18 Ιουνίου, 2025
2:06 μμ

Μια νέα αμερικανική μελέτη αποκαλύπτει ότι γενετικό υλικό καρκινικών όγκων μπορεί να ανιχνευθεί στο αίμα έως και 3,5 χρόνια πριν από την επίσημη διάγνωση της νόσου. Τη μελέτη συνυπογράφει ο Έλληνας καθηγητής Ογκολογίας δρ Νικόλας Παπαδόπουλος από το Κέντρο Ludwig και την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins.

Η ερευνητική ομάδα, στην οποία συμμετείχαν επίσης το Κέντρο Kimmel για τον Καρκίνο και η Σχολή Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Johns Hopkins, δημοσίευσε τα αποτελέσματα στο έγκριτο περιοδικό Cancer Discovery. Η μελέτη βασίστηκε στην ανάλυση δειγμάτων πλάσματος που είχαν συλλεχθεί στο πλαίσιο της μελέτης ARIC (Atherosclerosis Risk in Communities), ενός μεγάλου ερευνητικού προγράμματος χρηματοδοτούμενου από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ.

Η πρώτη συγγραφέας, δρ Γιουσουάν Γουάνγκ, επίκουρη καθηγήτρια Ογκολογίας, ανέφερε ότι οι επιστήμονες εξεπλάγησαν όταν διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να εντοπίσουν μεταλλάξεις που σχετίζονται με τον καρκίνο τόσο νωρίς. «Η ανίχνευση του καρκίνου τρία χρόνια πριν από τη διάγνωση προσφέρει χρόνο για παρέμβαση. Οι όγκοι είναι τότε πιο πρώιμοι και πιθανότατα θεραπεύσιμοι», σημείωσε.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τεχνικές υψηλής ευαισθησίας για να αναλύσουν δείγματα αίματος από 26 συμμετέχοντες που διαγνώσθηκαν με καρκίνο εντός έξι μηνών από τη συλλογή τους, καθώς και από άλλους 26 που δεν είχαν διαγνωσθεί. Σε οκτώ από τους πρώτους διαπιστώθηκε θετικό αποτέλεσμα σε πολυκαρκινικό τεστ πρώιμης ανίχνευσης, με όλους να διαγιγνώσκονται τελικά με καρκίνο εντός τετραμήνου.

Ακόμη πιο εντυπωσιακά ήταν τα ευρήματα από δείγματα αίματος που είχαν ληφθεί 3,1 έως 3,5 χρόνια πριν από τη διάγνωση. Σε έξι περιπτώσεις, οι ερευνητές ανέλυσαν και παλαιότερα δείγματα και σε τέσσερις από αυτές ανιχνεύθηκαν μεταλλάξεις που συνδέονταν με καρκινικές εξελίξεις.

«Η μελέτη δείχνει ότι τα τεστ MCED είναι πολλά υποσχόμενα εργαλεία για την πολύ πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου και θέτει τα ερευνητικά θεμέλια για την εφαρμογή τους στην κλινική πράξη», δήλωσε ο καθηγητής Ογκολογίας Μπερτ Βόγκελσταϊν, συνδιευθυντής του Κέντρου Ludwig.

Ο καθηγητής Παπαδόπουλος, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, επεσήμανε ότι «η έγκαιρη ανίχνευση μπορεί να προσφέρει σημαντικά καλύτερες προοπτικές για την έκβαση της νόσου». Ωστόσο, όπως σημείωσε, «χρειάζεται να καθοριστεί ποιο είναι το κατάλληλο πρωτόκολλο παρακολούθησης μετά από ένα τόσο πρώιμο θετικό αποτέλεσμα».

Η μελέτη ανοίγει τον δρόμο για τη μελλοντική χρήση αιματολογικών τεστ ως εργαλείο προληπτικού ελέγχου, ιδιαίτερα σε πληθυσμούς υψηλού κινδύνου, προσφέροντας ένα πολύτιμο χρονικό παράθυρο για θεραπευτική παρέμβαση προτού εμφανιστούν κλινικά συμπτώματα.

in.gr

Exit mobile version