Απεβίωσε στη Λίμα στις 13 Απριλίου, σε ηλικία 89 ετών, ο Περουβιανός συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα (Mario Vargas Llosa), ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους και δοκιμιογράφους της Λατινικής Αμερικής, καθώς και ένας από τους πιο διακεκριμένους συγγραφείς της γενιάς του.
Υπήρξε μια εμβληματική μορφή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και κουλτούρας, που σπάνια απέφευγε τις αντιπαραθέσεις.
Με περισσότερα από 50 έργα στο ενεργητικό του, πολλά εκ των οποίων έχουν μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες, ο Βάργκας Λιόσα τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2010, όταν η Σουηδική Ακαδημία τον χαρακτήρισε «θεϊκά χαρισματικό αφηγητή». Οι απεικονίσεις του αυταρχισμού, της βίας και του ματσισμού, με πλούσια γλώσσα και εικόνες, τον καθιέρωσαν ως πρωταγωνιστή του λογοτεχνικού ρεύματος του «Λατινοαμερικανικού Μπουμ» (Boom latinoamericano), η εκδοτική «έκρηξη» δηλαδή που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 και ’70 και έστρεψε το παγκόσμιο ενδιαφέρον στη λογοτεχνία της ηπείρου.
Αρχικά είχε αριστερές συμπάθειες, αλλά σύντομα απογοητεύτηκε από τις επαναστατικές ιδέες της Λατινικής Αμερικής και τελικά κατέβηκε υποψήφιος για την προεδρία του Περού με κεντροδεξιό κόμμα το 1990- χωρίς επιτυχία.
Γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου 1936 σε μεσοαστική οικογένεια στην Αρεκίπα, στο νότιο Περού. Μετά τον χωρισμό των γονιών του, μετακόμισε ως βρέφος στην Κοτσαμπάμπα της Βολιβίας με τους προπάππους του. Επέστρεψε στο Περού στα 10 του χρόνια, και έξι χρόνια αργότερα έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο, «Η απόδραση του Ίνκα». Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Λίμα, στη συνέχεια στην Ισπανία και κατόπιν μετακόμισε στο Παρίσι.
Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Η Πόλη και τα Σκυλιά» (1962), ήταν μια καταγγελία της διαφθοράς και της κακοποίησης σε στρατιωτική σχολή του Περού. Η δύναμη και η σκοτεινιά των εικόνων του εξόργισαν πολλούς στρατηγούς της χώρας. Ένας μάλιστα τον κατηγόρησε για «εκφυλισμένο νου». Το έργο βασίστηκε στην προσωπική του εμπειρία από τη στρατιωτική ακαδημία Leoncio Prado, την οποία αργότερα περιέγραψε ως «εξαιρετικά τραυματική εμπειρία» που του αποκάλυψε το Περού ως μια κοινωνία βίαιη, γεμάτη πικρία, χωρισμένη σε κοινωνικά, πολιτισμικά και φυλετικά στρατόπεδα.
Η ίδια η σχολή, σύμφωνα με τον συγγραφέα, έκαψε 1000 αντίτυπα του βιβλίου της εντός των χώρων της.
Το δεύτερο μυθιστόρημά του, «Το Πράσινο Σπίτι» (1966), ήταν ένα πειραματικό έργο με φόντο την περουβιανή έρημο και ζούγκλα, που περιέγραφε μια συμμαχία νταβατζήδων, ιεραποστόλων και στρατιωτών γύρω από έναν οίκο ανοχής.
Τα δύο αυτά μυθιστορήματα θεωρούνται θεμέλια του Λατινοαμερικανικού Μπουμ της δεκαετίας του 1960 και του 1970 — ενός ρεύματος πειραματικής και πολιτικά φορτισμένης λογοτεχνίας, που αποτύπωνε την ταραγμένη κατάσταση της ηπείρου.
Μεταξύ των ηγετικών μορφών του ρεύματος ήταν και ο φίλος (και περιστασιακός αντίπαλος) του Βάργκας Λιόσα, ο Κολομβιανός Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, εισηγητής του στιλ του «μαγικού ρεαλισμού». Οι συγγραφείς αυτοί έγιναν πασίγνωστοι παγκοσμίως.
Διάσημη είναι η ρήξη μεταξύ Βάργκας Λιόσα και Γκαρσία Μάρκες το 1976, όταν ο πρώτος τον γρονθοκόπησε σε κινηματογράφο στο Μεξικό. Οι λόγοι της σύγκρουσης διίστανται: φίλοι του Μάρκες μιλούν για τη φιλία του με την τότε σύζυγο του Βάργκας Λιόσα, Πατρίσια, ενώ ο ίδιος ο συγγραφέας δήλωσε το 2017 ότι αιτία ήταν οι αντικρουόμενες απόψεις τους για την Κούβα και τον Φιντέλ Κάστρο.
Οι δύο άνδρες συμφιλιώθηκαν το 2007, και τρία χρόνια αργότερα ο Βάργκας Λιόσα τιμήθηκε με το Νόμπελ- ο πρώτος Νοτιοαμερικανός συγγραφέας που το κέρδισε μετά τον Μάρκες το 1982.
Πολλά έργα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την αστάθεια και τη βία στη Λατινική Αμερική κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, σε μια εποχή επαναστάσεων και στρατιωτικών καθεστώτων. Το μυθιστόρημα «Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;» (1969) αποκάλυψε πώς η δικτατορία του Οδρία (1948–1956) διέλυσε τις ζωές απλών πολιτών.
Όπως πολλοί διανοούμενοι, αρχικά στήριξε τον Κάστρο, αλλά απογοητεύτηκε μετά την «Υπόθεση Παντίγια» το 1971, όταν ο Κουβανός ποιητής Ερμπέρτο Παντίγια φυλακίστηκε επειδή επέκρινε την κυβέρνηση.
Το 1983, διορίστηκε πρόεδρος επιτροπής διερεύνησης της σφαγής στο Οτσουρακάι, όπου δολοφονήθηκαν οκτώ δημοσιογράφοι. Οι αρχές υποστήριξαν ότι δράστες ήταν χωρικοί που τους πέρασαν για αντάρτες του «Φωτεινού Μονοπατιού», αλλά πολλοί κατηγόρησαν την επιτροπή ότι συγκάλυψε ευθύνες των αρχών, καθώς τα βασανιστήρια και οι ακρωτηριασμοί παρέπεμπαν περισσότερο σε παραστρατιωτικούς.
Το 1990 έθεσε υποψηφιότητα για την προεδρία με το κεντροδεξιό κόμμα Frente Democrático, με νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Ηττήθηκε από τον Αλμπέρτο Φουχιμόρι, ο οποίος κυβέρνησε επί 10 χρόνια.
Παρά την κριτική για την υπόθεση Οτσουρακάι, συνέχισε να καταγγέλλει την κρατική τρομοκρατία μέσω της λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημά του «Η Γιορτή του Τράγου» (2000), για τη δικτατορία του Ραφαέλ Τρουχίγιο στη Δομινικανή Δημοκρατία, εγκωμιάστηκε από τη Σουηδική Ακαδημία για την ανάδειξη της εξουσίας και της ανθρώπινης αντίστασης.
Ορισμένα έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο. Το «Η Θεία Χούλια και ο Γραφιάς», βασισμένο στον πρώτο του γάμο, έγινε ταινία του Χόλιγουντ το 1990 με τίτλο «Tune in Tomorrow».
Ασχολήθηκε επίσης με ιστορικά πρόσωπα, όπως ο Ιρλανδός εθνικιστής Ρότζερ Κέισμεντ («Το Όνειρο του Κέλτη», 2012).
Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε μεταξύ Περού και Μαδρίτης.
Το 2015 απασχόλησε τα ισπανικά ταμπλόιντ, όταν άφησε τη σύζυγό του μετά από 50 χρόνια γάμου για τη Σπανο-Φιλιππινέζα κοσμική Ισαβέλ Πρέισλερ, μητέρα του τραγουδιστή Ενρίκε Ιγκλέσιας.
Συνέχισε να προκαλεί αντιδράσεις με δηλώσεις του. Το 2019 κατηγορήθηκε επειδή απέδωσε την αύξηση των δολοφονιών δημοσιογράφων στο Μεξικό στην… ελευθερία του Τύπου, «που επιτρέπει στους δημοσιογράφους να λένε πράγματα που πριν δεν επιτρέπονταν». Παρότι αναγνώρισε τη σημασία των ναρκωτικών καρτέλ, πολλοί θεώρησαν πως δεν έδειξε επαρκή συμπάθεια στα θύματα.
Το 2018, σε άρθρο του στην El País, χαρακτήρισε τον φεμινισμό «τον πιο αποφασισμένο εχθρό της λογοτεχνίας» προκαλώντας σάλο.
Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα πέθανε στη Λίμα στις 13 Απριλίου, περιτριγυρισμένος από την οικογένειά του και «εν ειρήνη», όπως ανακοίνωσε ο γιος του, Άλβαρο.
Με τον θάνατό του, σβήνει και το τελευταίο μεγάλο αστέρι του Λατινοαμερικανικού Μπουμ.
Πηγή: BBC