Αντάλλαξαν πυρά γιατροί και τεχνικοί ακτινολόγοι κατά τη χθεσινή πρώτη συζήτηση του νομοσχεδίου που προβλέπει για τη λειτουργία ακτινοδιαγνωστικών κέντρων στην Κύπρο, με τους γιατρούς ακτινολόγους να υποστηρίζουν ότι η παρουσία τους στα κέντρα κατά τη διάρκεια κάθε εξέτασης είναι επιβεβλημένη και τους τεχνικούς ακτινολόγους να τονίζουν μπορούν να τα βγάλουν και μόνοι τους πέρα και να υποστηρίζουν ότι ανά το παγκόσμιο εφαρμόζεται πλέον, σε μεγάλο βαθμό, η τηλεϊατρική.
Μάλιστα, οι τόνοι ανέβηκαν, σε κάποιες στιγμές, επικίνδυνα, με την κοινοβουλευτική επιτροπή Υγείας να καλεί στο τέλος όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να καταθέσουν σε υπομνήματα τις θέσεις τους, ώστε να ληφθούν υπόψη κατά τη συνέχιση της συζήτησης του νομοσχεδίου.
Το υπουργείο Υγείας, τάχθηκε υπέρ της φυσικής παρουσίας γιατρού ακτινολόγου, για αυτό άλλωστε και περιέλαβε σχετική πρόνοια στο νομοσχέδιο, με την εκπρόσωπο του να υποστηρίζει ότι προκύπτουν ζητήματα ασφάλειας των ασθενών αλλά και ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Οι ακτινολογικές εξετάσεις, τόνισε, αποτελούν ιατρική πράξη και απαιτείται η παρουσία γιατρού κατά τη διενέργεια τους. Από πλευράς Υπουργείου έγινε, παράλληλα, επίκληση ευρωπαϊκών προτύπων ακτινοπροστασίας.
Όπως ήταν φυσικό, με τη θέση του υπουργείου Υγείας συμφώνησε η Ακτινολογική Εταιρεία Κύπρου, με τους εκπροσώπους της να υποστηρίζουν ότι η απουσία ακτινολόγου από τη διαδικασία είναι επικίνδυνη και αντίθετη με τα διεθνή ιατρικά πρότυπα. Μάλιστα, όπως ανέφεραν, κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων εξετάσεων, κατά τις οποίες χρειάζεται η χρήση σκιαγραφικών υγρών ή αναισθητικού ή προκύπτουν επιπλοκές, οι τεχνικοί από μόνοι τους δεν είναι σε θέση να τη διαχειριστούν.
Με τη θέση, βεβαίως, γιατρών και υπουργείου Υγείας διαφώνησαν οι εκπρόσωποι των τεχνολόγων ακτινολόγων, οι οποίοι, επίσης, επικαλέστηκαν τα ευρωπαϊκά πρότυπα, προτάσσοντας την τηλεϊατρική. Συγκεκριμένα ανέφεραν ότι οι τεχνολόγοι διαθέτουν την απαραίτητη κατάρτιση για τη διενέργεια των εξετάσεων και υποστήριξαν ότι η παρουσία γιατρού κρίνεται αναγκαία μόνο σε εξειδικευμένες περιπτώσεις. Η τηλεϊατρική, είπαν, αποτελεί διεθνώς καθιερωμένη πρακτική.
Στην ίδια γραμμή και οι θέσεις των εκπροσώπων των ακτινοδιαγνωστικών κέντρων που ήδη λειτουργούν στην Κύπρο. Ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι η υποχρέωση της φυσικής παρουσίας ακτινολόγου είναι ανέφικτη και επειδή στην Κύπρο δεν υπάρχουν αρκετοί γιατροί για να καλύψουν όλες τις εξετάσεις, σε όλα τα κέντρα την ίδια ώρα. Στην Κύπρο, είπαν, υπάρχουν περίπου 200 ακτινολόγοι, οι οποίοι ήδη απασχολούνται. Εισηγήθηκαν την τηλεακτινολογία και την εξ’ αποστάσεως εμπλοκή των γιατρών.
Οι εμπλεκόμενοι υποστήριξαν τις θέσεις τους σε αρκετά υψηλούς τόνους, με τον βουλευτή της ΕΔΕΚ, Μαρίνο Σιζόπουλο, να υποδεικνύει ότι «η αλήθεια βρίσκεται κάπου μέσα στη μέση», υποστηρίζοντας ότι σε περιπτώσεις σοβαρών επιπλοκών, όπως για παράδειγμα μια αλλεργική αντίδραση κατά τη χορήγηση σκιαγραφικού υγρού, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από έναν ακτινολόγο αλλά από έναν παθολόγο.
Από πλευράς των οργανωμένων ασθενών, η εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου τόνισε ότι «προέχει η ασφάλεια των ασθενών» και κάλεσε τη Βουλή να λάβει αποφάσεις οι οποίες θα διασφαλίζουν ότι «οι ασθενείς θα είναι ασφαλείς κατά τη διάρκεια των εξετάσεων, ότι η ποιότητα των υπηρεσιών θα είναι υψηλού επιπέδου και ότι όλοι οι εξοπλισμοί θα είναι σε διαρκή βάση σωστά συντηρημένοι και αναβαθμισμένοι ώστε τα αποτελέσματα να είναι τα σωστά».
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης τέθηκαν προς συζήτηση και άλλα ζητήματα όπως για παράδειγμα ο σωστός διαχωρισμός αρμοδιοτήτων, ο σαφής καθορισμός των ευθυνών στην ιεραρχία των Κέντρων, βάσει των όσων το νομοσχέδιο προβλέπει αλλά και η θεσμοθετημένη συμμετοχή των επαγγελματικών συνδέσμων στην Συμβουλευτική Επιτροπή που θα είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας.









