21 Απριλίου, 2025
6:21 μμ

Για πρώτη φορά, τα πρώτα δημιουργικά βήματα του Κύπριου συνθέτη, κατά τη δεκαετία 1969-1979.

Με αφορμή την παρουσίαση, την επόμενη βδομάδα, για πρώτη φορά έπειτα από περισσότερα από 50 χρόνια, των πρώτων δημιουργικών βημάτων του κορυφαίου -και πάντα αγαπημένου όλων μας- Κύπριου συνθέτη, Μάριου Τόκα, η πρωτότοκή του κόρη, Χαρά, εκ μέρους και των δύο αδελφών της, Κώστα και Άγγελου Τόκα, που αποτελούν μαζί, οι τρεις τους, τους δημιουργούς αλλά και εμπνευστές του σπουδαίου Ιδρύματος Μάριος Τόκας, μιλά στα «Ελεύθερα» για τον «άγνωστο» -στους περισσότερους από εμάς-, νέο σε ηλικία, αγαπημένο της πατέρα, και μας εμπιστεύεται σπάνιο φωτογραφικό υλικό που πρώτη φορά δημοσιοποιείται. 

Τι σήμαινε για σένα το να παίρνεις ξανά στα χέρια σου και να βλέπεις -με αφορμή και αυτές τις συναυλίες- τις πρώτες παρτιτούρες του πατέρα σου, τα πρώτα του μουσικά σχέδια στο χαρτί, τα πρώτα του τραγούδια; Είναι σαν να κάνω ένα ταξίδι στο χρόνο… Και αισθάνομαι απίστευτα τυχερή γι’ αυτό, γιατί ξέρω ότι δεν δίνεται σε όλους η ευκαιρία να «γνωρίσουν» τον νεαρό πατέρα τους, τον πατέρα τους σε χρόνο πολύ πριν γίνει ο πατέρας τους. Και δεν είναι μόνο οι παρτιτούρες, τα χειρόγραφα σημειώματα, οι στίχοι και οι φωτογραφίες. Είναι και οι πρώτες ηχογραφήσεις του -σε μπομπίνες ακόμα- στις οποίες μπόρεσα να ακούσω ξανά μια φωνή τόσο γνώριμη σε εμένα, αλλά, ταυτόχρονα, τόσο νεανική και γι’ αυτό λίγο άγνωστη. Πολλά από αυτά τα σημαντικά ντοκουμέντα, θα μοιραστούμε με το κοινό των συναυλιών που ετοιμάζουμε, και κάποια άλλα που ξεχωρίσαμε μοιραζόμαστε σήμερα και μαζί σου.

-Γιατί, νομίζεις, είναι σημαντικό να γίνει γνωστή στο κοινό -αρχής γενομένης από το κοινό της Κύπρου- η πρώτη δεκαετία της δημιουργίας του Μάριου, η πιο άγουρη ίσως, αλλά και αυτή που τον καθόρισε, 1969-1979; Πράγματι, αυτή η πρώτη περίοδος της δημιουργίας του δεν είναι η πιο ώριμη καλλιτεχνική του περίοδος. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε; Μιλάμε για τραγούδια που έγραψε ως μαθητής, στρατιώτης και φοιτητής. Δεν παύει, όμως, να είναι κομμάτι του. Κομμάτι τού ποιος άνθρωπος και δημιουργός ήταν. Σε αυτή την περίοδο, νομίζω ότι μπορεί να βρει κανείς τις ρίζες του πατέρα μου, τα πρώτα εκπεφρασμένα συναισθήματά του, τις πρώτες του ανησυχίες. Μπορεί να βρει τους μεγάλους ποιητές που τον σημάδεψαν, τον καλλιτεχνικό του «πατέρα», Μίκη Θεοδωράκη, τον πόλεμο και την προσφυγιά, τη γειτονιά του, τους γονείς του, τους παιδικούς του φίλους και, αν με ρωτάς, μπορεί να βρει και ένα σημαντικό κομμάτι της Ιστορίας της Κύπρου. Για τις κοινές τους εμπειρίες της εποχής εκείνης, άλλωστε, μαθαίνουμε και από συζητήσεις μας με τους ανθρώπους που τις έζησαν, όπως ο για πολλά έτη φίλος, συμμαθητής και συνεργάτης του πανεπιστημιακός, Μίμης Σοφοκλέους. Νομίζω, λοιπόν, ότι όποιος θέλει πραγματικά να προσεγγίσει τον Μάριο Τόκα, αξίζει να προσεγγίσει αυτή την καλλιτεχνική του περίοδο. Και, είμαι βέβαιη, ότι δεν υπάρχει καταλληλότερο ακροατήριο για το σκοπό αυτό από το κοινό της Κύπρου που μοιράζεται μαζί του τις ίδιες αναμνήσεις. 

1971. Ο Μάριος Τόκας σε ηλικία 17 ετών. Φωτογραφία από το πρόγραμμα της συναυλίας στο «κινηματοθέατρον Οθέλλος». Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας

Ο ίδιος τι σου έλεγε γι’ αυτή την περίοδο, γι’ αυτή τη δεκαετία, από τα 15 έως τα 25 του χρόνια; Όχι μόνο ως προς τη μουσική του, αλλά και ως προς την καθημερινότητά του– τι βιώματα είχε, που θα ήταν στη συνέχεια καθοριστικά για το μέλλον του· ως μαθητής, ως στρατιώτης, ως φοιτητής στην Αθήνα, μέχρι την κυκλοφορία του πρώτου του δίσκου, το 1978; Μιλούσε συχνά για τη Λεμεσό των παιδικών του χρόνων, τις καντάδες που τραγουδούσαν οι γονείς του, το πρώτο του πιάνο, το μαθητικό του συγκρότημα, τους φίλους και συνοδοιπόρους του στη μουσική αλλά και για τη γειτονιά του στου Ζωγράφου, τις φοιτητικές του παρέες και τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία. Μιλούσε, όμως, πολύ λιγότερο για το πιο καθοριστικό βίωμά του: την τουρκική εισβολή. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι η εισβολή τον βρήκε στρατιώτη. Για την ακρίβεια, απολυόταν ακριβώς την ημέρα της εισβολής, με αποτέλεσμα να καταταγεί αμέσως στους εφέδρους. Γι’ αυτές τις στιγμές του στον πόλεμο, δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ. Όποιος, όμως, έζησε μαζί του, ξέρει πόσο βαθιά τον σημάδεψαν και μπορεί να τις αναγνωρίσει στις μελωδίες του.

Είμαι βέβαιος πως θα είχε συναντήσει και πολλές δυσκολίες, πολλές «αρνήσεις» και αμφισβητήσεις, ως νέος μουσικός που ήταν, εκείνη τη δεκαετία. Ποιες ήταν αυτές; Έλεγε συχνά ότι ανεβοκατέβαινε μάταια τα σκαλιά των δισκογραφικών εταιρειών, κρατώντας ένα τετράδιο με «Τα τραγούδια της παρέας». Όλοι του έλεγαν ότι είναι πολύ καλός, αλλά δεν υπήρχε ο χώρος να «επενδύσουν» σ’ αυτόν. Υπήρξαν στιγμές που είχε απογοητευτεί τόσο, που σκεφτόταν να επιστρέψει στην Κύπρο. Ευτυχώς και ο χώρος και οι κατάλληλοι άνθρωποι βρέθηκαν και «Τα τραγούδια της παρέας» κυκλοφόρησαν με τη φωνή του, ήδη τότε σημαντικού, Μανώλη Μητσιά. Και, όπως καταλαβαίνεις, ήταν μόνο η αρχή…

Ο Μάριος Τόκας με την ορχήστρα του, κατά τη διάρκεια συναυλίας τον Νοέμβριο του 1974, στη Λεμεσό. Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας

Στη μελοποίηση του «Θούριου» του Ρήγα Φεραίου, για παράδειγμα, που έκανε όσο ήταν ακόμη μαθητής στο Λανίτειο Γυμνάσιο, συνειδητοποιούσε ο ίδιος τη σημαντικότητα του έργου που θα συνέθετε; Ή, σας έλεγε, λόγω και της ηλικίας του, πως, πολλές φορές, ίσως και να προχωρούσε τολμηρά στην μουσική έχοντας «άγνοια κινδύνου»; Νομίζω ότι, από την αρχή ως το τέλος, έγραφε αυθόρμητα αλλά, ταυτοχρόνως, πολύ συνειδητά. Δεν πιστεύω ότι υπήρχε κάτι που θα μπορούσε να τον σταματήσει από το να γράψει μελωδία, επάνω σε λόγια που τον άγγιζαν. Το ότι πάντα μετά είχε αγωνία για το εάν το αποτέλεσμα έβρισκε ή όχι αποδοχή είναι μία άλλη συζήτηση…

Ο Τύπος της εποχής είχε υποδεχθεί θερμά τον Μάριο και το ταλέντο του, από τα πρώτα του κιόλας βήματα στη μουσική. Εκείνος πώς εισέπραττε αυτή την αποδοχή, καταρχάς στη Λεμεσό και στη συνέχεια σε όλη την Κύπρο κι ενώ ακόμη δεν είχε δισκογραφήσει τα πρώτα του τραγούδια; Πράγματι, στον Τύπο της εποχής μπορεί κανείς να βρει εκτενή ρεπορτάζ και διθυραμβικά σχόλια για τις πρώτες του συναυλίες, αυτές που έδωσε πολύ πριν τη μετάβασή του στην Αθήνα και την έναρξη της δισκογραφικής του πορείας. Και είναι εντυπωσιακό ότι στις φωτογραφίες εκείνων των ρεπορτάζ -μερικές από τις οποίες δημοσιεύονται σήμερα, πρώτη φορά, στον «Φιλελεύθερο»- μπορείς να δεις ότι οι χώροι των συναυλιών ήταν ασφυκτικά γεμάτοι. Αισθάνομαι ότι εδώ συναντήθηκαν δύο ανάγκες: Η ανάγκη του πατέρα μου να γράψει μουσική και η ανάγκη του κυπριακού κοινού να εκφραστεί μέσα από έναν «δικό» τους άνθρωπο. Και, είμαι βέβαιη, ότι αυτό του έδωσε και τη δύναμη να προχωρήσει.

Ο Μάριος Τόκας σε ηλικία 20 ετών. Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας

Είναι αρκετά αυτά τα τραγούδια, που θα ακούσουμε στις συναυλίες που έχετε προγραμματισμένες στην Κύπρο από τις 22/4 έως τις 24/4, τα οποία να είχατε εσείς στο «συρτάρι» έως σήμερα, και ο ίδιος να μην είχε κυκλοφορήσει ποτέ όσο ζούσε; Ήδη έχετε ανεβάσει στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος και το «Αστέρι μου, ψυχή μου»… Ναι, υπάρχουν αρκετά τραγούδια εκείνης της περιόδου που δεν έχουν δισκογραφηθεί ποτέ. Κάποια, μάλιστα, δεν έχουν εκτελεστεί ποτέ δημόσια, ενώ άλλα ίσως είναι γνωστά στους ανθρώπους της γενιάς του πατέρα μου, μιας και τα έπαιζε πάντοτε στις πρώτες του συναυλίες. Από αυτά τα τραγούδια, επιλέξαμε να παρουσιάσουμε δεκαπέντε. Προσωπικά, από αυτά, ξεχωρίζω το «Πρωινό Άστρο», σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου και το «Οι σημαίες κυματίζουνε ανάποδα», σε ποίηση του Δώρου Λοΐζου. Διαχρονικά αγαπημένο μου, όμως, είναι το τραγούδι «Του Άη-Αντώνη», στο οποίο ο πατέρας μου έγραψε τους στίχους και δανείστηκε τη μελωδία από το παραδοσιακό «Τέσσερα τζιαι τέσσερα». Όποιος θέλει να το ακούσει μπορεί να το αναζητήσει στην ιστοσελίδα μας, mariostokas.com.cy, σε μία εκπληκτική ερμηνεία από τον ίδιο. Αυτά τα 15 τραγούδια, μαζί με τραγούδια από τον πρώτο του δίσκο, θα αποτελέσουν το πρώτο μέρος του προγράμματος των συναυλιών. Στο δεύτερο μέρος, θα ακουστούν γνωστά και αγαπημένα του τραγούδια σε μία προσπάθειά μας να καταδειχθεί η αυτοτέλεια του έργου, αλλά και η εξέλιξή του μέσα στα χρόνια. 

Αναρωτιέμαι πάντως, πόσο μεγάλη ήταν αντίστοιχα η δυσκολία στο να διαχειριστείτε εσείς, ως παιδιά του, αυτό το ανέκδοτο υλικό, προκειμένου να παρουσιαστεί, σε λίγες μέρες, για πρώτη φορά στο κοινό… Θέλω να πω, σκεφτόσασταν συνεχώς: «Θα ήθελε ο πατέρας μας αυτή την ενορχήστρωση; Θα ήθελε, άραγε, να μπει αυτό το μουσικό όργανο σε εκείνο το σημείο;». Δεν σας «βάραινε» αυτή η μεγάλη ευθύνη; Ναι, κατάφερες με λίγες λέξεις να περιγράψεις τη διαρκή ανησυχία μας από τη στιγμή που αναλάβαμε τη διαχείριση του έργου του πατέρα μας. Και, ίσως, στα πιο νεανικά δικά μας χρόνια να ήμασταν πιο ανασφαλείς, ενδεχομένως και πιο άτολμοι στις κινήσεις μας. Αισθάνομαι, όμως, ότι πλέον έχουμε αποδείξει- στους εαυτούς μας πρώτα και μετά σε όλους τους άλλους- ότι πορευόμαστε με συνέπεια στο δρόμο που εκείνος μας έδειξε. Και, ναι, τολμάμε να παρουσιάζουμε πτυχές του καλλιτεχνικού του έργου που ο ίδιος κράτησε πιο πίσω ή να κάνουμε συνεργασίες που ο ίδιος, ίσως, φοβήθηκε να κάνει. Το αποτέλεσμα και η αγάπη του κοινού μας έχουν δικαιώσει: Από τις «Εικαστικές Υμνωδίες», τα εικαστικά έργα του πατέρα μας που παρουσιάσαμε για πρώτη φορά πριν από τέσσερα χρόνια στο κοινό και τις προ διετίας συναυλίες με έργα του πατέρα μου και του Μίκη Θεοδωράκη, μέχρι τα σημερινά «Νεανικά Πεντάγραμμά» του. Η αγωνία και το αίσθημα ευθύνης δεν θα φύγουν ποτέ! Αλλά, πιστεύω ειλικρινά, ότι αξίζει να προσπαθούμε ώστε τίποτα και κανένας να μην μας κρατάει από το να μοιραζόμαστε με όλους όσα εκείνος μας χάρισε. 

Ο Μάριος Τόκας διευθύνει την ορχήστρα του, σε συναυλία του 1975. Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας

Αν συμπεριλάβουμε σε αυτά τα τραγούδια, της πρώτης δημιουργικής «εποχής» του Μάριου, και «Τα τραγούδια της παρέας», θυμάσαι αν είχε σε κάποιο από αυτά ιδιαίτερη αδυναμία, ίσως και μέχρι το τέλος της ζωής του; Μπορεί και για δικούς του, συναισθηματικούς λόγους… Ναι, αγαπούσε πολύ το «Φωνάζουν οι γειτόνοι» και τον «Αλήτη». Το πρώτο επειδή, παρόλο που αναφερόταν σε περιστατικά που διαδραματίζονταν στη γειτονιά του, στου Ζωγράφου, πάντα το συνέδεε με τη γειτονιά των παιδικών του χρόνων στη Λεμεσό και το δεύτερο επειδή ήταν το πρώτο του ζεϊμπέκικο, αυτό που άνοιξε το δρόμο για να έρθουν τόσα άλλα και τόσο σημαντικά.

Χειρόγραφοι στίχοι του τραγουδιού «Φωνάζουν οι Γειτόνοι», από το τετράδιο του Μάριου Τόκα με τους στίχους του δίσκου «Τα τραγούδια της παρέας» που κυκλοφόρησε το 1978. Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας

«Απαλύνεται» πια, κάπως, χρόνο με το χρόνο, με αυτό το Έργο που πραγματοποιείτε εσείς πια, η οικογένειά του, ως Ίδρυμα, αυτή η μεγάλη συναισθηματική φόρτιση των πρώτων χρόνων της φυγής του Μάριου, Χαρά; Η ενασχόλησή μας με το Έργο του πατέρα μας και η δυνατότητα που μας δίνεται, μέσω αυτού, να φτιάχνουμε όμορφα πράγματα, σίγουρα λειτουργεί ανακουφιστικά. Κάπως σα να σε φέρνει κοντά στον άνθρωπό σου, να τον κρατά «ζωντανό» και να αποκαθιστά κάθε ρωγμή της σχέσης σου μαζί του. Χρειάστηκε χρόνος για να φτάσουμε ως εδώ και κληθήκαμε να ξεπεράσουμε -μέσα από ψυχοφθόρες διαδικασίες- σημαντικά εμπόδια. Όσο ωριμάζουμε εμείς, αισθάνομαι ότι ωριμάζει και η παρουσία μας στο χώρο. Ό,τι και να λέμε, όμως, ό,τι και να κάνουμε, ο πατέρας μας πάντα θα λείπει στις πιο μικρές και μεγάλες μας προσωπικές στιγμές. Και αυτό το κενό δεν νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να καλυφθεί.

Εσύ, ως η «αγαπημένη του κόρη»- επίτρεψέ μου το προσωπικό, αλλά ξέρω από τη μητέρα σου πως σου είχε ιδιαίτερη αδυναμία- πώς νιώθεις, από τις πρόβες ακόμη, ακούγοντας αυτά τα τραγούδια του νεαρού Μάριου; Έχεις ήδη την εικόνα του μπροστά σου; Αισθάνομαι μεγάλη συγκίνηση, χαρά, αγωνία, περηφάνια. Όλα μαζί… Και, αν έφτιαχνα μία εικόνα του στο σήμερα, πιστεύω ότι αν ήταν σε κάποια από αυτές τις πρόβες θα χαμογελούσε… Λέγοντας αυτό, θα ήθελα να πω από καρδιάς ένα πολύ μεγάλο «ευχαριστώ», εκ μέρους όλης της οικογένειας, στους συντελεστές αυτών των συναυλιών για την αφοσίωση και την αγάπη τους, ιδίως στον Νεοκλή Νεοφυτίδη που ανέλαβε το δύσκολο έργο της ενορχήστρωσης, καθώς και στην εταιρεία παραγωγής που μας βοήθησε να γίνουν πραγματικότητα. 

1971. Χειρόγραφη παρτιτούρα του Μάριου Τόκα, με τη μελοποιημένη απόδοση του «Θούριου», του Ρήγα Φεραίου. Ευγενική παραχώρηση: Ίδρυμα Μάριος Τόκας.

Για το μέλλον, πώς αλλιώς θα μας «εκπλήξετε» ως Ίδρυμα Μάριος Τόκας; Τι ετοιμάζετε; Επεξεργαζόμαστε ήδη κάποιες ιδέες και ελπίζω ότι πολύ σύντομα θα έχουμε νέα πράγματα να μοιραστούμε μαζί σας. Ως τότε, σάς περιμένουμε στα σχεδόν καθημερινά μας ραντεβού, μέσω των επίσημων λογαριασμών του πατέρα μου στα social media, όπου έκτος όλων των άλλων τρέχει ακόμα και το project «Κατάθεση ψυχής», μέσω του οποίου δημοσιεύουμε τις πρώτες ηχογραφήσεις μεγάλων επιτυχιών του πατέρα μου που έγιναν αμέσως μετά τη «γέννησή τους», από τον ίδιο, στο κασετοφωνάκι του.

Ελεύθερα, 19.4.2025

Exit mobile version