28 Απριλίου, 2025
3:42 πμ

Το σχέδιο Ανάν ήταν ένα πολύ περίεργο πόνημα τις πρόνοιες του οποίου και οι καλύτεροι νομικοί θα χρειάζονταν χρόνια για να αναλύσουν ενώ προσφέρονταν μέσα σε ένα παραπλανητικό περιτύλιγμα. Αυτό που διακρινόταν από την πρώτη ματιά δεν ήταν η αλήθεια. Ενώ μιλούσε για επιστροφή προσφύγων, προέβλεπε τη δημιουργία ενός πολυδαίδαλου πολιτικού συστήματος που σίγουρα δεν θα αποδεσμευόταν ποτέ από την τανάλια της Τουρκίας. Ενώ προέβλεπε αποχώρηση του τουρκικού στρατού που εισέβαλε στην Κύπρο το 1974 από την άλλη καθιέρωνε αυξημένη παρουσία του στο νησί με την Τουρκία να διατηρεί το δικαίωμα επέμβασης.

Το νέο καθεστώς θα διέθετε ελεγχόμενο οπλισμό περιορισμένου βεληνεκούς ώστε να μη μπορεί ουσιαστικά να αμυνθεί. Θα μπορούσε να αποκτήσει αντιαεροπορικούς πυραύλους που θα μπορούσαν να πλήξουν στόχους μόλις στο ύψος των 7000 μέτρων και από εκεί και πέρα, ένα αεροπλάνο της Τουρκίας, θα μπορούσε να αλωνίζει απρόσκοπτα τον εναέριο χώρο της Κύπρου και να βομβαρδίζει όπου ήθελε ανεμπόδιστα.

Το σχέδιο θα κυπριοποιούσε όλους τους έποικους και τα παιδιά τους, κάτω από περίεργες διαδικασίες, ενώ όσοι έποικοι θα επέλεγαν να φύγουν θα τους καταβαλλόταν το τεράστιο ποσό για την εποχή, των 10.000 λιρών.

Όσον αφορά την επιστροφή των προσφύγων δινόταν μια εικόνα πολύ παραπλανητική, αλλά όταν ένας ενδιέτριβε στις λεπτομέρειες θα διαπίστωνε ότι στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο τ θα μπορούσαν να επιστρέψουν αρκετές μεν χιλιάδες, αλλά μέχρι να αποκτούσαν το δικαίωμα της επιστροφής, οι πιο πολλοί δεν θα προλάβαιναν να την απολαύσουν λόγω ηλικίας. Ενώ θα παρεμποδίζονταν να επιστρέψουν όσοι ήταν κάτω των 65 χρόνων και αυτό για να μη δημιουργούνται νέες οικογένειες.

Ακόμα στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο θα επιτρεπόταν να επιστρέψουν μόνο στο 21% των Ελληνοκυπρίων του συνολικού πληθυσμού του τουρκοκυπριακού κρατιδίου και αυτό σε διάστημα 15 χρόνων.Επίσης θα επιτρεπόταν όπως επιστραφεί σε Έλληνες ΜΟΝΟ το 10% του συνόλου της γης του κρατιδίου και παράλληλα σε κάθε δήμο ή χωριό που θα μπορούσαν να επιστρέψουν οι Έλληνες εξολοκλήρου, θα επιστρεφόταν όχι περισσότερο από 20% της συνολικής έκτασης της γης και άρα όσοι θα επέστρεφαν θα έπαιρναν προφανώς ένα μικρό κλήρο με τις τεράστιες εκτάσεις που κατείχαν.

Όπως και στην περίπτωση του συντάγματος της Ζυρίχης διασφαλιζόταν η περιουσία της Εκκλησίας και του ΕΒΚΑΦ με προφανή στόχο να εξασφαλισθεί η εύνοια της Εκκλησίας και του τουρκοκυπριακού θρησκευτικού ιδρύματος που είχαν μεγάλη επιρροή στις δυο κοινότητες.

Ας δούμε μερικές πρόνοιες του σχεδίου:

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ: Επειδή το σύστημα διακυβέρνησης που θα προέκυπτε με το σχέδιο Ανάν, θα ήταν ομοσπονδιακό, στο ενωμένο κράτος της Κύπρου θα υπήρχαν τρεις ουσιαστικά κυβερνήσεις. Μία ομοσπονδιακή κυβέρνηση που θα ήταν υπεύθυνη για την ασφάλεια της επικράτειας της Κύπρου και θα είχε μεταξύ άλλων την ευθύνη των εξωτερικών σχέσεων με τις άλλες χώρες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα είχε τη δική της Αστυνομία που θα επέβλεπε τις ακτές του κράτους και γενικά την ασφάλεια και την τάξη. Θα είχε επίσης τη δική της Βουλή και τη δική της Γερουσία, στην οποία θα εκπροσωπούνταν Έλληνες και Τούρκοι. Τα δύο αυτά νομοθετικά σώματα θα αποτελούνταν από 48 μέλη.

Στη Βουλή θα αντιπροσωπεύονταν τα δύο κρατίδια κατά αναλογία πληθυσμού δηλαδή 33 Ελληνοκύπριοι, 12 Τουρκοκύπριοι, ένας Αρμένιος, ένας Μαρωνίτης και ένας Λατίνος.Στη Γερουσία τα δύο κρατίδια θα αντιπροσωπεύονταν από ίσο αριθμό Γερουσιαστών, δηλαδή από 24 στο κάθε κρατίδιο. Οι νόμοι που θα ενέκρινε η Ομοσπονδιακή Βουλή θα είχαν ισχύ και στα δύο κρατίδια της Ομοσπονδίας. Οποιοδήποτε κρατίδιο έκρινε ότι ένας νόμος της Ομοσπονδιακής Βουλής εγκρίθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας εδικαιούτο να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θα καλείτο να αποφανθεί για τη συνταγματικότητά του. Το Συνταγματικό Δικαστήριο, θα αποτελείτο από τρεις Έλληνες, τρεις Τούρκους και τρεις ξένους δικαστές, οι οποίοι θα αποφαίνονταν για τη συνταγματικότητα των νόμων. Θα είχαν επίσης την εξουσία να επιλύουν διαφορές, ακόμα και πολιτικές, που τυχόν θα προέκυπταν.

ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΗΣ: Σύμφωνα με το σχέδιο Ανάν με την επίτευξη συμφωνίας θα ακολουθούσε η υπογραφή συνθήκης Συμμαχίας και Εγγύησης μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Δηλαδή με τη νέα λύση θα παρέμεναν οι συνθήκες Εγγύησης και Συμμαχίας, που καθιερώθηκαν στο σύνταγμα της Ζυρίχης. Με την πρώτη (Συνθήκη Εγγύησης) οι χώρες αναλάμβαναν να εγγυηθούν την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα, την ασφάλεια και τη συνταγματική τάξη, τόσο των δύο κρατιδίων, όσο και την ίδια την νέα Δημοκρατία ως σύνολο.

Δηλαδή η Τουρκία και η Ελλάδα όχι μόνο δεν έχαναν το δικαίωμα επέμβασης, που ήταν πάγιο αίτημα των ελληνοκυπρίων προκειμένου να εξαλειφθεί η συνεχής απειλής της Τουρκίας για επέμβαση. Παράλληλα η Κύπρος θα αποστρατικοποιείτο, θα αποσύρονταν όλες οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις και στο νησί θα παρέμεναν 6.000 στρατιωτικές δυνάμεις από την Ελλάδα και 6.000 στρατιωτικές δυνάμεις από την Τουρκία. Δηλαδή αντί να μειωνόταν η παρουσία της Τουρκίας στο νησί θα αυξανόταν ακόμα περισσότερο σε σύγκριση με τη συμφωνία της Ζυρίχης. Οι δυνάμεις αυτές θα ήσαν ελαφρά εξοπλισμένες και θα μπορούσαν να διαθέτουν ελικόπτερα, ελαφρά άρματα μάχης με κανόνι μέχρι 25 mm, ρυμουλκούμενο πυροβολικό διαμετρήματος μέχρι 155 mm και πυραύλους αεράμυνας μικρού βεληνεκούς μέχρι 7000 μέτρων. Οι δυνάμεις αυτές θα εγκαθίσταντο οι μεν τουρκικές στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο οι δε ελληνικές στο ελληνικό. Θα υπάγονταν κάτω από εποπτική επιτροπή της οποίας θα προήδρευαν τα Ηνωμένα ΄Εθνη. Όλες οι δυνάμεις των ελληνοκυπρίων και των τουρκοκυπρίων θα διαλύονταν και τα όπλα τους θα μεταφέρονταν στο εξωτερικό.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ: Σύμφωνα με διεθνείς αποφάσεις 211.000 Ελληνοκύπριοι εγκατέλειψαν το βόρειο τμήμα και έγιναν πρόσφυγες. Στο βόρειο τμήμα μετακινήθηκαν αρκετές χιλιάδες τουρκοκύπριοι και έποικοι που μεταφέρθηκαν παράνομα από την Τουρκία. Ενώ οι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες είχαν καταγραφεί τεχνηέντως, δεν γινόταν αναφορά πόσοι τ/κ είχαν μετακινηθεί στις υπό κατοχή περιοχές ούτε και πόσοι μεταφέρθηκαν από την Τουρκία. Στο σχέδιο γίνονταν σημαντικές πρόνοιες για την επιστροφή Ελληνοκυπρίων προσφύγων στο βόρειο τμήμα της νήσου που θα τελούσε υπό τ/κ διοίκηση όσο και σε καθαρά ε/κ χωριά που θα επιστρέφονταν στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο.Το ίδιο προβλεπόταν και για τους τ/κ που θα μετακινούνταν στο βορρά. Θα μπορούσαν δηλαδή να επιστρέψουν στις περιουσίες τους στο ε/κ κρατίδιο.

Όμως αυτές οι μετακινήσεις δεν θα γίνονταν αμέσως με την έναρξη της εφαρμογής της συμφωνίας, αλλά σε διάφορες φάσεις που θα έπαιρναν χρόνο.

Η επιστροφή των Ελλήνων στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο, όπου θα τελούσε υπό τουρκική διοίκηση, θα γινόταν ως εξής: -Τα πρώτα έξι χρόνια κανένας δεν θα επέστρεφε γιατί θα υπήρχε μορατόριουμ ή απαγόρευση επιστροφής.-Στη συνέχεια μεταξύ του 7ου και 10ου χρόνου θα επιτρεπόταν η επιστροφή του 7% των κατοίκων μιας κοινότητας και μεταξύ του 10ου και 15ου έτους θα επιτραπόταν η επιστροφή του 21% του πληθυσμού. – Στους πιο πάνω περιορισμούς δεν συμπεριλαμβάνονταν οι κάτοικοι ηλικίας 65 ετών και άνω. Αυτοί θα μπορούσαν ελεύθερα να επιστρέφουν στα χωριά τους και στα σπίτια τους υπό τ/κ διοίκηση και ακόμα θα μπορούσαν να συνοδεύονται από τη σύζυγο τους, ανεξάρτητα από ηλικία. Οι 65χρονοι θα μπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, αν δεν ήσαν κατειλημμένα. Διαφορετικά θάπρεπε να αναμένουν μέχρις ότου η αρμόδια αρχή που θα αναλάμβανε το έργο της ανοικοδόμησης, να έκτιζε σπίτι για τον τ/κ που το 2004 κατοικούσε στο σπίτι του Ελληνα.
Το σχέδιο αναφερόταν ότι ένα σπίτι δεν θα έπρεπε να είναι μικρότερο από 70 τετραγωνικά μέτρα για νοικοκυριό μέχρι δύο πρόσωπα, 100 τετραγωνικά μέτρα για τρία πρόσωπα, 120 τετραγωνικά μέτρα για τέσσερα έως πέντε πρόσωπα και 140 τετραγωνικά μέτρα για νοικοκυριά περισσότερων προσώπων. Παράλληλα το σπίτι αυτό θα έπρεπε να διέθετε νερό και ρεύμα.

Περιορισμοί επιστροφής δεν θα υπήρχαν επίσης σε οποιονδήποτε πρώην κάτοικο και τους απογόνους του από τα χωριά της Τηλλυρίας Αμμαδκιές, Λιμνίτη, Σελέμανι, Ξερόβουνο, Καραβοστάσι, Κόκκινα και Αγιο Γεώργιοκαι τα χωριά Πύλα, Σκυλλούρα, και Αγιο Βασίλη και στα χωριά της Καρπασίας Ριζοκάρπασο, Γιαλούσα, Αγία Τριάδα και Μελάναργα. Οι περιορισμοί αυτοί θα επανεξετάζονταν ύστερα από 20 χρόνια ή θα καταργούνταν με την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι πιο πάνω περιορισμοί σε σχέση με τη διαμονή δεν θα παρεμπόδιζαν την ελευθερία διακίνησης σε ολόκληρη την Κύπρο. Κάθε Κύπριος πολίτης θα μπορούσε να μένει προσωρινά, δηλαδή όχι πάνω από τρεις κατά μέσο όρο νύκτες (διανυκτερεύσεις) την εβδομάδα ή να έκανε τις διακοπές του σε δική του περιουσία ή σε οποιαδήποτε άλλη στέγη σε οποιοδήποτε μέρος της Κύπρου.

Με βάση τις προτάσεις Ανάν και στους δύο χάρτες θα επέστρεφαν 85.000 Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο. Ορισμένοι υπολόγιζαν τότε τον αριθμό αυτό στις 70.000 ενώ οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις τον ανέβαζαν στις 100.000. Με τα ποσοστά επιστροφής όμως που επιτρέπονταν, όλοι οι Τουρκοκύπριοι, αν το επιθυμούσαν, θα μπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους σε κάποιο στάδιο, στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο.

ΟΙ ΕΠΟΙΚΟΙ: Υπολογιζόταν τότε ότι στην Κύπρο θα έμεναν40 και πλέον χιλιάδες έποικοι. Κι αυτό γιατί θα τους παραχωρείτο η κυπριακή ιθαγένεια.Οι έποικοι θα εγγράφονταν, σύμφωνα με το σχέδιο, μαζικά από ένα κατάλογο που θα έδινε το τουρκοκυπριακό κρατίδιο. Αναλυτικότερα την κυπριακή ιθαγένεια θα έπαιρναν ευθύς μετά την έναρξη της ισχύος της συμφωνίας, μεταξύ των δύο κρατιδίων, οι εξής:

α. Κάθε πρόσωπο που κατείχε την κυπριακή υπηκοότητα από το 1963 και οι απόγονοι του.

β. Κάθε πρόσωπο που θα περιλαμβανόταν σε ένα κατάλογο που θα διδόταν στο γγ από την κάθε πλευρά. Ο κατάλογος της κάθε πλευράς μπορούσε να αριθμούσε, όχι περισσότερα από 45.000 πρόσωπα με τις συζύγους και τα παιδιά τους. Στον κατάλογο θα περιλαμβανόταν η ημερομηνία εισόδου τους στην Κύπρο και οι λόγοι που περιλήφθηκαν στον κατάλογο.

Αυτός ο αριθμός περιέργως ήταν ίσος με τον αριθμό των εποίκων που αναφερόταν τότε ότι ζούσαν στην Κύπρο. Στον κατάλογο αυτό θα περιλαμβάνονταν πρόσωπα ηλικίας 18 ετών και άνω που είχαν μόνιμη διαμονή στην Κύπρο για επτά τουλάχιστον χρόνια πριν συμπληρώσουν το 18ο έτος τους και τα παιδιά τους, πρόσωπα που είχαν μόνιμη διαμονή στην Κύπρο για περισσότερα από επτά συνεχόμενα χρόνια.

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΘΑ ΕΦΕΥΓΑΝ: Μη Κύπριοι πολίτες, (προφανώς έποικοι) οι οποίοι κατοικούσαν σε περιοχές που υπόκειντο σε εδαφική προσαρμογή και ζούσαν στην Κύπρο για όχι λιγότερο από πέντε χρόνια, μπορούσαν να ζητήσουν οικονομική βοήθεια για μετεγκατάσταση τους στη χώρα προέλευσης τους. Το ποσό θα καταβαλλόταν τοις μετρητοίς κατά την άφιξη τους στη χώρα προέλευσης τους, μέσα σε πέντε χρόνια. Το ποσό δεν θα έπρεπε να είναι μικρότερο από 10.000 ευρώ για κάθε νοικοκυριό των τεσσάρων ατόμων. Αυτό σήμαινε ότι το κράτος θα αποζημίωνε τους έποικους που στάληκαν και με τις ευλογίες της Άγκυρας για αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα της Κύπρου.

ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ: Με την επίτευξη συμφωνίας αυτό που θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα ήταν ο τρόπος ανάκτησης της περιουσίας ή της αποζημίωσης. Για τις περιοχές που κατέχονταν το 2004 από τον τουρκικό στρατό και θα επιστρέφονταν εξ ολοκλήρου στο ε/κ κρατίδιο, δεν θα υπήρχε πρόβλημα για την ιδιοκτησία των σπιτιών και των άλλων περιουσιών.

Πρόβλημα θα υπήρχε με τις περιουσίες και τα σπίτια που θα παρέμεναν στο το/κ κρατίδιο, εκτός από τις περιουσίες της Εκκλησίας και του ΕΒΚΑΦ που θα πρέπει να επιστραφούν στους ιδιοκτήτες τους.
Το σχέδιο προέβλεπε τη δημιουργία Συμβουλίου Περιουσίας της Κύπρου που θα ανελάμβανε τα πάντα.Οι ε/κ κύπριοι που διέθεταν περιουσία που θα παρέμενε στα κατεχόμενα διατηρούσαν αναλλοίωτο το δικαίωμα ιδιοκτησίας και θα είχαν τριπλό δικαίωμα για την περιουσία τους: Να την διαθέσουν στο Συμβούλιο και να πάρουν την αξία της, να την ανταλλάξουν με τ/κ, που θα έμενε στο τ/κ κρατίδιο και ο οποίος είχε ισάξια περιουσία στο ε/κ κρατίδιο ή να την ενοικιάσουν μακροχρόνια για 20 χρόνια και να παίρνουν το ενοίκιο.

Στα πρόσωπα εκείνα που θα αποφάσιζαν να πωλήσουν τη γη τους, αν αυτό γινόταν ιδιωτικά με τ/κ, τότε θα έπαιρνε την αξία της ύστερα από διαπραγμάτευση αμέσως, σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς. Οι άλλοι που θα διέθεταν την περιουσία τους μέσω του Συμβουλίου θα έπαιρναν από το Συμβούλιο Περιουσίας της Κύπρου μακροχρόνια ομόλογα. Τα ομόλογα θα ήταν διάρκειας 10-15 χρόνων και θα ήσαν εξαγοράσιμα έναντι μετρητών από το Ταμείο Αποζημιώσεων.

Ο κάθε ιδιοκτήτης περιουσίας θα λάμβανε ομόλογα μιας 15ετίας για τα δύο τρίτα της αξίας της αποζημίωσης και ομόλογα 15ετίας για το υπόλοιπο ένα τρίτο, εκτός αν επέλεγε να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο σε ομόλογα δεκαπενταετίας.Τα ομόλογα θα ήσαν εγγυημένα από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, η οποία θα προικοδοτούσε το σχετικό ταμείο με 100 εκατομμύρια λίρες ως αρχικό κεφάλαιο.

Σύμφωνα με το σχέδιο η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση θα ζητούσε ανάλογη εισφορά από διεθνείς δωρητές αλλά δεν υπήρχε καμιά εγγύηση ότι θα γίνονταν δωρεές και μάλιστα γενναιόδωρες…
Όσοι δεν θα επέστρεφαν, αλλά θα κατείχαν περιουσίες τ/κ στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο (αυτές δηλαδή που κατείχαν το 2004 στις ελεύθερες περιοχές) θα μπορούσαν να γίνουν νόμιμοι ιδιοκτήτες των περιουσιών αυτών με αντάλλαγμα να αποκηρύξουν την ιδιοκτησία τους στο τ/κ κρατίδιο, από το οποίο εκδιώχθηκαν.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΧΩΡΙΩΝ: Σύμφωνα με το σχέδιο Ανάν θα επιστρέφονταν στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο αρκετά χωριά στις περιοχές της Μεσασορίας και της Μόρφου, όπως και η Μόρφουκαι το Βαρώσι.
Η επιστροφή των πόλεων και χωριών θα γινόταν σε έξη στάδια που θα κρατούσε τρία συνολικά χρόνια, σύμφωνα με την ανάλυση του σχεδίου Ανάν, από το International Peace Research Institute του Όσλο (PRIO) από τους Αλέξη Αλεξίου, Ayla Curel, Mete Hatay και Γιούλη Τάκη:

ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: 104 ημέρες: ζώνη Βαρωσίων και τα Κόκκινα.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ: Εξι μήνες: Θα επιστρέφονταν τα χωριά Άχνα στην περιοχή Αμμοχώστου και Πέτρα στην περιοχή Μόρφου.
ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: Ένας χρόνος: Επιστρέφονται τα χωριά της Τηλλυρίας Λουτρός και Γαληνή και η Τύμβου που βρισκόταν, νοτιανατολικά της Λευκωσίας.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: Δύο χρόνια: Επιστρέφονται η νότια Αμμόχωστος, και τα χωριά της επαρχίας Καλοψίδα, Αχερίτου, Λύση, Κοντέα, ως και τα χωριά της περιοχής Μόρφου Αυλώνα, Λιμνίτης και Σόλοι.
ΠΕΜΠΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: Διόμιση χρόνια: Επιστρέφεται η πόλη της Αμμοχώστου, το χωριό Μια Μηλιά, στα ανατολικά της Λευκωσίας, ο Γερόλακκος στα δυτικά και η Ζώδια στην περιοχή Μόρφου.
ΕΚΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: Τρία χρόνια: Επιστροφή και άλλων χωριών ώστε η τελική συνοριακή γραμμή θα ήταν η εξής: (Τα χωριά που αναφέρονται θα βρίσκονταν στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο): Γαϊδουράς, Πραστειό, Πυργά, Ασσια, Αγιος Βασίλειος, Σκυλλούρα, Αγιος Ερμόλαος, Σύσκληπος, Λάρνακας Λαπήθου, Κοντεμένος, Αγία Μαρίνα, Ασώματος, Καρπάσια, Κυρά, Καλό Χωριό, Αργάκι Μόρφου, Νικήτας, Προαστειό, Πεντάγια, Καραβοστάσι και Ποταμός του Κάμπου.

Με βάση τον χάρτη αυτό θα υπάγονταν στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο τα εξής χωριά: Επτακώμη, Κώμη Κεπίρ, Τρίκωμο, Ακανθού, Λευκόνοικο, Μαραθόβουνος, Αγιος Αμβρόσιος, Κυθρέα, Νέο Χωριό, Άγιος Επίκτητος, Τράχωνας, Πάνω και Κάτω Δίκωμο, Καζάφανι, Άγιος Γεώργιος, Τριμίθι, Καραβάς, Λάπηθος, Βασίλεια, Μύρτου, Πάναγρα, Διόριος, Συριανοχώρι, Ξερός, Καραβοστάσι, Παλαίκυθρο, Έξω Μετόχι, Βόνη, Πέλλαπαϊς και Λιμνιά.

Σύμφωνα με τις προτάσεις Ανάν όσοι Ελληνοκύπριοι θα κατοικούσαν στα χωριά της Καρπασίας Ριζοκάρπασο, Γιαλούσα, Αγία Τριάδα, Μελάναργα και οι Τουρκοκύπριοι που θα κατοικούν στα χωριά της Τηλλυρίας Αμμαδιές, Λιμνίτης, Σελέμανι, Ξερόβουνος, Καραβοστάσι, Άγιος Γεώργιος και Κόκκινα και στα χωριά Πύλα, Σκυλλούρα και Άγιος Βασίλειος θα απολάμβαναν, στα κρατίδια που θα βρίσκονταν, το δικαίωμα να διαχειρίζονται τις δικές τους πολιτιστικές, θρησκευτικές και εκπαιδευτικές υποθέσεις και θα εκπροσωπούνταν στο νομοθετικό σώμα του κρατιδίου στο οποίο θα βρίσκονταν και θα ζητείτο η γνώμη τους σε θέματα πολεοδομίας σε σχέση με τα χωριά τους. Ακόμα και στην περίπτωση αυτή αν κάποιος ανέλυε τα προτεινόμενα χωριά τα οποία θα παρέμεναν υπό τ/κ διοίκηση ευνοείτο η δημιουργία ισχυρών τουρκοκυπριακών περιοχών.

ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΙΔΙΩΝ: Στη διάρκεια των 30 χρόνων από την τουρκική εισβολή η Κυπριακή Κυβέρνηση και το ψευδοκράτος δημιούργησαν χρέη. Αυτά τα χρέη, αναφερόταν στο σχέδιο, θα έμεναν στην κάθε πλευρά.Ιδιαίτερα τα χρέη που δημιούργησε η Κυπριακή Κυβέρνηση για εξοπλισμούς, θα αναλαμβάνονταν από το ελληνοκυπριακό κρατίδιο.

ΓΛΩΣΣΕΣ: Επίσημες γλώσσες θα ήταν η ελληνική και η τουρκική. Τρία χρόνια μετά την έναρξη εφαρμογής της συμφωνίας θα άρχιζε σε όλους τους μαθητές των γυμνασίων η διδασκαλία της ελληνικής και της τουρκικής γλώσσας.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ: Η Αστυνομία κάθε κρατιδίου θα διέθετε 700 άνδρες. Αστυνομική δύναμη θα διέθετε και το ομοσπονδιακό (ή κοινό) κράτος. Σε αυτήν θα μετείχαν άνδρες τόσο του ομοσπονδιακού κράτους όσο και αστυνομικοί από τα δύο κρατίδια κατά ίσους αριθμούς. Η Αστυνομία θα υπαγόταν στο Γενικό Εισαγγελέα του ομοσπονδιακού κράτους. Η δύναμη αυτή θα καταπολεμούσε την τρομοκρατία, τη διακίνηση ναρκωτικών, το ξέπλυμα χρημάτων και το οργανωμένο έγκλημα.

ΔΡΟΜΟΙ: Οι συντάκτες του σχεδίου είχαν προνοήσει και για τη διακίνηση των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων ώστε αυτή να γίνεται απρόσκοπτα σε περιπτώσεις που ένα τμήμα του εδάφους του ενός κρατιδίου εισερχόταν σαν σφήνα στο άλλο, όπως στις περιοχές Αθηαίνου-Λουρουτζίνας και Κοντέας-Καλοψίδας.

Εμοιαζαν οι προτάσεις αυτές με τα σημερινά οδογράγματα και αν κάποιος ελέγξει τις τότε προτάσεις θα διαπιστώσει ότι τα σημερινά οδογράγματα είναι στην ίδια γραμμή του 2004 ακόμα και τα άλλα τέσσερα που προτάθηκαν μόλις πρόσφατα.

Στις περιπτώσεις που θα χρειάζονταν ειδικές διευθετήσεις για τις διακινήσεις και προσέξετε τις προτάσεις για διευθετήσεις και σε ποιες περιοχές θα γίνονταν:

α. Ο δρόμος που συνδέει το Πυρόϊ και την Αθηαίνου θα βρισκόταν σε όλο το μήκος του υπό την εποπτεία του ελληνοκυπριακού κρατιδίου. Το τουρκοκυπριακό κρατίδιο, όμως, θα είχε το δικαίωμα κατασκευής ενός υπέργειου ή υπόγειου περάσματος που θα επέτρεπε την πρόσβαση στη Λουρουτζίνα.

β. Το ελληνοκυπριακό κρατίδιο θα είχε δικαίωμα κατασκευής δρόμου υπό την εποπτεία του, μεταξύ Κοντέας και Καλοψίδας, μέσα στο έδαφος του τουρκοκυπριακού κρατιδίου, νότια του χωριού Κούκλια. Για τον σκοπό αυτό θα απαλλοτρίωνε την απαιτούμενη γη με αποζημίωση στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο. Ο δρόμος θα γινόταν με δαπάνη του ελληνοκυπριακού κρατιδίου.

γ. Ο δρόμος που θα συνέδεε την περιοχή της βόρειας Λευκωσίας με την Αμμόχωστο θα βρισκόταν καθ’ όλο του το μήκος του υπό την εποπτεία του τουρκοκυπριακού κρατιδίου. Το ελληνοκυπριακό κρατίδιο όμως θα είχε δικαίωμα κατασκευής τριών υπογείων ή υπέργειων περασμάτων που θα επέτρεπαν την πρόσβαση στα Πυργά, τους Στύλλους και την Εγκωμη.

δ. Το Τουρκοκυπριακό κρατίδιο θα δικαιούτο να κατασκευάσει δρόμο υπό τη δική του εδαφική διοίκηση μεταξύ Περγάμου και της Βρετανικής βάσης Δεκέλειας διά μέσου του ελληνοκυπριακού εδάφους και να απαλλοτριώσει την αναγκαία γη με παροχή αποζημίωσης.

Στην περίοδο που θα γίνονταν οι εδαφικές αναπροσαρμογές θα δημιουργούντο δέκα συμφωνημένα σημεία διέλευσης κατά μήκος των πιο κάτω δρόμων:

-Δρόμος Δερύνειας προς Αμμόχωστο.
-Δρόμος Πύλας προς Πέργαμος.
-Δρόμος Αθηαίνου προς Μελάσα.
-Δρόμος Λυμπιών προς Λουρουτζίνα.
-Το σημείο της διασταύρωσης της οδού Λήδρας στη Λευκωσία.
-Ο δρόμος Αστρομερίτη προς Μόρφου.
-Ο δρόμος Λευκωσίας-Καϊκακλίου προς Λευκωσία-Ομορφίτα.
-Ο δρόμος Σκουριώτισσας προς Λεύκα.
-Ο δρόμος Γαληνής προς Ποταμό του Κάμπου, και
-Ο δρόμος Κάτω Πύργου προς Καραβοστάσι.

Exit mobile version