Απόγνωση εκφράζουν τα άτομα με απώλεια ακοής καθώς και οι οικογένειές τους, μετά από απόφαση η κώφωση να υποβαθμιστεί από ολική/σοβαρή αναπηρία σε μέτρια αναπηρία.
Αυτό, όπως υπογραμμίζουν οι επηρεαζόμενοι, επιφέρει σοβαρότατες συνέπειες στην οικονομική στήριξη που λαμβάνουν οι κωφοί από το κράτος καθώς και περιορισμούς σε άλλες διευκολύνσεις και επιδόματα που αφορούν στην εργοδότησή τους στο δημόσιο, στα κριτήρια εγγραφής τους στα δημόσια Πανεπιστήμια της Κύπρου, όπως και σε άλλους τομείς της ζωής τους.
Το εν λόγω θέμα αναμένεται να εξεταστεί αύριο στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας υπό το τίτλο «Πρωτόκολλα που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της λειτουργίας του Συστήματος Αξιολόγησης της Αναπηρίας και της Λειτουργικότητας και η ανάγκη γνωστοποίησης των μη αναστρέψιμων ή μόνιμων αναπηριών».
Όπως πληροφορείται το philenews, σωρεία προβλημάτων εκφράζει ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Γονέων Παιδιών με Απώλεια Ακοής (ΠΑΣΥΓΟ), καταγγέλλοντας πολιτικές στις οποίες προβαίνει το κράτος μέσω του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες (ΤΚΕΑΑ), θυματοποιώντας του κωφούς.
Σε επιστολή προς την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, υπογραμμίζεται αρχικά πως σύμφωνα και με την ιατρική επιστήμη, η απώλεια ακοής αποτελεί μια μόνιμη μη αναστρέψιμη αναπηρία, η οποία δεν επιδέχεται θεραπείας, ανεξαρτήτως του βοηθήματος ακοής που αξιοποιούν οι επηρεαζόμενοι (ακουστικά βαρηκοΐας, κοχλιακό εμφύτευμα κτλ). «Όπως το τροχοκάθισμα δεν αποτελεί αποκατάσταση μιας κινητικής αναπηρίας. Για αυτό το λόγο τα άτομα με απώλεια ακοής χρειάζονται στηρίξεις, εξατομικευμένη εκπαίδευση, εύλογες προσαρμογές τόσο στην εκπαίδευση, όσο και στην εργασία», υπογραμμίζουν οι γονείς.
Εντούτοις, αναφέρουν οι γονείς, και κατά παράβαση του νόμου Περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος του 2014, τα παιδιά τους καλούνται για επαναξιολόγηση. Παράλληλα, επισημαίνουν, «αδίκως το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης προχωρεί στην υποβάθμιση της μόνιμης και μη αναστρέψιμης αναπηρίας τους».
Αυτό εξηγούν, θίγει τα δικαιώματα των ατόμων με απώλεια ακοής, όπως είναι για παράδειγμα τα ειδικά κριτήρια εισδοχής και στήριξης στα δημόσια Πανεπιστήμια και η πρόσληψη στον ευρύτερο δημόσιο τομέα βάσει νομοθεσιών.
«Η Κυπριακή Δημοκρατία, ως μέλος της ΕΕ, οφείλει να στηρίζει οικονομικά, εκπαιδευτικά και πρακτικά τα άτομα με απώλεια ακοής ανεξαρτήτως χρήσης ακουστικών βοηθημάτων, αφού δεν παύουν να έχουν μια σοβαρή αναπηρία η οποία επηρεάζει ολοκληρωτικά την ποιότητα ζωής τους, προσωπικά, κοινωνικά, επαγγελματικά, οικονομικά, ψυχολογικά και πρακτικά», αναφέρουν.
Μάλιστα, επισημαίνουν, εξαιρούνται «μίας από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις που ανακοίνωσε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης κατά τον ετήσιο προγραμματισμό της Κυβέρνησης για το 2025, που είναι η αποσύνδεση του Επιδόματος Αναπηρίας από το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, κάτι που σύμφωνα και με τον ίδιο, συνεπάγεται αύξηση δικαιούχων και παροχών, ικανοποιώντας, όντως, έτσι ένα διαχρονικό και δίκαιο αίτημα του αναπηρικού κινήματος. Αυτό, όμως, δεν συνάδει με την απαλοιφή της σοβαρής ακουστικής αναπηρίας από τα ιατροσυμβούλια του ΤΚΕΑΑ στα άτομα που χρησιμοποιούν βοηθήματα ακοής κι ενόσω, μάλιστα, φέρουν όλα τα απαραίτητα ιατρικά πιστοποιητικά του Ωτορινολαρυγγολόγου του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, που επιβεβαιώνει την σοβαρή τους αναπηρία».
Η αναπηρία των ατόμων αυτών, προσθέτουν οι γονείς, αναγνωρίζεται ως σοβαρή και από το Υπουργείο Παιδείας, το Υπουργείο Άμυνας και το Υπουργείο Δικαιοσύνης καθώς δεν τους επιτρέπεται η στράτευση, η εγγραφή στις Στρατιωτικές Σχολές, η εργοδότησή τους ως στρατιωτικοί, αστυνομικοί και πυροσβέστες.
«Εντούτοις, το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης μετά από αξιολόγηση υποβαθμίζει την αναπηρία τους, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε επιστημονική τεκμηρίωση, με αποτέλεσμα να αποστερούνται ως φοιτητές την εισδοχή τους σε Ανώτατες Σχολές στη βάση των ειδικών κριτηρίων και στην πρόσληψη τους στη δημόσια υπηρεσία», αναφέρουν.
Επομένως, υπογραμμίζουν, πέραν της αποκοπής του αναπηρικού επιδόματος επιπρόσθετα τους στερεί και παροχές και δικαιώματα. «Ουσιαστικά τους στραγγαλίζει, αποστερώντας την πρόσβαση σε κάθε έκφανση της κοινωνίας και κατά συνέπεια στο αναφαίρετο δικαίωμα της ανεξάρτητης αξιοπρεπούς διαβίωσης».
Η ΠΑΣΥΓΟ, σημειώνεται, έχει γίνει αποδέκτης καταγγελιών από άτομα με απώλεια ακοής και κοχλιακό εμφύτευμα, τα οποία κατά την ενηλικίωσή τους καλούνται από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης σε επαναξιολόγηση «κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, το οποίο στη συνέχεια υποβαθμίζει την αναπηρία τους ως μέτρια ή ήπια».
Ο αγώνας μετά τη διάγνωση
Σε άλλο σημείο, οι γονείς διευκρινίζουν ότι μετά τη διάγνωση ενός παιδιού με απώλεια ακοής, αρχίζει ένας τιτάνιος αγώνας ιατρικών και ακουολογικών εξετάσεων, χειρουργικών επεμβάσεων σε περίπτωση τοποθέτησης εμφυτεύματος, πολυετών λογοθεραπειών, εργοθεραπειών, φυσιοθεραπειών, μουσικοθεραπειών για ανάπτυξη λόγου, επικοινωνίας και κίνησης, ειδικής εκπαίδευσης στις μαθησιακές δυσκολίες, προμήθειας ακουστικών, ανταλλακτικών, αναλώσιμων, μπαταριών, συστημάτων FM για την καλύτερη παρακολούθηση των μαθημάτων στην τάξη, ψυχολογική στήριξη κ.ά.
«Ο αγώνας αυτός συνεχίζεται κατά την ενηλικίωση των παιδιών με απώλεια ακοής, για να εισαχθούν, εφόσον το επιθυμούν, σε πανεπιστήμιο. Ακόμη δυσκολότερη είναι η ενσωμάτωσή τους στην εργασίας».