24 Αυγούστου, 2025
7:55 μμ

Ορισμένοι λόγοι που διατυπώνονται εδώ και χρόνια ως δικαιολογία για το γεγονός ότι δεν παράγουμε στην Κύπρο δικά μας προϊόντα και συναφώς ότι δεν τα εξάγουμε διεθνώς, είναι ότι δύσκολα μπορούμε να ανταγωνιστούμε τα εξωτερικά προϊόντα, ότι τα δικά μας θα είναι πιο ακριβά, ότι τα προϊόντα που παράγουμε υπάρχουν ήδη και αλλού και όλες αυτές οι συναφείς δικαιολογίες.

Εν μέρει τα επιχειρήματα αυτά δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Όμως βλέπουμε μόνο την μία όψη του ζητήματος. Και αφού προκύπτουν δυσκολίες, βρήκαμε την εύκολη λύση να εισάγουμε τα πάντα. Ωστόσο αυτό, δεν είναι πάντοτε και το  ιδανικότερο. Δημιουργούνται άλλες παρενέργειες, όπως η μείωση των εξαγωγών και επομένως η αύξηση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο, αλλά και η μικρή επάρκεια σε είδη πρώτης ανάγκης και άλλα αγαθά, σε μια περίοδο αναταραχής και ακρίβειας στο παγκόσμια εμπόριο.

Ποια είναι λοιπόν η άλλη όψη του νομίσματος για την οποία μιλήσαμε προηγουμένως; Το να παράγεις ένα προϊόν, είναι μόνο ένα κομμάτι της όλης διαδικασίας. Το άλλο κομμάτι είναι πως το παρουσιάζεις και το επόμενο πως το διαφημίζεις για να το πουλήσεις στην αγορά.

Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα. Η Κύπρος διεκδικεί το αρχαιότερο κρασί στον κόσμο, το οποίο εξακολουθεί ακόμη να παράγεται, δηλαδή την κουμανδαρία. Πιστεύεται ότι η κουμανδαρία χρονολογείται από το 800 π.Χ., εφόσον έχουν βρεθεί αναφορές στην κατανάλωση ενός κρασιού με την ονομασία «κυπριακό Νάμα» πριν ακόμη του δοθεί το όνομα κουμανδαρία κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών τον 12ο αιώνα. Θεωρείτο ότι το κρασί είχε θεραπευτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείτο ευρέως ως τονωτικό. Ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος γιόρτασε την κατάκτηση της Κύπρου και το γάμο του με τη Βερεγγάρια στην Λεμεσό πίνοντας κουμανδαρία, και δηλώνοντας ότι πρόκειται για «το κρασί των βασιλιάδων και το βασιλιά των κρασιών». Δεν καταφέραμε να το καθιερώσουμε στην παγκόσμια αγορά του κρασιού.

Το Brandy Sour, το οποίο δημιουργήθηκε στο νησί μας, θεωρείται εν πολλοίς το εθνικό κοκτέιλ της Κύπρου και ως γνωστό έχει συνδεθεί με την επίσκεψη του βασιλιά Φαρούκ στις Πλάτρες το 1946. Η ιστορία είναι γνωστή. Ο βασιλιάς Φαρούκ, ο οποίος περνούσε μέρος των διακοπών του στις Πλάτρες, ζήτησε από τον μπάρμαν ενός ξενοδοχείου να του φτιάξει ένα ποτό με αλκοόλ, που να μοιάζει με τσάι, ώστε να το πίνει διακριτικά. Έτσι, δημιουργήθηκε το Brandy Sour, ένα κοκτέιλ που μοιάζει με παγωμένο τσάι, αλλά περιέχει κονιάκ. Μόνο η ιστορία αυτού του ποτού θα μπορούσε να γίνει μίνι ταινία. Ούτε αυτό καταφέραμε να καθιερώσουμε. Αντίθετα βλέπουμε τα γαλλικά κρασιά να κυριαρχούν και να θεωρούνται τα καλύτερα στον κόσμο. Είναι όμως, ή απλά έχουν πλασαριστεί και διαφημιστεί ως τέτοια;

Πέραν των κρασιών, αυτό που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στις αγορές είναι οι υπερτροφές (superfoods) και τα βιολογικά ή έστω υγιεινά φαγώσιμα. Έχουμε όμως υπερτροφές στην Κύπρο;  Σε μια πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο, διαπιστώσαμε ότι ως υπερτροφές στην Κύπρο, μπορούν να χαρακτηριστούν μεταξύ άλλων τα μούρα, τα χαρουπιά, οι ελιές και το χαμομήλι. Μάλιστα το χαρουπόμελο, έχει ιδιαίτερα ευεργετικές ιδιότητες και χαρακτηρίστηκε από ορισμένους ως ο μαύρος χρυσός της Κύπρου. Τι είναι όμως τα χαρούπια; Οι παλαιότεροι γνωρίζουν ότι τα λέγαμε τεράτσια. Τα οποία μαζεύαμε από τα δέντρα και τα τρώγαμε γιατί αν και σκληρά είχαν ωραία γεύση. Πάμε στα μούρα. Τα οποία είναι φρούτα με υψηλή διατροφική αξία, πλούσια σε βιταμίνες, μέταλλα, φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά και ταυτόχρονα χαμηλά σε θερμίδες. Πάμε πάλι πίσω στο χρόνο. Τα μούρα είναι οι βαβάτσινοι, τους οποίους μικροί επίσης μαζεύαμε από τα δέντρα που υπήρχαν σε αφθονία τότε και τα τρώγαμε. Σήμερα ένα πακέτο με 10-15 μούρα στις υπεραγορές πωλείται προς 8-9 ευρώ.

Εν κατακλείδι. Έχουμε στην Κύπρο προϊόντα, τα οποία μπορούμε να καλλιεργήσουμε τόσο για εγχώρια κατανάλωση όσο και για εξαγωγές; Έχουμε και μάλιστα προϊόντα πρώτης τάξης. Αρκεί να πάμε λίγο πίσω στο χρόνο και να δούμε τι τρώγαμε πριν μερικά χρόνια και προτού αρχίσουμε τα ξενόφερτα pancakes κτλ. Έχουμε μπροστά μας ένα θησαυρό, τον οποίο ουσιαστικά αφήνουμε ανεκμετάλλευτο. Χρειάζεται όρεξη, αλλά και ευρηματικότητα, ώστε να προωθήσουμε τα προϊόντα μας στις διεθνείς αγορές.

Exit mobile version