Παρά τη συμπερίληψη ασφαλιστικών δικλίδων στα νομοσχέδια για τη φορολογική μεταρρύθμιση, δικηγόροι και λογιστές συνεχίζουν να εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις για την πρόνοια που προβλέπει τη σφράγιση των υποστατικών των επιχειρήσεων λόγω μη συμμόρφωσης των ιδιοκτητών με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, δηλαδή της μη έκδοσης νόμιμων αποδείξεων αλλά και της μη καταβολής των φορολογιών.
Κατά τις διαβουλεύσεις που είχε το καλοκαίρι ο Έφορος Φορολογίας, Σώτηρης Μαρκίδης, με τους εμπλεκόμενους φορείς, διαφοροποιήθηκε η επίμαχη πρόνοια του νομοσχεδίου, η οποία θα συζητηθεί εκτενώς την Παρασκευή στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η διαδικασία που θα προηγείται της σφράγισης περιλαμβάνει τρεις ειδοποιήσεις προς τον φορολογούμενο, ώστε να έχει την ευκαιρία να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του ή να προχωρήσει σε διευθέτηση με τον Έφορο Φορολογίας πριν από τη σφράγιση του υποστατικού.
Ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος, με σημείωμά του προς τη Βουλή, ζητά την αφαίρεση του συγκεκριμένου άρθρου, καθώς θεωρεί πως η διαδικασία δεν είναι νομικά ορθή και λειτουργεί εις βάρος των επιχειρήσεων. Από την άλλη, ο Σύνδεσμος Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου (ΣΕΛΚ) παραθέτει τις πρόνοιες του νομοθετήματος, σύμφωνα με τις οποίες ο Έφορος Φορολογίας θα έχει τη δυνατότητα να κλείσει την επιχείρηση και να σφραγίσει τα υποστατικά της αρχικά για δέκα ημέρες και στη συνέχεια να ανανεώσει το μέτρο για άλλες είκοσι. Αιτία θα αποτελεί η μη υποβολή φορολογικών δηλώσεων για δύο έτη, η μη υποβολή δώδεκα μηνιαίων δηλώσεων εργοδότη, η μη πληρωμή φόρου που ξεπερνά τις €20 χιλ., η μη έκδοση τιμολογίων και αποδείξεων, καθώς και η παρεμπόδιση της διενέργειας φορολογικού ελέγχου. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, πριν από τη σφράγιση ο Έφορος θα πρέπει να έχει αποστείλει τρεις ειδοποιήσεις με συστημένη επιστολή, με δεκαήμερη προθεσμία συμμόρφωσης κάθε φορά.
Εφαρμόζεται μόνο στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία
Όπως υποστηρίζουν οι λογιστές, στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο η Ελλάδα και η Βουλγαρία εφαρμόζουν τέτοια μέτρα, τα οποία είναι στοχευμένα σε θέματα έμμεσης φορολογίας (ΦΠΑ). Σημειώνουν πως στην Ελλάδα το συγκεκριμένο μέτρο εφαρμόζεται από το 2022 για παραβάσεις μη διαβίβασης στοιχείων λιανικής πώλησης στο πληροφοριακό σύστημα των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ενώ στη Βουλγαρία εφαρμόζεται για παραβάσεις ΦΠΑ και όχι για θέματα άμεσης φορολογίας.
Παράλληλα, υποδεικνύουν πως η νομοθεσία του ΦΠΑ ήδη παρέχει τη δυνατότητα στον Έφορο Φορολογίας να προχωρεί σε έρευνα σε υποστατικά και πρόσωπα και να αιτείται διάταγμα για πρόσβαση σε πληροφορίες. Επίσης, ισχυρίζονται πως θέματα παρεμπόδισης ελέγχου δεν άπτονται της φορολογικής νομοθεσίας.
Αδικαιολόγητο μέτρο
Σύμφωνα με τους λογιστές, δεν δικαιολογείται η εφαρμογή τέτοιων ακραίων μέτρων και ειδικά στην περίπτωση φορολογουμένων που ετοιμάζουν ελεγμένους λογαριασμούς για να υποβάλουν τη φορολογική τους δήλωση. Αναφέρουν επίσης πως τα χρονικά περιθώρια των 10+10+5 ημερών δεν είναι ρεαλιστικά για να επέλθει συμμόρφωση. «Άρα το αποτέλεσμα της σφράγισης θα είναι να μην έχει ο φορολογούμενος πρόσβαση στα αρχεία του για να μπορέσει να συμμορφωθεί. Υπάρχουν ήδη πολλές πρόνοιες για θέματα συμμόρφωσης (είτε για υποβολή δηλώσεων είτε για είσπραξη), στη διάθεση του Εφόρου», καταλήγουν.
Αποτρεπτικό μέτρο
Στον αντίποδα, το Τμήμα Φορολογίας ερμηνεύει διαφορετικά το νομοσχέδιο, υποστηρίζοντας πως το μέτρο είναι αναγκαίο για την προστασία των δημόσιων εσόδων και για την αποτροπή του αθέμιτου ανταγωνισμού έναντι των επιχειρήσεων που τηρούν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Με ενημερωτικό έγγραφο που προώθησε στα κόμματα, τονίζει πως η εφαρμογή της σφράγισης έχει και αποτρεπτικό χαρακτήρα, καθώς αποσκοπεί στην πρόληψη παραβάσεων από τους φορολογούμενους, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των συνεπών επιχειρήσεων στη δίκαιη και αποτελεσματική λειτουργία της φορολογικής αρχής.
«Το μέτρο είναι αποτελεσματικό για την ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης επειδή η σφράγιση είναι ορατό μέτρο από το κοινό, τους πελάτες και τις άλλες επιχειρήσεις που βλέπουν το Τμήμα Φορολογίας να ενεργεί άμεσα και αυστηρά, χωρίς ανοχή στην παραβίαση των φορολογικών υποχρεώσεων», σημειώνει το αρμόδιο τμήμα. Επιπρόσθετα, υποστηρίζει πως το μέτρο δείχνει ότι όσοι παρανομούν δεν ωφελούνται εις βάρος των συνεπών επιχειρήσεων, αποκαθιστώντας το περί δικαίου αίσθημα και προάγοντας τον θεμιτό ανταγωνισμό. «Αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη στη νομιμότητα και συμβάλλει στην καλλιέργεια κουλτούρας φορολογικής συμμόρφωσης», καταλήγει.


