Το Εφετείο απέρριψε την έφεση που καταχώρησε ο Γενικός Εισαγγελέας για την μερική αθώωση του πρώην κοινοτάρχη Ποταμιάς και την έφεση του πρώην κοινοτάρχη να κριθεί ένοχος σε αρκετές άλλες.
Η υπόθεση αφορούσε σωρεία κατηγοριών για εξασφάλιση επιταγής ή χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, 40 κατηγορίες ανυπακοής σε διατάξεις που επιβάλλουν καθήκον (παράλειψη υποβολής ετήσιου προϋπολογισμού εσόδων και εξόδων στην Έπαρχο κ.ά.) και 22 κατηγορίες για κατάχρηση εξουσίας.
Οι κατηγορίες που κρίθηκε ένοχος αφορούσαν την κατάχρηση εξουσίας. Ειδικότερα, αφορούσαν στην έκδοση επιταγών από δύο λατομεία για κοινοφελείς σκοπούς που κατέληγαν στους προσωπικούς λογαριασμούς του κοινοτάρχη. Η έκδοση και υπογραφή των επιταγών δεν αμφισβητήθηκε. Ούτε και διαφαίνεται να αμφισβητείτο το ότι οι επιταγές παραδόθηκαν από τις εταιρείες στον κατηγορούμενο. Αμφισβητήθηκε όμως το κατά πόσο τού δόθηκαν υπό την προσωπική του ιδιότητα ή υπό την ιδιότητα του ως κοινοτάρχη Ποταμιάς
Το Εφετείο διαφώνησε με την εισήγηση του συνηγόρου για τον κατηγορούμενο ότι από τη μαρτυρία προκύπτει ότι τα χρήματα δίδονταν στον κατηγορούμενο για να τα διανέμει στην κοινότητα Ποταμιάς «…όχι υπό την ιδιότητα του ως κοινοτάρχη και προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Ποταμιάς, αλλά επειδή ήταν κοινοτάρχης της κοινότητας Ποταμιάς και γνώριζε καλύτερα ποιοι από την κοινότητα είχαν οικονομικές ανάγκες για να διανέμονται τα χρήματα σε αυτούς».
Θεωρούμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως τα χρήματα δίδονταν στον κατηγορούμενο ως πρόσωπο εμπιστοσύνης, ως εκ της θέσεως του, δηλαδή ως προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου και όχι απλώς ως προσώπου εμπιστοσύνης που γνώριζε τα κοινά, ήταν απόλυτα δικαιολογημένη με βάση την ενώπιον του μαρτυρία, όπως επιτρεπτή ήταν και η κατάληξη ότι εάν ο κατηγορούμενος δεν ήταν κοινοτάρχης Ποταμιάς δεν θα λάμβανε τα χρήματα που έδιδαν οι εταιρείες για κοινωφελείς σκοπούς, σημειώνει το Εφετείο.
Επίσης, ο κατηγορούμενος προσβάλλει το εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι επιταγές που δίδονταν από τις εταιρείες λατομείων στο όνομα της ΠΕΟ Ποταμιάς, καθίσταντο στην ουσία χρήματα του κατηγορούμενου για δική του ωφέλεια.
Το Εφετείο επικαλείται μαρτυρία συγκεκριμένου προσώπου που ανέφερε ότι από το 1995 περίπου ο θεσμός με τα παραρτήματα της ΠΕΟ στα χωριά έχει σταματήσει και πουθενά πλέον δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα και εγκεκριμένα παραρτήματα της ΠΕΟ που να λειτουργούν σαν γραφεία, τα δε γραφεία των χωριών είναι πλήρως αδρανοποιημένα και η ΠΕΟ δεν έχει εξουσιοδοτήσει οποιοδήποτε πρόσωπο να ενεργεί εκ μέρους της σε οποιαδήποτε κοινότητα. Τα πιο πάνω ίσχυαν και για την Ποταμιά, ενώ αναφέρει ότι ο μόνος εγγεγραμμένος σύλλογος στην Ποταμιά λειτουργεί πλέον ως καφενείο. Ούτε το Καταστατικό της ΠΕΟ επιτρέπει το άνοιγμα λογαριασμού σε οποιοδήποτε πρόσωπο πλην των αξιωματούχων της ΠΕΟ, η δε ΠΕΟ δεν είχε γνώση για τον τρεχούμενο λογαριασμό στο όνομα της ΠΕΟ Ποταμιάς.
Την ίδια ώρα το Εφετείο συμφώνησε με το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η μη κατάθεση προϋπολογισμού στον Έπαρχο και ότι ως κοινοτάρχης έκανε κατάτμηση των έργων προκειμένου να παρακαμφθεί η διαδικασία των προσφορών, δεν συνιστούν ποινικά αδικήματα. Ήταν η διαπίστωση και του Εφετείου ότι το άρθρο 49 του Ν.86(Ι)/1999 αναφέρεται σε εξουσία του Συμβουλίου και όχι σε επιβαλλόμενο καθήκον.
Τέλος, το Εφετείο προέβη και σε μια σημαντική διαπίστωση: Η ακροαματική διαδικασία υπήρξε μακρά και επίπονη. Δεν μπορεί να μην σχολιαστεί ο τρόπος σύνταξης του κατηγορητηρίου στο οποίο περιέχονται 117 κατηγορίες, πλείστες εκ των οποίων αφορούν στα ίδια γεγονότα. Υπήρξε υπερφόρτωση του κατηγορητηρίου, η οποία ως είναι νομολογημένο αποτελεί ανεπιθύμητη πρακτική, ιδιαίτερα λόγω της δυσχέρειας που προκαλεί σε όλη τη διαδικασία.