Μια διαμάχη για έναν πίνακα της γερμανίδας καλλιτέχνιδας Μόντερσον – Μπέκερ είναι η τελευταία υπόθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Πώς έχει εξελιχθεί η αποκατάσταση της κλεμμένης τέχνης από τους ναζί στη Γερμανία;Μια διαμάχη για έναν πίνακα της γερμανίδας καλλιτέχνιδας Μόντερσον – Μπέκερ είναι η τελευταία υπόθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Πώς έχει εξελιχθεί η αποκατάσταση της κλεμμένης τέχνης από τους ναζί στη Γερμανία;
Η «Νεαρή κοπέλα» είναι το πορτρέτο μιας άγνωστης που φιλοτεχνήθηκε γύρω στο 1901 από την Πάουλα Μόντερσον-Μπέκερ, η οποία θεωρείται από τις σημαντικότερες εκπροσώπους του πρώιμου εξπρεσιονισμού.
Η Πάουλα Μόντερσον – Μπέκερ ανέπτυξε ένα δικό της ύφος που διέφερε σαφώς από τη ρομαντική τοπιογραφία των συναδέλφων της, με τους οποίους ζούσε σε ένα καλλιτεχνικό χωριό στο Βορπσβέντε. Η Γερμανίδα καλλιτέχνις (1876-1907) θεωρείται πρωτοπόρος της μοντέρνας τέχνης στη Γερμανία.
Αίτηση αποκατάστασης από τους κληρονόμους
Εδώ και 67 χρόνια, το έργο «Νεαρή κοπέλα» βρίσκεται στην κατοχή του Δήμου του Αμβούργου και αποτελεί μέρος της συλλογής του μουσείου Hamburger Kunsthalle. «Ο πίνακας ήρθε στο μουσείο το 1958 ως δώρο και αποτελεί μια σκοτεινή υπόθεση που πρέπει να διερευνηθεί», δήλωσε ο διευθυντής του Μουσείου, Αλεξάντερ Κλαρ, στη δημόσια γερμανική ραδιοφωνία NDR.
Δωρήτρια τότε ήταν τότε η Έλσα Ντέμπεκε, χήρα του μέλους του NSDAP και συλλέκτη έργων τέχνης Κόνραντ Ντέμπεκε, ο οποίος κατά τη διάρκεια της ναζιστικής διακυβέρνησης φέρεται να αγόρασε πολλά έργα τέχνης, κυρίως από εβραίους ιδιοκτήτες, σε χαμηλές τιμές.
Τον Δεκέμβριο του 2020, οι κληρονόμοι του εβραίου εμπόρου Ρόμπερτ Γκρετς υπέβαλαν επίσημη αίτηση αποκατάστασης. Ο Γκρετς ήταν ένας Βερολινέζος συλλέκτης έργων τέχνης, τον οποίο οι Ναζί απέλασαν στη Βαρσοβία το 1942. Τον Δεκέμβριο του 1945 κηρύχθηκε νεκρός. Για πολύ καιρό δεν υπήρξε καμία εξέλιξη στην υπόθεση. Η Kunsthalle συνέχισε πάντως να ερευνά την προέλευση του έργου, όπως και η οικογένεια Γκρετς.
Τελευταία παρέμβαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής
Κάποια στιγμή συστήθηκε η «Συμβουλευτική Επιτροπή για την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που κατασχέθηκαν εξαιτίας ναζιστικών διώξεων, κυρίως εβραϊκής ιδιοκτησίας». Από το 2003, η Επιτροπή είναι αρμόδια στη Γερμανία για την πρόταση λύσεων σε τέτοιες διαφορές. Την 1η Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους, η Επιτροπή θα αντικατασταθεί από διαιτητικά δικαστήρια, μετά από απόφαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των κρατιδίων.
Ο λόγος είναι η αναποτελεσματικότητά της. Στα 22 χρόνια λειτουργία της, η Επιτροπή έχει ενεργήσει μόνο σε 26 περιπτώσεις, ένας αμελητέος αριθμός σε σύγκριση με τα 200.000 αντικείμενα που εκτιμάται ότι έχουν κατασχεθεί από τους ναζί, μόνο στη Γερμανία. Κατά την άποψη πολλών εμπειρογνωμόνων, αυτό οφείλεται κυρίως στον ανεπαρκή εξοπλισμό και τη δομή της, καθώς και στην έλλειψη δεσμευτικής νομικής βάσης. Η Επιτροπή μπορεί να αναλάβει δράση μόνο εάν το επιθυμούν και οι δύο πλευρές και οι συστάσεις της δεν είναι νομικά δεσμευτικές.
Καμία νομοθεσία περί αποκατάστασης
Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, στη Γερμανία δεν υπάρχει ακόμη νομοθεσία περί αποκατάστασης, δηλαδή δεν υπάρχει δεσμευτική νομική βάση για τους απογόνους των θυμάτων να διεκδικήσουν αποζημίωση. Οι ειδικοί θεωρούν ότι αυτό είναι απαράδεκτο, ειδικά για τη Γερμανία ως χώρα που ευθύνεται για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν.
Η Γερμανία υπέγραψε τη Διακήρυξη της Ουάσιγκτον το 1998. Στο έγγραφο αυτό 44 κράτη και πολυάριθμες οργανώσεις και ενώσεις θυμάτων συμφώνησαν να απαιτήσουν μια «δίκαιη και ισότιμη λύση» για τις υποθέσεις των έργων τέχνης που κατασχέθηκαν από τους Ναζί. Η Συμβουλευτική Επιτροπή ήταν και εξακολουθεί να είναι αρμόδια για την εφαρμογή των «Αρχών της Ουάσιγκτον» και τη ρύθμιση των αμφισβητούμενων υποθέσεων.
Τώρα αντικαθίσταται από τα νέα διαιτητικά δικαστήρια, τα οποία όμως έχουν ήδη δεχτεί έντονη κριτική, καθώς εξακολουθεί να λείπει η νομική βάση. Το κρατίδιο της Βαυαρίας, για παράδειγμα, αρνείται εδώ και χρόνια να διερευνήσει την ιστορία ενός πίνακα του Πικάσο.
Πηγή: Deutsche Welle