«Οι πολεμικοί φωτογράφοι σπάνια φτάνουν τα 90 χρόνια ζωής», αναφέρει σε συνέντευξή του στον Guardian, ο Βρετανός φωτορεπόρτερ Ντον ΜακΚάλιν. Επί επτά δεκαετίες, ο φωτογραφικός του φακός απαθανάτιζε στιγμιότυπα από πολέμους, λιμούς και φυσικές καταστροφές. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του είχε αιχμαλωτιστεί, διαφύγει από ελεύθερους σκοπευτές, όλμους και άλλα δεινά. Πώς είναι να είσαι επιζών; «Άβολο», απαντά. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που βρίσκει παρηγοριά στο εργαστήριό του, συνθέτοντας εικόνες από τη φύση γύρω από το σπίτι του στο Σόμερσετ.
Ο Ντον ΜακΚάλιν είναι περήφανος που έζησε μια περιπετειώδη ζωή, ωστόσο, λέει ότι οι διακρίσεις – μεταξύ των οποίων και ο τίτλος του ιππότη που του απονεμήθηκε το 2017– τον κάνουν να αισθάνεται άβολα. «Νιώθω πως έχω ανταμειφθεί υπερβολικά, και αυτό με κάνει να νιώθω πραγματικά άβολα, γιατί συνέβη εις βάρος των ζωών άλλων ανθρώπων». Τον γεμίζει απόγνωση που, στο τέλος της ημέρας, ο πόνος των ανθρώπων και οι θηριωδίες που αποτύπωσε στις φωτογραφίες του δεν άλλαξαν απολύτως τίποτα. «Κοιτάξτε την Ουκρανία. Κοιτάξτε τη Γάζα. Νιώθω πως εδώ και 60 χρόνια ζω πάνω στον πόνο άλλων ανθρώπων, και ο πόνος τους δε βοήθησε να αποτραπούν τέτοιες τραγωδίες. Δεν έχουμε μάθει τίποτα».
Στη συνέντευξή του, ο ΜακΚάλιν διηγείται τη ζωή του μέσα από μια σειρά σπουδαίων φωτογραφιών του. Μάλιστα, όπως αναφέρει, η πρώτη του διεθνής αποστολή ήταν στην Κύπρο το 1964, κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών. Οι φωτογραφίες που τράβηξε στο νησί αποτελούν τις πρώτες του πολεμικές εικόνες.
Στην πρώτη φωτογραφία, όπως εξηγεί, φαίνεται ένας Τούρκος ένοπλος σε τουρκοκυπριακή συνοικία της Λεμεσού. «Πήγα στα γραφεία της Observer και ο αρχισυντάκτης μού είπε: “Θα σκεφτόσουν να πας να καλύψεις τις ταραχές στην Κύπρο;” Ένιωσα να αιωρούμαι. Την πρώτη μου μέρα στη Λεμεσό, τράβηξα αυτή τη φωτογραφία, δίπλα από έναν κινηματογράφο. Μοιάζει με καρέ από ταινία του Χόλιγουντ – ο άνδρας είναι υπερβολικά καλοντυμένος. Το βράδυ, όταν σταμάτησαν οι μάχες, δεν είχα πού να μείνω, και οι Τούρκοι αστυνομικοί μού είπαν ότι μπορούσα να κοιμηθώ σ’ ένα κελί. Αυτό ήταν το βάπτισμά μου στον πόλεμο», αναφέρει.
Μάλιστα, δημοφιλής είναι και η πιο κάτω φωτογραφία, μια σκηνή που διαδραματίστηκε σε ένα χωριό δυτικά της Μόρφου. Είναι η αντίδραση μιας Τουρκοκύπριας γυναίκας η οποία μαθαίνει πως ο άνδρας της έχει σκοτωθεί. Για τη φωτογραφία αυτή ο ΜακΚάλιν βραβεύτηκε με την πρώτη σημαντική του διάκριση, το World Press Photo Award του 1964.

«Όσα φωτογράφιζα με εξόργιζαν τόσο, που ανυπομονούσα να επιστρέψω στην Αγγλία και να δω τις φωτογραφίες μου δημοσιευμένες, για να δείξω στον κόσμο πόσο λάθος ήταν όλα αυτά. Όταν είσαι νέος και φιλόδοξος, σε ελκύει η τραγωδία, αλλά δε σου ανήκει. Δεν είσαι ευπρόσδεκτος ούτε προσκεκλημένος, και, με έναν τρόπο, κλέβεις. Κλέβεις τις συναισθηματικές τραγωδίες άλλων ανθρώπων. Κλέβεις εικόνες από νεκρούς που δε σου έδωσαν τη συγκατάθεσή τους. Το ένιωθα ότι δεν ήταν απολύτως σωστό, και το πιστεύω ακόμη. Γι’ αυτό επιστρέφω εδώ και φωτογραφίζω τα αγγλικά τοπία. Νιώθω πως πρέπει να απελευθερωθώ από την ενοχή μου, που ακόμη κουβαλώ».
Αξίζει να σημειωθεί ότι μία από τις πιο γνωστές του φωτογραφίες απεικονίζει έναν άστεγο Ιρλανδό άνδρα το 1969. «Υπάρχουν κοινωνικοί πόλεμοι έξω από την πόρτα σου. Οι άνθρωποι μού έγραφαν γράμματα λέγοντας: “Θέλω να γίνω πολεμικός φωτογράφος.” Κι εγώ τους απαντούσα: “Κάνε το – οι πόλεμοι είναι μέσα στις πόλεις σας.” Αυτός ο άνδρας κοιμόταν δίπλα σε μια φωτιά στη λαχαναγορά του Σπίταλφιλντς, πολύ κοντά στο Σίτι του Λονδίνου, το οποίο παράγει δισεκατομμύρια λίρες για όσους το κατέχουν. Δε θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη αντίθεση. Από τη μια πλευρά τα πάντα, από την άλλη το τίποτα. Ονομάζω αυτή τη φωτογραφία Ποσειδώνα, γιατί μοιάζει με τον θεό της θάλασσας. Τον θεωρώ έναν από τους πιο γοητευτικούς άνδρες που έχω δει ποτέ».

Για τον ίδιο όμως η πιο φρικτή φωτογραφία που τράβηξε προέρχεται από τον πόλεμο που είχε ξεσπάσει μετά την απόσχιση της Μπιάφρας από τη Νιγηρία το 1967. Βρέθηκε μπροστά σε εικόνες που, όπως λέει, τον στοίχειωσαν περισσότερο από καθετί άλλο — σε ένα νοσοκομείο για παιδιά ορφανά του πολέμου, όπου εκατοντάδες πέθαιναν από την πείνα. «Αυτή είναι, πιθανότατα, η πιο φρικτή φωτογραφία που έχω τραβήξει στη ζωή μου. Υπήρχαν 600 παιδιά που πέθαιναν μέσα σε αυτό το στρατόπεδο. Έπεφταν κάτω και πέθαιναν μπροστά μου. Όταν βλέπουν λευκούς ανθρώπους, νομίζουν ότι είσαι εργαζόμενος ανθρωπιστικής οργάνωσης που έρχεται να τους φέρει φαγητό. Μπορείς, λοιπόν, να καταλάβεις την ενοχή μου, έτσι δεν είναι; Δεν ήταν ευγενικό εκ μέρους μου να βρίσκομαι εκεί».

«Αυτό το αγόρι κρατά ένα κουτί με κονσέρβα κρέατος, το οποίο είχε γλείψει εντελώς για να πάρει και το τελευταίο γραμμάριο. Του έδωσα μια καραμέλα που είχα στην τσέπη μου. Έπειτα πήγα να μιλήσω με έναν από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, και ένιωσα κάποιον να μου πιάνει το χέρι. Ήταν το αγόρι. Με έκανε να νιώσω τρομερά ένοχος. Δεν έχω εμφανίσει αυτή τη φωτογραφία εδώ και σχεδόν 30 χρόνια. Δε θέλω να τη βλέπω. Αισθάνομαι ενοχές ακόμη και που αυτές οι φωτογραφίες βρίσκονται μέσα στο σπίτι μου».
Φωτογραφίες: Don McCullin
Πηγή: theguardian










