Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού επέβαλε την περασμένη Τρίτη ποινή φυλάκισης έξι μηνών σε 69χρονο δικηγόρο.
Ο νομικός βρέθηκε ένοχος σε κατηγορία που αφορά την έκδοση ακάλυπτης επιταγής ύψους €175.000.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ο καταδικασθείς υπό την ιδιότητά του ως διευθυντής εταιρείας εξέδωσε επιταγή με το προαναφερθέν ποσό, η οποία ήταν πληρωτέα την 1η Οκτωβρίου του 2019 και δόθηκε έναντι χρέους σε άλλο πρόσωπο στις 4/9/2019.
Όταν αυτή παρουσιάστηκε στις 25/2/2020 στην τράπεζα από την οποία εκδόθηκε, δεν εξαργυρώθηκε, καθώς ο τραπεζικός λογαριασμός του εκδότη ήταν κλειστός κατά τον χρόνο παρουσίασης της επιταγής και παρέμεινε απλήρωτη για περίοδο 15 ημερών από την παρουσίασή της. Εξάλλου, στην εταιρεία συμφερόντων του 69χρονου καταδικασθέντα επιβλήθηκε πρόστιμο €4.000.
Στην ετυμηγορία της η Επαρχιακή Δικαστής, Αφροδίτη Λ. Παρπαρίνου, παραθέτει νομολογία για τη σοβαρότητα του αδικήματος, καταγράφοντας τα όσα έλαβε υπόψιν της πριν καταλήξει στην ετυμηγορία της για το ύψος της ποινής. Μάλιστα, δεν παραγνώρισε πως ο καταδικασθείς προέβη σε ενέργειες που δείχνει έμπρακτη μεταμέλεια, πως έχει λευκό ποινικό μητρώο και ότι είναι νυμφευμένος πατέρας τεσσάρων ενηλίκων τέκνων, αντιμετωπίζοντας πρόβλημα υγείας με τους πνεύμονές του.
Ωστόσο, η Δικαστής σημειώνει -ανάμεσα σ΄ άλλα- ότι «οι μετριαστικοί παράγοντες δεν μπορούν να υπερφαλαγγίσουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου» λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, στα οποία έχω αναφερθεί, αλλά και στην επιτακτική ανάγκη απόδοσης ποινής αποτρεπτικού χαρακτήρα σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία. Μπορούν, όμως, να επηρεάσουν το εύρος της ποινής». Κι αφού προσθέτει ότι η μοναδική αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης, σημειώνει ότι «η επιβολή οποιασδήποτε άλλης ποινής κρίνω ότι θα ήταν ατελέσφορη και αποτρεπτική» αφού δεν θα εξυπηρετούσε καθόλου το στοιχείο της αποτροπής (…)».
Η Δικαστής, εξετάζοντας το ενδεχόμενο ανασταλτικού χαρακτήρα της ποινής κι αφού πρώτα αναφέρεται σε νομολογία, κατέληξε πως «δεν συντρέχουν ικανοποιητικοί λόγοι για να διατάξω την αναστολή της ποινής φυλάκισης», εξηγώντας ότι «το ποσό της επίδικης επιταγής συνολικού ύψους €175.000 μέχρι σήμερα δεν έχει καθόλου εξοφληθεί (…)». «Αντίθετη προσέγγιση πιστεύω θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα» αναφορικά με το αδίκημα της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρισμα, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε έξαρση».
Ο παραπονούμενος, στο όνομα του οποίου είχε εκδοθεί η επίδικη επιταγή, είχε καταθέσει στο δικαστήριο ως μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση αναφέροντας ότι ο καταδικασθέντας τον είχε προσεγγίσει κατά το 2018 μέσω κοινού τους γνωστού και του εισηγήθηκε να επενδύσει σε επενδυτικό σχέδιο «shipping fund», μέσω του οποίου θα εισέπραττε πίσω το κεφάλαιο που θα επένδυε πλέον κέρδος €25.000. Ο παραπονούμενος είχε αναφέρει ότι ενώ ο ίδιος ήταν επιφυλακτικός, περί αρχές του 2019, πείστηκε και προχώρησε με επένδυση αξίας €150.000.
Όταν ο παραπονούμενος διαπίστωσε ότι τα χρήματα δεν επιστρέφονταν και πως ο ίδιος είχε οικονομικό κόστος, ο καταδικασθείς και υπό την απειλή της καταγγελίας του στην Αστυνομία από τον παραπονούμενο προχώρησε σε ενέργειες μεταξύ των οποίων και η έκδοση της επίδικης επιταγής. Ο παραπονούμενος είχε κάνει καλή εντύπωση στο Δικαστήριο, το οποίο είχε αποδεχθεί τη μαρτυρία του.
Να σημειωθεί ότι τον παραπονούμενο στην υπόθεση εκπροσώπησε ο Χρίστος Χατζηελευθερίου («Μαρία Νεοφύτου και Συνεργάτες L.L.C»), ενώ την υπεράσπιση του κατηγορούμενου ανέλαβε ο ίδιος.










