομοσχέδιο το οποίο θέτει σε κίνδυνο την ιεραρχία και τη σωστή λειτουργία των νοσοκομείων γενικότερα».
Υπενθυμίζεται ότι νομοσχέδια για την ίδρυση πανεπιστημιακών κλινικών έχουν ετοιμαστεί αρκετά τα τελευταία δέκα χρόνια. Κάποια εξ αυτών έφθασαν μέχρι την κοινοβουλευτική επιτροπή Υγείας και επέστρεψαν στο υπουργείο Υγείας και κάποια δεν πήραν ποτέ τον δρόμο προς τη βουλή, εξαιτίας παρόμοιων ή και των ίδιων διαφωνιών.










